EuroCapital: Αδύναμη η διεθνής οικονομία, δέκα χρόνια μετά την πτώση της Lehman Αδύναμη η διεθνής οικονομία, δέκα χρόνια μετά την πτώση της Lehman ================================================================================ Filippos Tzoumakas on 14/09/2018 11:17 H κατάρρευση της Lehman Brothers στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2008 και η συνακόλουθη χρηματοπιστωτική κρίση προκάλεσαν αλυσιδωτές αντιδράσεις στην παγκόσμια οικονομία. Κάποιες από τις δυσάρεστες επιπτώσεις εξακολουθούν να επισκιάζουν αρκετές πτυχές του ανεπτυγμένου κόσμου. H ανεργία παραμένει υψηλή, οι μισθοί είναι χαμηλοί και το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Η μεγάλη δυσαρέσκεια του κόσμου δημιούργησε πρόσφορο έδαφος για να ενισχυθεί η δημοτικότητα ακραίων πολιτικών κομμάτων με ευρωσκεπτικιστική στάση. Στις ΗΠΑ, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ήταν μια ηχηρή διαμαρτυρία στο πολιτικό κατεστημένο της χώρας. Η παγκόσμια οικονομία παγιδεύθηκε στη βαθύτερη ύφεση από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2009. Οι ρυθμοί ανάπτυξης στην παγκόσμια οικονομία –ειδικότερα στην Κίνα, στην Ευρωζώνη και στην Ιαπωνία– δεν έχουν επανέλθει στα επίπεδα του 2007, δηλαδή έναν χρόνο πριν από την κατάρρευση της Lehman Brothers. Περίπου 25 εκατομμύρια άτομα παραπάνω είναι άνεργοι συγκριτικά με το 2007 σε όλο τον κόσμο. Κάτω από το χαλί... Κάποιοι οικονομολόγοι τονίζουν πως η μεγάλη πιστωτική επέκταση την επταετία μέχρι το 2008 επικάλυπτε τα πραγματικά προβλήματα στις οικονομίες και των δύο πλευρών του Ατλαντικού: την επέκταση του αυτοματισμού που στερεί θέσεις εργασίας και τη στασιμότητα στους μισθούς. Ο μεγαλοεπενδυτής Γουόρεν Μπάφετ είχε δηλώσει για αυτές τις χρόνιες «παθήσεις» των οικονομιών του ανεπτυγμένου κόσμου πως «ανακαλύπτεις ποιος κολυμπά γυμνός μόνον όταν τραβιούνται τα νερά», συσχετίζοντας την παλίρροια με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης που ελήφθησαν από τις κεντρικές τράπεζες για να στηρίξουν την ανάπτυξη οδήγησαν σε μεγάλη αύξηση του δημόσιου και του εταιρικού χρέους. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και αρκετά αργότερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διόγκωσαν τους ισολογισμούς τους στα 6 τρισ. δολάρια και 6 τρισ. ευρώ, αντιστοίχως, για να στηρίξουν τον δανεισμό στις οικονομίες τους. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας επέκτεινε τους ισολογισμούς της στα 600 τρισ. γιεν. Με την ταυτόχρονη μείωση των επιτοκίων σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, οι κεντρικές τράπεζες ξεκίνησαν να αγοράζουν ομόλογα για να ενισχύσουν τη ρευστότητα στην οικονομία. «Το αποτέλεσμα; Μια πρωτοφανής διόγκωση των ισολογισμών που είναι απίθανο να αντιστραφεί», γράφουν οι Σάιμον Κένεντι και Σαμ Ντοντζ του πρακτορείου Bloomberg. Σε άρθρο του στους Financial Times, ο γνωστός οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που εφαρμόζουν σήμερα οι ΗΠΑ, ενώ η Fed προσπαθεί να επαναφέρει τα επιτόκια σε φυσιολογικά επίπεδα. Δεδομένου ότι η μείωση των φόρων στην αμερικανική οικονομία είναι άκαιρη, «η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα συνεχίσει με την αύξηση του βασικού επιτοκίου έως το 3,5% μέχρι τις αρχές του 2020», σχολιάζει ο κ. Ρουμπινί. Αναμένεται να ακολουθήσουν οι κεντρικές τράπεζες των υπολοίπων ισχυρών οικονομιών του κόσμου τη στιγμή που ο εμπορικός προστατευτισμός των ΗΠΑ οδηγεί σε συγκρούσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Ενα ακόμη αδύναμο σημείο είναι οι υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών στη Wall Street αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. «Οι περισσότερες (τιμές) είναι υψηλές εάν όχι φουσκωμένες», γράφει ο κ. Ρουμπινί. Στο ίδιο μήκος κύματος, οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν για το υψηλό χρέος που έχουν αναλάβει οι αμερικανικές επιχειρήσεις. Η S&P Global ανακοίνωσε πως το χρέος των εταιρειών στις ΗΠΑ έφθασε τα 6,3 τρισ. δολάρια τον Ιούνιο. Αλλά η διαθέσιμη ρευστότητα των 2,1 τρισ. δολαρίων ανήκει μόνον στους κολοσσούς των ΗΠΑ, που σημαίνει πως οι υπόλοιποι δανειστές θα πιεστούν ιδιαίτερα εάν αυξηθεί ο πληθωρισμός και αναγκαστικά το κόστος δανεισμού στον ανεπτυγμένο κόσμο. Πηγή:Καθημερινή