Αρχική | Άποψη | Άποψη (Γιάννης Σιάτρας) | Η διάσταση του προβλήματος του ελληνικού δημοσίου χρέους και σενάρια επίλυσής του

Η διάσταση του προβλήματος του ελληνικού δημοσίου χρέους και σενάρια επίλυσής του

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Υπάρχει διέξοδος για την Ελλάδα, από το δημόσιο χρέος της; Ήρθε ο καιρός να ασχοληθούμε και πάλι με το θέμα αυτό.
Πριν από περισσότερο από δύο χρόνια, όταν πολλοί εξακολουθούσαν να ζουν το απατηλό “ελληνικό -πλην όμως “δανεικό”- όνειρο”, προειδοποιούσαμε τους συνδρομητές μας (τότε επικοινωνούσαμε από το “athenstock.com”) για την επερχόμενη καταιγίδα του χρέους. Πέρυσι τέτοια εποχή, όταν ακόμη δεν ήταν γνωστή η δημιουργία του “μηχανισμού στήριξης”, εκτιμούσαμε ότι με τις συνθήκες όπως είχαν τότε, μία λύση φάνταζε αδύνατη. Στα τέλη Ιουνίου 2010, (δείτε σχετικό άρθρο μας) αρχίσαμε να βλέπουμε το πρώτο “φως” και μερικές ελπίδες απεμπλοκής. Σήμερα, μετά και τις εξελίξεις που σημειώνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτιμώ ότι μπορούμε να εξετάσουμε και πάλι την κατάσταση.

Ξεκινάμε με μία παρατήρηση: Το “ρολόι του χρέους”, το οποίο εμφανίζεται στην πρώτη σελίδα του site, έχει αρχίσει να αυξάνεται με μικρότερο ρυθμό.
Πιο συγκεκριμένα, κατά το 2006, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 10,8 δισ. ευρώ. Κατά το 2007, αυξήθηκε κατά 13,5 δισ. ευρώ. Το 2008, κατά 22,4 δισ. ευρώ. Το 2009 κατά 36,4 δισ. ευρώ (η χειρότερη χρονιά στην ιστορία της χώρας). Και κατά το 2010, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία και τις εκτιμήσεις μας, το πραγματικό δημόσιο χρέος της κεντρικής Κυβέρνησης, έφθασε στα 328 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή αυξήθηκε κατά 29,5 δισ. ευρώ. (Δείτε τα σχετικά στοιχεία).

Το 2010 υπήρξε όντως έτος -σχετικής- βελτίωσης, ιδίως εάν ληφθεί υπ’ όψη ότι οι πληρωμές των τόκων ήταν ιδιαίτερα αυξημένες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η πρόβλεψή μας για το 2011 είναι ότι το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί κατά 19,5 δισεκ. ευρώ και ότι, στο τέλος του έτους θα φθάσει στα 347,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

Όμως, το ζητούμενο είναι τί προβλέπουμε ότι θα γίνει στα επόμενα χρόνια. Τελικά, υπάρχει διέξοδος από το πρόβλημα του χρέους;

Κατά την άποψή μας, υπάρχει. Πολύ, πάρα πολύ δύσκολα μεν, αλλά υπάρχει. Όχι βεβαίως άμεση. Αλλά σε ένα μεγάλο βάθος χρόνου.


Τα δεδομένα του χρέους και της εξέλιξής του:
Στα τέλη του 2010, το χρέος έφθανε στα 328 δισεκατομμύρια ευρώ. Υπό φυσιολογικές συνθήκες  στο τέλος του 2011, αναμένεται να φθάσει στα 347,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Και στο τέλος του 2012, στα 365 δισεκατομμύρια ευρώ. (Τη σχέση των ποσών αυτών με το ΑΕΠ -επίσης πολύ σημαντικό στοιχείο- θα την εξετάσουμε αργότερα).
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω μεγέθη (για το 2011 και το 2012) είναι τα “αισιόδοξα” σενάρια και θα μπορούσαν να επιτευχθούν, μόνον εφ’ όσον η Κυβέρνηση ακολουθήσει με επιτυχία τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από το Μνημόνιο, τουλάχιστον όπως αυτό είναι γνωστό σήμερα.

Με βάση τα παραπάνω μεγέθη, αλλά και με τα μέχρι σήμερα γνωστά επίπεδα επιτοκίων και λήξης των ομολόγων (αφού είναι πιθανό να υπάρξει μείωση του επιτοκίου, αλλά και επιμήκυνση της λήξης τμημάτων του χρέους, ή ακόμη και διαφοροποίηση της περιόδου έναρξης πληρωμής τόκων για τα δάνεια της “τρόικας”, τα ποσά που θα πληρώσει η χώρα για τόκους κατά τα επόμενα χρόνια είναι (κατά προσέγγιση) 16,4 δισ. για το 2011 και 17,1 δισ. ευρώ για το 2012.

Τα παραπάνω στοιχεία, κατά την άποψή μας, δε μπορούν να μεταβληθούν σημαντικά προς το καλύτερο, ανεξάρτητα του τί προσπάθειες θα γίνουν σε εθνικό επίπεδο.

Το ποσό των τόκων που αναμένεται να πληρώσει φέτος (2011) η χώρα για την εξυπηρέτηση του χρέους της,  θα αποτελέσει περίπου το 6,9% του ΑΕΠ. Δηλαδή, λίγο χαμηλότερα από το έλλειμμα που  προβλέπει για φέτος η Κυβέρνηση στον Προϋπολογισμό της (γίνεται πρόβλεψη για 7,5%). Εάν όντως το δημοσιονομικό έλλειμμα φθάσει στο 7,5%, τότε το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα μειώνεται σημαντικά και από το 2012 μπορούμε να ελπίζουμε σε πρωτογενές πλεόνασμα.
Αυτό είναι βεβαίως σημαντικό, αλλά στο σημερινό επίπεδο του χρέους δεν είναι καθόλου ικανοποιητικό, αφού η κατάσταση θα εξακολουθεί να επιδεινώνεται.

Βεβαίως, όπως πολύ απλά αντιλαμβανόμαστε, για να σταματήσει να αυξάνεται το χρέος, θα πρέπει να παύσουν να εμφανίζονται ελλείμματα. Για να αρχίσει να μειώνεται (σε απόλυτους αριθμούς), θα πρέπει να υπάρχουν πλεονάσματα.
Όμως, την εμφάνιση δημοσιονομικών πλεονασμάτων, ούτε που θέλει να τη διανοηθεί η ελληνική Κυβέρνηση (αλλά και ο πολιτικός κόσμος γενικότερα), ενώ από την άλλη πλευρά, κατά περίεργο τρόπο (και ενδεχόμενα και από άγνοια για το πώς λειτουργούν τα δημόσια οικονομικά) δεν το αποδέχεται ούτε και η ελληνική κοινωνία.

Με βάση την πτώση που σημειώθηκε στο ΑΕΠ κατά το 2010 (-4,5%), το (ονομαστικό) ΑΕΠ της χώρας στα τέλη του 2010 έφθανε στα 242 δισεκατομμύρια ευρώ, περίπου. Δηλαδή, η σχέση χρέους προς ΑΕΠ έφθασε στο 135,5%. Το ποσοστό αυτό είναι εξαιρετικά μεγάλο και εξ’ ορισμού υποδηλώνει μία μη βιώσιμη κατάσταση. (Σημειώνεται ότι για τη σχέση χρέους προς ΑΕΠ χρησιμοποιείται το ονομαστικό ΑΕΠ, στον υπολογισμό του οποίου -σε γενικές γραμμές- λαμβάνονται υπ’ όψη και η αύξηση/μείωση του πραγματικού ΑΕΠ, αλλά και η αύξηση/μείωση του πληθωρισμού).
Εάν η πρόβλεψή μας για την αύξηση του χρέους στα 347,5 δισεκ. κατά το 2011 και για την πτώση του (ονομαστικού) ΑΕΠ κατά 0,8% περίπου (αφού το ποσοστό της πτώσης του ΑΕΠ αναμένεται μεγαλύτερο από την άνοδο του πληθωρισμού), τότε, το ΑΕΠ θα υποχωρήσει στα 240 δισεκατομμύρια περίπου. Συνεπώς, η σχέση χρέους προς ΑΕΠ θα αυξηθεί στο 144,8%. Για δε το 2012, εάν υποθέσουμε ότι το χρέος θα ανέλθει στα 365 δισεκ. ευρώ και το (ονομαστικό) ΑΕΠ σημειώσει άνοδο κατά 2,5% (με βάση μία ενδεχόμενη αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,0% και του πληθωρισμού κατά 1,5%), τότε το ΑΕΠ θα φθάσει στα 246 δισεκ. ευρώ και η σχέση χρέους προς ΑΕΠ στο 148,3%.

Τί θα πρέπει να γίνει;
Ποιά είναι αυτά τα οποία θα πρέπει να γίνουν για να υπάρξει ελπίδα διεξόδου από τον “φαύλο κύκλο” του χρέους; Και μάλιστα, ποιά είναι αυτά τα οποία θα πρέπει να γίνουν μέσα στην επόμενη πενταετία, ώστε να υπάρξει βελτίωση της σχέσης του χρέους προς το ΑΕΠ και της σχέσης των τόκων που πληρώνουμε ως προς το ΑΕΠ;

Μπορούμε να υποθέσουμε ότι για μία χώρα, ένα “αποδεκτό” επίπεδο καταβαλλόμενων τόκων προς το ΑΕΠ, είναι αυτό κοντά στο 3,0 έως (το πολύ) 3,5%. Πάνω από τα επίπεδα αυτά, οι τόκοι αποτελούν έναν μεγάλο “βρόγχο” για την οικονομία, την ανάπτυξη και τις προοπτικές των μελλοντικών γενεών.
Για να έφθανε σ’ αυτό το επίπεδο η Ελλάδα (με βάση το σημερινό ΑΕΠ και τα επιτόκια που πληρώνει), θα έπρεπε το χρέος της να είναι περίπου 180 δισεκ. ευρώ (78,5% του ΑΕΠ).
Εάν υποθέσουμε ότι εκδίδονται ευρωομόλογα και η χώρα πληρώνει επιτόκιο 3,5% έως 3,7% (σε σχέση με το 4,7% έως 4,9% που πληρώνει σήμερα), τότε, για να έχει κόστος εξυπηρέτησης του χρέους ίσο με το 3,5% του ΑΕΠ, τότε το χρέος της θα έπρεπε να φθάνει το πολύ έως τα 235 δισεκατομμύρια (97% του ΑΕΠ).

Όμως, για μεν το 2010 το χρέος φθάνει στα 328 δισεκ. και για το 2011 προβλέπεται στα 347,5 δισεκ. ευρώ.

Δηλαδή, με βάση τα όσα έχουμε αναπτύξει παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι (με βάση τα στοιχεία του 2011):
α) Το σημερινό επίπεδο του χρέους και με δεδομένα τα επιτόκια, αλλά και την πολιτική και κοινωνική νοοτροπία, δεν είναι βιώσιμο και οδηγεί στη χρεοκοπία, ίσως και πιο σύντομα από το 2013.
β) Εάν υποθέσουμε ότι η Κυβέρνηση κατορθώνει να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3,5% του ΑΕΠ. Τότε, με τα σημερινά επίπεδα επιτοκίων, για να μπορεί η Ελλάδα να έχει μία βιώσιμη πορεία, τότε το χρέος θα πρέπει να μειωθεί στα 180 δισεκατομμύρια ευρώ.
γ) Εάν υποθέσουμε ότι τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίζει την έκδοση ευρωομολόγων και ότι αυτά έχουν ένα επιτόκιο για τη χώρα μας της τάξης του 3,6% και ότι -με κάποιο τρόπο- αναχρηματοδοτείται μέσω αυτών το σύνολο του ελληνικού δημοσίου χρέους, τότε το “ανεκτό” επίπεδο του χρέους βρίσκεται κάπου στα 235 δισεκατομμύρια ευρώ.
δ) Για να διατηρηθεί η σχέση χρέους προς ΑΕΠ κάτω από το 100%, τότε το ονομαστικό ΑΕΠ (πληθωρισμός συν πραγματική μεταβολή του ΑΕΠ) θα πρέπει να αυξάνεται με ρυθμούς υψηλότερους του δημοσιονομικού ελλείμματος. Βεβαίως, σημειώνεται ότι, η “υγιής” αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ γίνεται κυρίως με την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ, αφού ο πληθωρισμός τελικά καταλήγει να μειώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τελικά την οδηγεί σε ύφεση.

Ποιό είναι το συμπέρασμα; Ότι, με βάση τις παραπάνω υποθέσεις και προϋποθέσεις, για να υπάρξει ελπίδα επιβίωσης της χώρας, το δημόσιο χρέος θα πρέπει να μειωθεί, στην καλύτερη περίπτωση, στα 235 δισεκατομμύρια ευρώ τουλάχιστον. Και μάλιστα, αυτό θα πρέπει να γίνει πολύ σύντομα! Ή, αν το δούμε σε ορίζοντα 5ετίας, το δημόσιο χρέος στα τέλη του 2016, δε θα πρέπει να ξεπερνά το επίπεδο των 275 - 285 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή, θα πρέπει να υπάρξει μείωση της τάξης των 100 - 110 δισεκατομμυρίων ευρώ, σε σχέση με τη σημερινή και την προβλεπόμενη εξέλιξή του. Και παράλληλα, να έχει μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα, σε επίπεδα κάτω του 3,5%.

Είναι δυνατό να μειωθεί το χρέος σ’ αυτά τα επίπεδα; Είναι δυνατό να
Εκ πρώτης όψεως, με τα σημερινά δεδομένα, αυτό φαντάζει άτοπο και αδύνατο.

Πιθανές λύσεις στο πρόβλημα:
Υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι άλλο που θα βοηθούσε προς την κατεύθυνση της μείωσης του χρέους; Θεωρητικά, υπάρχουν τρόποι. Ας δούμε μερικούς από αυτούς:

1) Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να πουλήσει στην Ελλάδα, τα ελληνικά ομόλογα που αυτή αγοράζει, από πέρυσι τον Ιούνιο, σε “κουρεμένες” τιμές. Εάν υποθέσουμε ότι η ΕΚΤ έχει αγοράσει μέχρι σήμερα κάποιο ποσό που κυμαίνεται από 51 έως 60 δισεκ. ευρώ και ότι αυτά τα αγόρασε σε μία μέση τιμή κοντά στο 70% της ονομαστικής τους αξίας (“κούρεμα” 30%), τότε, εάν η ΕΚΤ μας τα πουλήσει στις τιμές που τα αγόρασε, υπάρχει ένα όφελος της τάξης των 21 έως 26 δισεκ. ευρώ. (Με άλλα λόγια, μας συμφέρει να διατηρούνται τα spreads σε υψηλά επίπεδα και να υπάρχει φόβος για την πορεία της Ελλάδας, ώστε η ΕΚΤ να αγοράζει τα ομόλογα των “φοβισμένων” επενδυτών που ρευστοποιούν ελληνικά ομόλογα στη διεθνή αγορά).

2) Να υπάρξουν έσοδα μεταξύ 25 έως 50 δισεκατομμύρια ευρώ από αξιοποίηση (ας μην ασχοληθούμε με τον σάλο που προκάλεσε αυτή η λέξη) της δημόσιας περιουσίας, μέσα στην επόμενη 5ετία. Βεβαίως, εδώ υπάρχουν δύο “ενστάσεις”: α) οι υπολογισμοί που κάνουμε παραπάνω, αφορούν την κατάσταση στο έτος 2011. Με τους ρυθμούς που αυξάνεται το χρέος και τη στασιμότητα της ανάπτυξης, σε 5 χρόνια, ακόμη και εάν η Κυβέρνηση κατορθώσει να συγκεντρώσει 50 δισ. ευρώ από “αξιοποίηση”, τότε η κατάσταση δε βελτιώνεται ιδιαίτερα, αφού το δημοσιονομικό όφελος θα έχει εξανεμισθεί από την αύξηση των τόκων.

3) Μείωση ή ακόμη και εξάλειψη του δημοσιονομικού ελλείμματος. Στα σενάρια που περιγράψαμε παραπάνω, είχαμε σα βάση την υπόθεση ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα, θα έφθανε κοντά στο 3,5%. Εάν υποθέσουμε ότι το έλλειμμα υποχωρεί στο 1,5%, τότε η κατάσταση αλλάζει δραματικά προς το καλύτερο. Στην περίπτωση αυτή, θα σταματήσει η γεωμετρική αύξηση του χρέους (θα περιορισθεί περίπου στα 3 έως 4 δισ. ευρώ κατ’ έτος, αντί των 19 - 20 που φθάνει σήμερα) ενώ βελτιώνονται σημαντικά οι σχέσεις χρέους προς ΑΕΠ. Βεβαίως, η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος προϋποθέτει πάρα πολλά, τα οποία είναι αμφίβολο εάν είναι έτοιμη να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία: μεγάλη μείωση του δημόσιου τομέα, σημαντικές προσπάθειες για αξιοποίηση (με μόνιμα και διαρκή έσοδα) της κρατικής περιουσίας, σημαντική αναδιάρθρωση του κρατικού τομέα και της λειτουργίας ολόκληρης της οικονομίας, επίτευξη ανάπτυξης που να ξεπερνά το 2,5% - 3,0% για μία σειρά ετών και σημαντικότατη μείωση της φοροδιαφυγής.

4) Υπάρχει και το ζήτημα της αναπροσαρμογής του ΑΕΠ της Ελλάδας, μία διαδικασία που γίνεται σε περιοδικά διαστήματα, σε όλες τις χώρες. Μία ενδεχόμενη αναπροσαρμογή του ΑΕΠ, θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 15% έως 20%. Η εξέλιξη αυτή, θα βελτίωνε τη “λογιστική” εικόνα της κατάστασης, αλλά δε θα βοηθούσε σημαντικά σε “ταμειακό” επίπεδο, αφού σε πραγματικούς, μία αναπροσαρμογή του ΑΕΠ δε συνεπάγεται και περισσότερα έσοδα για το κράτος (απεναντίας, σημαίνει αυξημένες εισφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μικρότερα δικαιούμενα ποσά). Εν τούτοις, μέσα στη διάρκεια του χρόνου, οι αγορές “ξεχνούν” την αναπροσαρμογή και επικεντρώνονται στο στοιχείο του δείκτη “χρέος προς ΑΕΠ” και για το λόγο αυτό, εκτιμάται ότι, μία αναπροσαρμογή, διαχρονικά ωφελεί στην καλύτερη αξιολόγηση της χώρας.

5) Επιμήκυνση του χρέους της χώρας προς τον “μηχανισμό στήριξης”. Είναι κάτι απ’ αυτά που θα πρέπει να θεωρούνται ως βέβαια. Μία επιμήκυνση θα μπορούσε να έχει διάρκεια από δέκα έως και είκοσι χρόνια και ενδεχόμενα θα μπορούσε να συνοδεύεται με μία μείωση του επιτοκίου. Μία τέτοια εξέλιξη, θα μπορούσε να σημαίνει μία ωφέλεια τόκων για τη χώρα της τάξης του ενός ή των δύο δισεκατομμυρίων κατ’ έτος, κάτι που βεβαίως δεν είναι καθόλου αμελητέο. Όμως, απέχει πολύ ώστε, από μόνο του, να επιλύσει το πρόβλημα.

Η άλλη λύση; Δεν υπάρχει άλλη λύση, εκτός βεβαίως από τη χρεοκοπία, είτε αυτή είναι συνολική, είτε μερική (“κούρεμα” των ομολόγων), με ότι και εάν αυτό συνεπάγεται, τόσο για το παρόν, όσο και για το μέλλον της χώρας.


Οι “αυταπάτες” της ελληνικής κοινωνίας:
Να παραμείνω σε μία έκφραση, που χρησιμοποιώ στο παραπάνω κείμενο, αλλά που κατά την άποψή μου είναι βαθύτατα παρεξηγημένη: “είναι έτοιμη να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία”;
Είναι μία έκφραση που αρέσει σε όλους μας να χρησιμοποιούμε, υπονοώντας τις διάφορες καταστάσεις “κεκτημένων” ή “κόκκινων γραμμών”, τις οποίες βάλαμε στο λεξιλόγιό μας στα προηγούμενα (καλά, αλλά με δανεικά χρήματα) χρόνια.
Εκτίμησή μου είναι ότι, δυστυχώς, η κοινωνία, εάν θέλει να επιβιώσει και να μη ζήσει μία βίαιη και μακροχρόνια επιδείνωση (επιδείνωση δραματικά μεγαλύτερη απ’ αυτή που βιώνει σήμερα)  του βιοτικού της επιπέδου, θα πρέπει να προσαρμοστεί αναγκαστικά στην ανάγκη του να ζει το Κράτος με τα χρήματα που εισπράττει. Δηλαδή, αυτό που είναι αυτονόητο για οποιαδήποτε οικογένεια ή επιχείρηση, θα πρέπει να γίνει αυτονόητο και για την ελληνική κοινωνία.
Βεβαίως, το ζήτημα της καλύτερης διαχείρισης, της καλύτερης κατανομής των κοινών βαρών και της εξάλειψης των “λαθροχειριών” από κρατικούς υπαλλήλους και κρατικοδίαιτους, είναι ένα διαφορετικά ζητήματα, στα οποία όντως μπορεί και πρέπει να επικεντρωθεί η κοινωνία.

Η σημερινή οικονομική πραγματικότητα της χώρας μας λέει ξεκάθαρα ότι δεν υπάρχουν κάποιες “μαγικές” λύσεις. Ακόμη και εάν υπάρξει η καλύτερη αντιμετώπιση του ζητήματος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (επιμήκυνση χρέους και έκδοση ευρωομολόγων) και πάλι η χώρα θα είναι αναγκασμένη να “αξιοποιήσει” (με ότι και εάν σημαίνει αυτό) δημόσια περιουσία, να μειώσει δραστικά τον δημόσιο τομέα, να αναδιοργανώσει την οικονομία και κυρίως, να οδηγηθεί σε μία μακρά περίοδο με πολύ χαμηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία δε θα μπορούν να ξεπερνούν το 2,0%, ή ακόμη και να εμφανίσει πλεονάσματα. Επ’ αυτού, το ζήτημα δεν είναι εάν θα υπάρξει νομοθετική ή συνταγματική υποχρέωση για τη μείωση των ελλειμμάτων. Το ζήτημα είναι ότι δε μπορεί να γίνει αλλιώς!


Η πολιτική διάσταση:
Η Κυβέρνηση έχει αντιληφθεί το πόσο δύσκολο είναι γι’ αυτή να φέρει σε πέρας αυτό το γιγάντιο έργο του περιορισμού των ελλειμμάτων και της αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Και ενδεχόμενα νοιώθει ότι θα ακολουθήσει και αυτή τη μοίρα και άλλων κυβερνήσεων, σε άλλα κράτη, που στο παρελθόν επιχείρησαν κάτι παρόμοιο: Δηλαδή, να απομακρυνθεί από την εξουσία για πολλά χρόνια.

Αυτό, το έχει καταλάβει και η αντιπολίτευση, η οποία με τη στάση που ακολουθεί, αρνείται να συνεργαστεί στην αντιμετώπιση της κρίσης και μοιάζει σαν απλά να περιμένει την Κυβέρνηση να πέσει, σαν “ώριμο φρούτο”, κάτω από το τεράστιο βάρος των προβλημάτων και της δυσαρέσκειας που συσσωρεύεται στην κοινωνία.
Αυτό που ίσως δεν έχει καταλάβει είναι ότι, το πρόβλημα της οικονομίας δεν είναι πρόβλημα 4ετίας. Είναι πρόβλημα που -αναγκαστικά- θα υφίσταται επί πολλά χρόνια και θα “καλύψει” αρκετούς εκλογικούς κύκλους. Και συνεπώς, ας μη νομίζει ότι, έστω και με τη στάση της, θα αποφύγει την “καυτή πατάτα”. Μάλιστα, ίσως στο μέλλον, αυτή να καίει πιο πολύ!

Κατά την άποψή μας, η λύση στην πολιτική διάσταση του ζητήματος είναι η κατά το δυνατό μεγαλύτερη πολιτική συναίνεση, όπως αυτή μπορεί -αναγκαστικά- να εκφραστεί μέσα από μία κυβέρνηση που θα συντίθεται από ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις. Και καθ’ όσον, πολύ δύσκολα θα μπορούσαμε να προβλέψουμε μία αυτοδύναμη Κυβέρνηση μετά από τις επόμενες εκλογές (όποτε και εάν γίνουν αυτές), ίσως γι’ αυτό το λόγο θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το -εκ πρώτης όψεως- παράδοξο, ότι οι εκλογές, ακόμη και οι πρόωρες, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κάτι το θετικό.

Συμπεράσματα:
Συμπερασματικά, στο πρόβλημα του δημοσίου χρέους το οποίο έχει πλέον ξεφύγει από έλεγχο, δεν υπάρχει εύκολη, άμεση, απλή ή μονοσήμαντη λύση.
Δυστυχώς, υπάρχουν κάποια δεδομένα τα οποία, εφ’ όσον θέλουμε να αποφύγουμε τη χρεοκοπία και την οικονομική ή κοινωνική κατάρρευση, θα πρέπει να τα αποδεχθούμε. Και αυτά τα δεδομένα επιβάλλουν:
α) Να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα, ακόμη και κάτω από το 3,0%. Και αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί το αργότερο μέσα στα επόμενα 2 ή 3 χρόνια.
β) Να επιτευχθεί η εφ’ άπαξ μείωση του χρέους κατά κάποιο ποσό, μέσω της “αξιοποίησης” της δημόσιας περιουσίας. Παράλληλα, να επιδιωχθεί η είσπραξη μίας μόνιμης απόδοσης από την εκμετάλλευση της περιουσίας αυτής.
γ) Να μειωθεί το μέγεθος και το κόστος λειτουργίας του δημόσιου τομέα.
δ) Να επιδιωχθεί η κατά το δυνατό ταχύτερη επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και μάλιστα εάν είναι δυνατό, αυτό να επιδιωχθεί να γίνει μέσα από το 2012.
ε) Να επιδιωχθεί συμφωνία με την ΕΚΤ, ώστε να αγορασθούν όσο το δυνατό περισσότερα “κουρεμένα” ομόλογα από τις αγορές, να μειωθεί το επιτόκιο που η χώρα καταβάλλει για αυτά και στη λήξη τους να επιστρέφονται στην Ελλάδα, σε “κουρεμένες” τιμές. Αυτό αποτελεί μία εκ των “ων ουκ άνευ” προϋποθέσεις για την επίλυση του προβλήματος.
στ) Να επιδιωχθεί η έκδοση ευρωομολόγων. Και αυτό αποτελεί μία σοβαρή προϋπόθεση για την επίλυση του προβλήματος του ελληνικού χρέους.
ζ) Να γίνει η αναπροσαρμογή του ελληνικού ΑΕΠ.
η) Να υπάρξει ευρύτερη πολιτική συναίνεση στο πρόγραμμα “θεραπείας” της οικονομίας.
θ) Να υπάρξει η κατά το δυνατό ευρύτερη κοινωνική κατανόηση και αποδοχή των όσων αναγκαστικά θα πρέπει να γίνουν.

Ας μη γελιόμαστε. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Μάλιστα, δε ξέρουμε εάν υπάρχουν λύσεις. Όμως, εάν πράγματι υπάρχουν ελπίδες για να βγει η χώρα από το τεράστιο πρόβλημα στο οποίο έχει εμπλακεί, ο συνδυασμός των λύσεων θα είναι και οδυνηρός, αλλά και μακροχρόνιος. Όμως, όπως πολλές φορές έχουμε αναφέρει, αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουμε και μάλιστα, να πετύχουμε. Όχι μόνον θα έχουμε πετύχει έναν άθλο ο οποίος θα μας διασώσει από πολλά άσχημα που θα μπορούσαν να έλθουν, αλλά θα έχει βελτιώσει σημαντικά τη λειτουργία της χώρας μας και -ίσως για μερικούς να ακούγεται παράδοξο αυτό- θα έχει βοηθήσει την κοινωνία να λειτουργήσει και πιο αποτελεσματικά, αλλά και πιο δίκαια.


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text