EuroCapital: Γιατί οι Γερμανοί δεν αγαπούν τον Ντράγκι Γιατί οι Γερμανοί δεν αγαπούν τον Ντράγκι ================================================================================ - on 18/09/2019 15:08 Καθώς πλησιάζει προς το τέλος της η θητεία του Μάριο Ντράγκι, είναι δύσκολο να μην παρατηρήσει κανείς ότι δεν κατάφερε να κερδίσει την αγάπη των Γερμανών. Ακόμη και πριν από την απόφαση της ΕΚΤ, στις 12 Σεπτεμβρίου, να μειώσει το επιτόκιο δανεισμού στο -0,5%, ο πρόεδρος της Ενωσης Γερμανικών Αποταμιευτικών Τραπεζών είχε γράψει ένα μήνα νωρίτερα οργισμένη επιστολή στην ταμπλόιντ Bild, όπου κατηγορούσε τον Ντράγκι πως έχει αλλάξει προς το χειρότερο τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων στη Γερμανία και στην Ευρώπη. Μετά την απόφαση της ΕΚΤ η Bild  παρουσίασε  τον Ντράγκι ως κόμη Δράκουλα με κυνόδοντες που ρουφάει τους λογαριασμούς των Γερμανών καταθετών. Αυτή η αρνητική νοοτροπία δεν είναι καινούργια. Η πλειοψηφία του γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων κατηγορεί επί χρόνια τον Ντράγκι και την ΕΚΤ ότι ακολουθούν υπερβολικά επεκτατική νομισματική πολιτική. Το 2014 το Συμβούλιο είχε προβλέψει ότι απειλείται η σταθερότητα των τιμών, αλλά και αυτή των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών αγορών – αλλά η απειλή ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Χαρακτηριστικό της έντονης δημόσιας συζήτησης που διεξάγεται στη Γερμανία είναι ότι επικεντρώνεται στα δεινά που υφίστανται οι Γερμανοί καταθέτες. Πρόκειται για την πιο στενή οπτική γωνία που μπορεί να έχει κάποιος αξιολογώντας την πολιτική ενός ευρωπαϊκού θεσμικού οργανισμού. Η εντολή που έχει δοθεί στην ΕΚΤ δεν είναι να προσφέρει επαρκή απόδοση για τους καταθέτες, αλλά όπως ορίζεται στο άρθρο 127 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ε.Ε.: «Ο πρωταρχικός στόχος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών... είναι να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών». Ακολουθώντας την πρακτική όλων των υπόλοιπων κεντρικών τραπεζών, η ΕΚΤ έχει ορίσει τη σταθερότητα των τιμών όχι ως μηδενικό πληθωρισμό, αλλά ως ένα ποσοστό «κάτω αλλά κοντά στο 2%». Αν αξιολογηθεί με αυτό το μέτρο η πολιτική της ΕΚΤ υπό τον Ντράγκι ασφαλώς δεν ήταν υπερβολικά επεκτατική. Από το 2011 μέχρι το 2019 ο μέσος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ήταν 1,1%. Ενώ ο Ντράγκι δεν κατάφερε να καλύψει πλήρως τον στόχο για τον πληθωρισμό, η πολιτική του είχε θετική επίπτωση στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Η ανεργία στη Ευρωζώνη, η οποία είχε φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο κατά τη διάρκεια της κρίσης, υποχώρησε στο προ κρίσης επίπεδο του 2007. Πράγματι, ο Ντράγκι με τον ιστορικό «ό,τι χρειαστεί» λόγο που είχε εκφωνήσει το 2012 και την ανακοίνωση του προγράμματος άμεσων νομισματικών συναλλαγών εκείνο τον Σεπτέμβριο κατάφερε να σπάσει τον φαύλο κύκλο αυξανόμενων επιτοκίων δανεισμού και φόβων περί διάσπασης της Ευρωζώνης. Επειτα από αυτό το σημείο καμπής, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια δανεισμού όλων των κρατών-μελών της Ευρωζώνης άρχισαν να μειώνονται και υποχώρησε η πίεση που τους ασκούσαν οι αγορές. Πράγμα που τους επέτρεψε να συγκρατήσουν την καταστροφική λιτότητα και να αρχίσουν και πάλι να αναπτύσσονται. Για τη Γερμανία, με τη μεγάλη εξαγωγική έκθεση στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, η θετική οικονομική επίδοση μετά το 2013 χαρακτηρίστηκε από μακρά περίοδο ισχυρής ανάπτυξης και αύξησης της απασχόλησης. Συνεπώς οι Γερμανοί εργάτες αλλά και οι γερμανικές επιχειρήσεις δεν έχουν λόγο να παραπονιούνται για τη νομισματική πολιτική του Ντράγκι. Οσον αφορά τις επιπτώσεις της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων δανεισμού του Ντράγκι για τον Γερμανό αποταμιευτή, σύμφωνα με τα στοιχεία της Bundesbank η πραγματική απόδοση την εποχή του μάρκου (1967-1998) ήταν -0,01%. Στην εποχή Ντράγκι η πραγματική απόδοση ήταν -0,69%, η οποία δεν διαφέρει ποιοτικά. Ο λόγος που ο μέσος Γερμανός δεν είναι υποστηρικτής του Ντράγκι εξηγείται κυρίως από το γεγονός του πολύ χαμηλού ποσοστού του πληθυσμού που κατέχει δικό του σπίτι. Συνεπώς η θετική επίπτωση των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού στην τιμή των κατοικιών δεν ήταν τόσο ευρεία στη Γερμανία. Πηγή: www.kathimerini.gr