Αρχική | Άποψη | Άποψη (Γιάννης Σιάτρας) | Ο σύγχρονος “κανόνας χρυσού” μέσα στον οποίο λειτουργεί η ελληνική οικονομία

Ο σύγχρονος “κανόνας χρυσού” μέσα στον οποίο λειτουργεί η ελληνική οικονομία

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Το περιβάλλον αποπληθωρισμού (μείωσης των τιμών στην οικονομία) στο οποίο σταδιακά οδεύει η οικονομία μας, συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τις μακροχρόνιες προοπτικές της;
Σαφέστατα συνιστά κίνδυνο. Και ο κίνδυνος αυτός είναι συνυφασμένος με το επίπεδο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων στο μέλλον. Διότι, η μείωση των τιμών στην οικονομία, δεν αντανακλά τίποτα άλλο, παρά τη μείωση της ποσότητας του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία. Από την άλλη πλευρά, εάν σ’ αυτή την κατάσταση μειωμένης κυκλοφορίας χρήματος εξακολουθούν να υφίστανται υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, τότε -με δεδομένο ότι οι δανειστές της χώρας βρίσκονται στο εξωτερικό- μεγάλες ποσότητες χρήματος, ίσες με τα δάνεια και τους τόκους για την εξυπηρέτησή τους, θα συνεχίσουν να φεύγουν έξω από την εγχώρια οικονομία, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο την ποσότητα χρήματος που κυκλοφορεί.

Η παραπάνω κατάσταση, μπορεί να εξελιχθεί σε έναν φαύλο κύκλο, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει τον κίνδυνο έντασης του απο-χρηματισμού της οικονομίας, ωθώντας την έτσι σε μία μακροχρόνια και σκληρή ύφεση.
Όμως, μέσα από κατάλληλο πλαίσιο πολιτικής και συνετής διαχείρισης των δημοσίων δαπανών, το παραπάνω θα μπορούσε να μη συμβεί και παράλληλα, ο αποπληθωρισμός, θα μπορούσε να οδηγήσει -μέσα στη διάρκεια του χρόνου- σε σημαντικά οφέλη για την οικονομία.

Σήμερα, η ελληνική οικονομία, λειτουργεί σε ένα ιδιότυπο νομισματικό περιβάλλον, το οποίο ομοιάζει πάρα πολύ, με το περιβάλλον του “κανόνα χρυσού”.

Σε ένα νομισματικό περιβάλλον που διέπεται από τον “κανόνα χρυσού”, είτε κυκλοφορούν νομίσματα χρυσού (ή και αργύρου, όταν ο άργυρος ανταλλάσσεται σε μία σταθερή ισοτιμία με το χρυσό - το σύστημα αυτό λέγεται “διμεταλλικό”), είτε τραπεζογραμμάτια, τα οποία εκπροσωπούν άμεσα ποσότητα χρυσού και τα οποία είναι ελεύθερα ανταλλάξιμα, “επί τη εμφανίσει” στην εκδότρια τράπεζα.
Παράλληλα, η Κυβέρνηση δε μπορεί να εκδώσει νέο χρήμα και ο μόνος τρόπος για να αυξηθεί η νομισματική κυκλοφορία, είναι να εισαχθεί χρυσός από το εξωτερικό, κάτι που γίνεται είτε μέσω δανεισμού (προβληματική λύση), είτε μέσω της εμφάνισης πλεονασματικού εμπορικού ισοζυγίου (υγιής λύση). Και βεβαίως, η Κυβέρνηση δε μπορεί να “τυπώσει” νέο χρήμα, αφού ουσιαστικά το χρήμα είναι ο χρυσός. (Σημείωση: Στην πράξη, σε περιόδους μεγάλων ελλειμμάτων, η Κυβέρνηση μπορεί να επιβάλει το καθεστώς “αναγκαστικής κυκλοφορίας” των τραπεζογραμματίων, τα οποία παύουν να είναι μετατρέψιμα σε χρυσό. Όμως, αυτές οι ενέργειες τελικά καταλήγουν να υποσκάψουν τα θεμέλια της οικονομίας, αφού μειώνεται η εμπιστοσύνη προς το νόμισμα, ενώ για τις υποχρεώσεις της χώρας και το εμπόριο εξακολουθούν να απαιτούνται χρυσά νομίσματα).
Σε περιβάλλον “κανόνα χρυσού”, αυτονόητα υπάρχει ελευθερία στην κίνηση κεφαλαίων, σχετικά σταθερά επιτόκια στις διάφορες οικονομίες και σχετική ελευθερία στην κίνηση εμπορευμάτων και προσώπων.

Κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, όπου ο “κανόνας χρυσού” ήταν το επικρατέστερο νομισματικό σύστημα, πολλά κράτη αντιμετώπισαν προβλήματα, λόγω των μη ανταγωνιστικών οικονομιών τους ή λόγω μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Στις περιπτώσεις αυτές, ακόμη και σε καθεστώς αναδιάρθρωσης των χρεών τους (οι χρεοκοπίες στο παρελθόν ήταν συχνές, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις ρυθμίζονταν με αναβολή των πληρωμών των χρεών), μέσα από αυστηρά προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας, οι μηχανισμοί της αγοράς, μπόρεσαν να οδηγήσουν τις οικονομίες τους σε ισορροπία.

Οι οικονομίες προσαρμόστηκαν σε μικρότερες νομισματικές κυκλοφορίες. Οι τιμές των αγαθών υποχώρησαν και αυξήθηκε η παραγωγικότητα των εργαζομένων και των επιχειρήσεων και κατά συνέπεια, η ανταγωνιστικότητά τους και η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών. Με τον τρόπο αυτό, αυξήθηκαν οι εξαγωγές και σταδιακά αυξάνονταν η κυκλοφορία του χρήματος στην οικονομία, με αποτέλεσμα την επανέναρξη της διαδικασίας αύξησης των τιμών.
Βεβαίως, το τίμημα που πλήρωσαν οι κοινωνίες ήταν η ύφεση, η κοινωνική αναταραχή και οι πολιτικές μεταβολές.
Το “κλειδί” και η απάντηση στην ύφεση βρίσκεται στα αίτια που αυξάνουν την παραγωγικότητα, κατά τη διάρκεια μίας ύφεσης σε καθεστώς “χρυσού κανόνα”, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η Κυβέρνηση κατορθώνει να περιορίσει τα δημοσιονομικά ελλείμματα και την προσφυγή σε δανεισμό.

Ο λόγος είναι απλός και έχει να κάνει με τη δομή των κοινωνιών και την ανθρώπινη φύση. Οι κοινωνίες, καθώς δεν υπάρχει άλλη λύση, αναγκαστικά προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα. Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις αναδιοργανώνονται, περιορίζουν τις μη παραγωγικές δαπάνες και τα κόστη τους και αναδιατάσσουν τη στρατηγική τους. Έτσι, η μείωση του κόστους, επιτρέπει τη μείωση των τιμών με τη διατήρηση των περιθωρίων κέρδους σε ικανοποιητικά επίπεδα. Αυτός βεβαίως είναι και ο ορισμός της αύξησης της ανταγωνιστικότητας μίας επιχείρησης και κατά προέκταση, μίας οικονομίας.
Βεβαίως, ένας αριθμός επιχειρήσεων δεν τα καταφέρνει και κλείνει. Αυτό όμως, ενισχύει τις υγιείς επιχειρήσεις οι οποίες κατορθώνουν να επιβιώσουν και οι οποίες παράλληλα κερδίζουν τα μερίδια αγοράς που κατείχαν οι επιχειρήσεις που έκλεισαν.

Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, οδηγεί στην αύξηση των εξαγωγών (σε μία περίοδο που λόγω οικονομικής ύφεσης οι εισαγωγές έχουν ήδη μειωθεί), με αποτέλεσμα τη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου και την εισροή χρήματος (χρυσού) στην οικονομία. Και βεβαίως, η διαδικασία αυτή, σταδιακά οδηγεί στην ανάκαμψη της οικονομίας, των εισοδημάτων, της εργασίας και γενικότερα, στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της κοινωνίας.

Κατά τους τελευταίους μήνες, αναφέρεται συχνά ότι, η μέθοδος του “αποπληθωρισμού”, ή της “εσωτερικής υποτίμησης” που προσπαθεί να εφαρμόσει στη χώρα μας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι καταδικασμένη να αποτύχει, επειδή δεν έχει εφαρμοσθεί πουθενά αλλού (η συνήθης πρακτική σε άλλα κράτη είναι η ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος).
Θα διαφωνήσω με την παρατήρηση αυτή. Η μέθοδος της “εσωτερικής υποτίμησης”, ήταν η κύρια μέθοδος εξισορρόπησης των οικονομιών κατά το 19ο αιώνα, σε καθεστώς χρυσού κανόνα. Και δοκιμάστηκε με επιτυχία σε πολλές περιπτώσεις, σε πάρα πολλά κράτη. Ή καλύτερα, δε δοκιμάστηκε μετά από σχεδιασμό. Αποτελούσε τη φυσική κατάληξη της λειτουργίας μίας οικονομίας η οποία βρισκόταν να έχει μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και μόνιμα ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο.

Το σημερινό νομισματικό καθεστώς της Ελλάδας, έχει εξαιρετικά μεγάλες ομοιότητες με αυτό του χρυσού κανόνα. Το ευρώ το οποίο ούτε μπορεί να υποτιμηθεί και το οποίο ούτε μπορεί να τυπωθεί από τις ελληνικές νομισματικές αρχές, είναι σα το μέταλλο του χρυσού σε μία οικονομία του 19ου αιώνα.
Η ελληνική οικονομία, εφ’ όσον κατορθώσει να απαλλαγεί -έστω και σταδιακά- από τα τεράστια ελλείμματά της, θα λειτουργήσει μέσα σε ένα παρόμοιο περιβάλλον με αυτό του “χρυσού κανόνα”.
Η προσαρμογή θα είναι οδυνηρή. Αυτό είναι αναμφισβήτητο. Μεγάλα τμήματα της κοινωνίας θα πιεσθούν. Παράλληλα, η διαδικασία αυτή θα απαιτήσει ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Θα το προσδιορίζαμε κοντά στα πέντε χρόνια, στην καλύτερη περίπτωση. Όμως, η προσαρμογή θα επέλθει νομοτελιακά.

Είναι η μέθοδος αυτή καλύτερη από την υποτίμηση του νομίσματος; Ναι, είναι καλύτερη, τόσο στο αποτέλεσμα, όσο κυρίως στη διατηρησιμότητα του αποτελέσματος που νομοτελειακά θα προκύψει.
Σε περίπτωση υποτίμησης του νομίσματος, επιτυγχάνεται ένα αρχικό “σοκ” στην οικονομία, μειώνονται οι εισαγωγές και αυξάνονται οι εξαγωγές. Όμως, η οικονομία υποφέρει από τον πληθωρισμό, ο οποίος σε μικρό χρονικό διάστημα καταστρέφει κάθε θετικό αποτέλεσμα που επέφερε η αρχική υποτίμηση, απαιτώντας μία νέα για να διατηρηθεί η οικονομία πάνω από την ύφεση. Όμως, αυτό τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Οι υποτιμήσεις καταλήγουν να αποτελούν ένα προσωρινό “ναρκωτικό”, το οποίο μας κάνει να ξεχνούμε τα προβλήματα και να μην τα αντιμετωπίζουμε.

To 1975, ο νομπελίστας καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγο Milton Friedman, είχε δημοσιεύσει ένα βιβλίο με τίτλο “There is no such thing as a free lunch” (“Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα”). Τελικά, είτε μας αρέσει, είτε όχι, η ζωή και η οικονομία καθημερινά μας υπενθυμίζουν ότι ο μακαρίτης (πλέον) Milton Friedman, είχε δίκιο. Δεν υπάρχει “δωρεάν γεύμα”. Και εάν ποτέ νομίζουμε ότι βρίσκουμε κάποιο δωρεάν γεύμα, αργότερα η σκληρή πραγματικότητα μας δείχνει ότι, αυτό, δεν ήταν δωρεάν, παρά ήταν δανεικό. Και μάλιστα με υψηλότατο επιτόκιο.

Καθώς η οικονομία μας αντιμετωπίζει τη μακροχρόνια πραγματικότητά της, θα αναγκασθεί να πληρώσει. Είναι άδικο ότι θα πληρώσει παραπάνω απ’ ότι κατανάλωσε, νομίζοντας ότι ήταν “δωρεάν”. Θα προσαρμοσθεί και θα πληρώσει. Είμαστε γελασμένοι εάν νομίζουμε ότι, πλέον, μπορούμε να ξεφύγουμε ή να αναβάλουμε τις υποχρεώσεις μας.

Και θα χρειασθεί χρόνος. Δυστυχώς, δε μπορούμε να “εκβιάσουμε” τις καταστάσεις και τους μηχανισμούς της οικονομίας και της κοινωνίας. Θα απαιτηθεί χρόνος για την πλήρη εκδήλωση των συμπτωμάτων της ύφεσης. Όμως, παράλληλα με την εκδήλωση της ύφεσης, οι μηχανισμοί της οικονομίας, δημιουργούν τα “αντισώματα” της αύξησης της παραγωγικότητας, που τελικά θα οδηγήσουν στην ανάκαμψη. Ας μη γελαστούμε πιστεύοντας ότι μπορούμε να συμπιέσουμε το χρόνο. Στη διαδικασία που έχουμε ήδη εισέλθει (και η οποία προχωρά κανονικά), ο χρόνος δε συμπιέζεται.
Το να φερόμαστε με σύνεση και το να προσπαθούμε να αναμορφώσουμε τον τρόπο που εργαζόμαστε, τόσο σαν άτομα ή επιχειρήσεις, όσο και σαν κράτος, ώστε να επιβιώσουμε από τους συνθλιπτικούς μηχανισμούς που κινούνται γύρω μας και το να περιμένουμε, είναι τα μόνα που μπορούμε -και που πρέπει- να κάνουμε.


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τον "Κανόνα Χρυσού" (Gold Standard) στην αγγλική γλώσσα


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text