Αρχική | Άποψη | Άποψη (Γιάννης Σιάτρας) | Η αναδιάρθρωση του χρέους, οι τράπεζες, το ευρώ: Προβλήματα που ζητούν ρεαλιστικές και άμεσες λύσεις!

Η αναδιάρθρωση του χρέους, οι τράπεζες, το ευρώ: Προβλήματα που ζητούν ρεαλιστικές και άμεσες λύσεις!

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Σε σειρά άρθρων που δημοσιεύσαμε τις προηγούμενες μέρες, κάναμε μία αναδρομή στην ιστορία των χρεοκοπιών κρατών και των μεθόδων διακανονισμού που εφαρμόσθηκαν στα τελευταία 150 χρόνια. Αναφέραμε το ισχύον νομικό καθεστώς για την ασυλία των Κρατών στις περιπτώσεις που αυτά χρεοκοπούν και καταγράψαμε τις συνήθεις συνέπειες που υφίσταται ένα Κράτος μετά από μία χρεοκοπία. Εξηγήσαμε τους λόγους για τους οποίους θα ήταν προτιμότερο η Ελλάδα να είχε κηρύξει στάση πληρωμών ήδη από το 2007 ή το 2008, ενώ τέλος, αναλύσαμε τη θέση μας σύμφωνα με την οποία, η κατάσταση της χώρας σήμερα είναι τόσο προβληματική, ώστε να μη είναι σε θέση ακόμη και να κηρύξει στάση πληρωμών.

Όμως, όπως έχουμε πολλές φορές αναφέρει, στις κοινωνίες δε μπορούν να υπάρξουν αδιέξοδα. Αλλά ούτε και μπορούν, οι κοινωνίες, να καταστραφούν. Και βεβαίως, ούτε και μπορούν να παραμείνουν σε έντονη κρίση για μία μεγάλη σειρά ετών.

Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν λύσεις για το πρόβλημα της χώρας. Λύσεις οι οποίες αρχικά ίσως χαρακτηρισθούν ως επώδυνες. Όμως, η αρνητικότητα της κατάστασης γρήγορα θα ξεπερασθεί. Για δύο απλούς λόγους: Κατ' αρχάς, οι άνθρωποι είμαστε εξαιρετικά προσαρμοστικοί. Και θα προσαρμοσθούμε σε ότι και εάν συμβεί και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, θα κάνουμε κάθε σύγκριση με το κάθε φορά πρόσφατο παρελθόν, έτσι ώστε να δημιουργείται η εντύπωση ότι υπάρχει βελτίωση και πρόοδος. Από την άλλη πλευρά, η οικονομία, η οποία σήμερα εμφανίζεται να έχει "παγώσει" εντελώς, σύντομα θα βρει διεξόδους και, αφού θα έχει προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, θα κινηθεί και πάλι αναπτυξιακά.

Άλλωστε, η ελληνική κοινωνική και οικονομική ιστορία είναι γεμάτη από "δύσκολες περιόδους" και αρνητικές καταστάσεις. Όμως ποτέ, σε καμία περίπτωση, η "αρνητική" και "δύσκολη" φάση δε διήρκεσε περισσότερο από 3 χρόνια. Μετά από το διάστημα αυτό, η μεν κοινωνία είχε προσαρμοστεί απόλυτα στα νέα δεδομένα, η δε οικονομία είχε κινητοποιηθεί και πάλι δυναμικά αναπτυξιακά.


Όμως τώρα; Ποιές μπορεί να είναι οι λύσεις τώρα; Στο σημερινό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας;

Επαναλαμβάνουμε ότι το κυρίως πρόβλημα δεν είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα. Αυτό, με μία προσπάθεια ενός, δύο ή τριών ετών (σκληρή προσπάθεια ομολογουμένως, προσπάθεια για να αλλάξει η νοοτροπία και ο τρόπος διαχείρισης του Κράτους), μπορεί να βελτιωθεί και τα ελλείμματα να εξαλειφθούν και να προκύψουν πρωτογενή πλεονάσματα, ή ακόμη και απόλυτα πλεονάσματα (*).

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι το δημόσιο χρέος. Και εάν πάμε ακόμη βαθύτερα, τα προβλήματα της Ελλάδας είναι αυτά που δημιουργούν το δημόσιο χρέος: η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και η κακή διαχείριση της Δημόσιας Διοίκησης.

Το πρόβλημα του χρέους δε μπορεί να ξεπερασθεί (όπως μπορεί το δημοσιονομικό έλλειμμα) σε μερικά χρόνια. Το πρόβλημα του χρέους μπορεί να λυθεί με δύο τρόπους:

α) Με τη σταδιακή μείωσή του, μέσω δημοσιονομικών πλεονασμάτων ή υψηλών ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ. Όμως, αυτή η διαδικασία είναι εξαιρετικά μακροχρόνια και είναι αδύνατη για την Ελλάδα, η οποία αναμένεται να σταθεροποιήσει (με πολύ προσπάθεια) το δημόσιο χρέος στο 140% έως 150% του ΑΕΠ (φέτος θα κινηθεί κοντά στο 125% του ΑΕΠ). Κανένα Κράτος δε μπόρεσε μέσα από την "ορθόδοξη" διαδικασία της "σταδιακής μείωσης" να μειώσει σημαντικά το χρέος του. Πολύ δε περισσότερο για την Ελλάδα, η οποία έχει σοβαρότατα προβλήματα ανταγωνιστικότητας και προβληματικής δημόσιας διοίκησης. Αλλά ακόμη και στην (υποθετική και απίθανη) περίπτωση που η χώρα μπορούσε να πετύχει μία σταδιακή μείωση του χρέους της, μέσα από την εμφάνιση μεγάλων δημοσιονομικών πλεονασμάτων, θα απαιτείτο προσπάθεια μερικών δεκαετιών με διαρκή "ασφυξία" της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Το κόστος αυτής της διαδικασίας είναι πολύ μεγαλύτερο από το να δεχθεί τελικά η ελληνική Κυβέρνηση να προχωρήσει σε (μερική) αναδιάρθρωση, δηλαδή σε μερική χρεοκοπία.

β) Με αναδιάρθρωση του χρέους. Με δεδομένη τη σημερινή (ασφυκτική) κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Ως αναδιάρθρωση, μπορούμε να νοήσουμε διάφορους τρόπους:

  • Κήρυξη στάσης πληρωμών για το σύνολο του χρέους. Σε προηγούμενο άρθρο εξηγήσαμε τους λόγους που αυτό δε μπορεί να γίνει (ο κυριότερος λόγος είναι το ότι οι ελληνικές τράπεζες διακρατούν μεγάλο μέρος του χρέους και συνεπώς, η κήρυξη στάσης πληρωμών θα τις βυθίσει σε ζημιές που δε μπορούν να αντέξουν και θα προκαλέσει τη διάλυση του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας).
  • Κήρυξη μερικής στάσης πληρωμών. Δηλαδή, (μονομερή) δήλωση από το ελληνικό Κράτος ότι προτίθεται να πληρώσει μόνον ένα τμήμα του χρέους του.
  • Κήρυξη μερικής στάσης πληρωμών και παράλληλη χρονική μετατόπιση της λήξης. Δηλαδή, μονομερή δήλωση από το ελληνικό Κράτος ότι προτίθεται να πληρώσει ένα τμήμα του χρέους και ότι αυτή η πληρωμή δε θα γίνει στη λήξη του, αλλά σε άλλο μελλοντικό χρόνο.


Συνεπώς, μέσα από μία απλή και λογική σκέψη, καταλήγουμε ότι -μέσα από κανονικές συνθήκες- δεν υπάρχουν άλλες επιλογές, από την μερική αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας. Αυτό άλλωστε βλέπουν και οι αγορές και διακρατούν σε υψηλά επίπεδα τα CDS, τα spreads, ενώ παράλληλα οι τιμές των τραπεζικών μετοχών έχουν σημειώσει μεγάλη πτώση.

Αναφέρουμε "μέσα από κανονικές συνθήκες" για το λόγο ότι, λόγω της ιδιότητας της Ελλάδας ως μέλους της Ευρωζώνης, όντως μπορούν να υπάρξουν και άλλες λύσεις. Λύσεις πολύπλοκες, χωρίς να είναι ξεκάθαρο ότι θα είναι μακροπρόθεσμα θετικές για τη χώρα. Τις λύσεις αυτές, θα τις εντάξουμε σε μία κατηγορία με την ονομασία "ευρωπαϊκή διάσωση", νοώντας ότι μέσα από κάποιους μηχανισμούς και με σκοπό την εξυπηρέτηση ευρύτερων αναγκών, μπορεί τελικά ένα μέρος του χρέους να καταλήξει στο "χαρτοφυλάκιο" της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και να απορροφηθεί από το σύνολο της Ευρωζώνης, μέσα σε ένα μελλοντικό πλάνο μίας ευρύτερης και ουσιαστικότερης οικονομικής ολοκλήρωσης (δηλαδή, ενοποίησης) της περιοχής αυτής. Όμως, αυτό προς το παρόν παραμένει ως ένα "σενάριο".

Ας εξετάσουμε τις δύο εναπομένουσες λύσεις, που αναφέραμε παραπάνω:

- Κήρυξη μερικής στάσης πληρωμών: Η χώρα αποφασίζει να μην πληρώσει ένα μέρος του χρέους της, δεχόμενη τις συνέπειες που έχουμε περιγράψει ότι συνήθως υπάρχουν σ' αυτές τις περιπτώσεις από τις αγορές και την ευρύτερη διεθνή κοινότητα.
Τί μέρος μπορεί να αποφασίσει ότι δε θα πληρώσει; Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η χώρα θα ήταν να μην πληρώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος. Όμως, αυτό δε μπορεί να γίνει, για το λόγο ότι μην εξοφλώντας το χρέος, η χώρα "μαχαιρώνει" παράλληλα και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αφού οι τράπεζες διακρατούν ομόλογα της τάξης των 80 περίπου δισεκ. ευρώ (το σημείο αυτό είναι σχετικά αδιευκρίνιστο, αφού πολλές τράπεζες έχουν "περάσει" ομόλογα σε θυγατρικές του εσωτερικού ή του εξωτερικού για λόγους "εξωραϊσμού").

Άρα, η Κυβέρνηση σε συνεργασία με τις Τράπεζες, θα πρέπει να βρουν το σημείο εκείνο που, η μείωση της αξίας των ομολόγων, δεν θα προκαλέσει ανήκεστο βλάβη στους ισολογισμούς και τη βιωσιμότητα των Τραπεζών. Εκτίμησή μας είναι ότι γι' αυτό το λόγο συστάθηκε το "Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας" των Τραπεζών, με βάση το μηχανισμό του ΔΝΤ και της Ε.Ε., προετοιμάζοντας μία τέτοια εξέλιξη.
Αυτός είναι ένας από τους φόβους των μετόχων σήμερα. Δηλαδή, ότι οι Τράπεζες θα χρειασθούν κεφάλαια από το Ταμείο του ΔΝΤ. Και ότι τα κεφάλαια αυτά θα ληφθούν μέσω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου που θα γίνουν στην ονομαστική αξία των μετοχών.

Επίσης, τόσο η "λύση" αυτή, όσο και αυτή που θα εξετάσουμε παρακάτω, θα προκαλέσει αναπόφευκτα μία μικρή ή μεγάλη κίνηση αναλήψεων από τις Τράπεζες. Και εδώ θα απαιτηθεί πολύ μεγάλη προσοχή από την Κυβέρνηση. Εάν η όλη διαδικασία γίνει ομαλά και με τη διαβεβαίωση του ελληνικού λαού για τη βιωσιμότητα των τραπεζών (εδώ ενδεχόμενα θα απαιτηθούν και διαβεβαιώσεις ή εγγυήσεις και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και δεν υπάρξει πανικός, το όλο εγχείρημα, μπορεί και να πετύχει. Εάν όμως υπάρξει πανικός, τότε η Κυβέρνηση θα αναγκασθεί να επιβάλει απαγορεύσεις ή όρια στις αναλήψεις και αυτό θα προκαλέσει μία μεγαλύτερη βλάβη.
Πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι, είτε μέσα από την πειθώ, είτε μέσα από απαγορεύσεις ή όρια αναλήψεων, η Κυβέρνηση δε θα αφήσει το τραπεζικό σύστημα να καταρρεύσει. Σ' αυτό πρέπει να είμαστε βέβαιοι και να μην το αναφέρουμε ούτε καν ως "δυσμενές σενάριο". Η Κυβέρνηση έχει την ισχύ να το πετύχει.

Είναι αρκετά αυθαίρετο να μιλήσουμε σήμερα για το ποσοστό (επί της αρχικής αξίας των ομολόγων) που θα μπορούσε να κηρυχθεί "στάση πληρωμών". Πολύ δε περισσότερο όταν δε γνωρίζουμε πολλά μεγέθη που είναι απαραίτητα να γνωρίζουμε.
Κατά την άποψή μας, εφ' όσον η χώρα δε μπορεί να κηρύξει πλήρη στάση πληρωμών, θα πρέπει να προσπαθήσει για την κατά το δυνατό μεγαλύτερο μείωση του χρέους, έτσι ώστε το "εμπόδιο" αυτό που θα αντιμετωπίσουμε στα επόμενα χρόνια, να είναι κατά το δυνατό μικρότερο.
Μία υπόθεση που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι ότι, εάν η χώρα κηρύξει στάση πληρωμών για ποσοστό μικρότερο του 30%, τότε δεν επιλύει το πρόβλημά της, το οποίο θα εμφανισθεί πιο έντονο αργότερα.
Από την άλλη πλευρά, εάν κηρύξει στάση πληρωμών για ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, θα καταδικάσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στην αφάνεια.

Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενο άρθρο, η "ιδανική" λύση για τη χώρα στα πλαίσια των επομένων 10 ή 15 ετών, θα ήταν η κήρυξη στάσης πληρωμών για το 100% του χρέους και η παράλληλη αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ. Η δραχμή (που φυσιολογικά θα χρησιμοποιούνταν σα νέο νόμισμα) θα υποχωρούσε σε μία νέα ισορροπία (από τις 340,75 δραχμές που θα ξεκινούσε και με βάση την οποία θα γινόταν η υποχρεωτική μετατροπή των ευρώ σε δραχμές κατά την πρώτη μέρα) μέσα σε διάστημα λίγων ημερών, πιθανότατα με υποτίμηση κοντά στο 30%. Στη συνέχεια, η Κυβέρνηση θα μπορούσε να ορίσει μία "σταθερή ισοτιμία" με το ευρώ (όπως κάνουν σήμερα πολλά Κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δε μετέχουν στην Ευρωζώνη) και να "δέσει" το νόμισμα με το ευρώ, σε καθεστώς ελεύθερης μετατρεψιμότητας. Έτσι, θα αποκαθιστούσε γρήγορα την εμπιστοσύνη προς το νόμισμα, ενώ θα διατηρούσε τη δυνατότητα κάποιας υποτίμησης στο μέλλον, εάν οι συνθήκες της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας το επέβαλαν.

Όμως, καθώς -μετά τη μερική στάση πληρωμών- ένα μέρος του χρέους θα παραμείνει σε ευρώ, θα ήταν πολύ δύσκολο για την Κυβέρνηση να δηλώσει και αποχώρηση από την Ευρωζώνη. Όμως, δεν είναι κάτι που θα πρέπει να αποκλεισθεί τελείως. Εάν η Κυβέρνηση επιλέξει να παραμείνει στην Ευρωζώνη, τότε, κατά τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να υπάρξει ένα καθεστώς "εσωτερικής υποτίμησης", που με απλά ελληνικά σημαίνει αποπληθωρισμό (πτώση των τιμών) και περιβάλλον ύφεσης. Εάν επιλέξει να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη, θα σημαίνει αύξηση του εναπομείναντος χρέους σε δραχμές, αλλά -μέσω της υποτίμησης της δραχμής που φυσιολογικά θα συμβεί, όπως εξηγήσαμε και παραπάνω- θα σημαίνει και αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Τελικά, τα πάντα θα είναι θέμα οικονομικών και πολιτικών επιλογών και -δυστυχώς- πολιτικού κόστους. Αυτό τελικά σημαίνει ότι, η λύση που θα επιλεγεί, δε θα είναι αναγκαστικά και η καλύτερη. Αυτό θα το δείξει το μέλλον.


Χρονική μετατόπιση της λήξης του χρέους:

Θα μπορούσε η μερική στάση πληρωμών να συνδυαστεί και με χρονική μετατόπιση της λήξης του χρέους;
Κατά την άποψή μας, όχι απλά θα μπορούσε, αλλά μάλιστα επιβάλλεται να γίνει έτσι. Βεβαίως, ας μη φαντασθούμε ότι μπορεί να γίνει μία χρονική μετάθεση δεκαετιών. Η συνήθης πρακτική λέει ότι η χρονική μετάθεση που γίνεται στις περιπτώσεις αυτές, κυμαίνεται από τα 2 έως τα 7 χρόνια (όλο το χρέος δε μεταφέρεται κατά ίσο χρόνο - το κάθε τμήμα μετατοπίζεται για κάποιο διαφορετικό χρονικό διάστημα). Βεβαίως, η χρονική μετατόπιση που θα συμφωνηθεί, αλλά και το επιτόκιο που θα ισχύσει, είναι κάτι που θα προκύψει από τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν.

Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπ' όψη μας ότι, όπως έχει αποδείξει το παρελθόν από περιπτώσεις άλλων χωρών που χρεοκόπησαν, τη "διαπραγματευτική ισχύ", συνήθως την έχει το Κράτος και όχι οι αντιπρόσωποι των δανειστών, οι οποίοι θα διαπραγματευθούν με τους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Όμως, είναι σε συμφέρον του Κράτους, αφού σε λίγα χρόνια θα απευθυνθεί στους ίδιους ανθρώπους για νέο δανεισμό, να πραγματοποιήσει τις διαπραγματεύσεις αυτές με δίκαιο τρόπο και να μην εκμεταλλευθεί τη -θεωρητική- διαπραγματευτική του ισχύ.

Ποιές θα είναι οι επιδράσεις στην οικονομία μετά από την κήρυξη στάσης πληρωμών;


Όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο άρθρο, όταν μία χώρα κηρύττει πλήρη στάση πληρωμών, τότε αποδεσμεύεται από το βάρος του δημοσίου χρέους και έχει πλέον τη δυνατότητα να ανασχεδιάσει την οικονομική της πολιτική και ανάπτυξη, χωρίς το καταλυτικό βάρος της πληρωμής των τόκων. Και για το λόγο αυτό, οι χώρες αυτές συνήθως εμφανίζουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στα χρόνια που ακολουθούν (για παράδειγμα, μετά τη χρεοκοπία της, η Αργεντινή πετύχαινε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 7% και του 8% και μπόρεσε εύκολα να αναζωογονήσει την οικονομία της).

Στην περίπτωση της Ελλάδας τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Η μείωση του χρέους δε θα είναι καθολική, αλλά μερική. Στην περίπτωση που η στάση πληρωμών θα είναι της τάξης του 30%, τότε το χρέος απλά θα υποχωρήσει στο 80% έως 85% του ΑΕΠ. Και πάλι το επίπεδο αυτό θα είναι προβληματικά υψηλό και σε τίποτα δε θα διασφαλίζει από μελλοντικούς κινδύνους.

Παράλληλα, η εσωτερική υποτίμηση στην οποία αναγκαστικά θα επιβληθεί (μέσω της οικονομικής πολιτικής) στην ελληνική οικονομία, θα προκαλεί μείωση στο ονομαστικό ΑΕΠ και σταδιακή αύξηση της σχέσης του χρέους με το ΑΕΠ. Αντίθετα, αυτό δε θα συμβεί εάν υπάρξει ταυτόχρονη αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ, αφού το ΑΕΠ θα εκφράζεται πλέον σε δραχμές, αλλά και επειδή οι ρυθμοί ανάπτυξης που θα ακολουθήσουν θα είναι υψηλότεροι. Παράλληλα, ο πληθωρισμός που φυσιολογικά θα υπάρξει σε περίπτωση αποχώρησης από το ευρώ, σταδιακά θα "απομειώνει" την πραγματική αξία του εσωτερικού χρέους (αυτού που θα κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες και οι ιδιώτες), το οποίο βάσει νόμου θα εκφράζεται πλέον σε δραχμές.

Τέλος, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Καθώς η χώρα θα έχει "βεβαρημένο παρελθόν" (λόγω της στάσης πληρωμών), καθώς θα "απέχει" από τις αγορές για ένα διάστημα έστω δύο έως τεσσάρων ετών και καθώς δε θα έχει περιθώρια για άλλη αθέτηση υποχρεώσεων, η περιοριστική πολιτική του δημοσίου θα συνεχισθεί, σε κάθε περίπτωση. Και ο εκσυγχρονισμός του. Συνεπώς, ας μη νομίσει κανείς ότι επειδή η χώρα θα αποφασίσει να "φεσώσει" (στην καθομιλουμένη) κατά ένα μέρος τους πιστωτές της, θα μπορεί να συνεχίσει το μοντέλο ζωής που έκανε στις δύο ή τρεις προηγούμενες δεκαετίες.
Σε περίπτωση στάσης πληρωμών, η ύφεση θα είναι ηπιότερη και ίσως και συντομότερη. Αλλά θα είναι ύφεση. Με όλα τα υφεσιακά χαρακτηριστικά. Και με -αναγκαστικό- εκσυγχρονισμό και εκλογίκευση του Κράτους και περικοπή των δαπανών του.


Συμπεράσματα

Όπως αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, λύσεις στο πρόβλημα της χώρας, υπάρχουν. Όμως, δεν είναι εύκολες λύσεις. Πάνω απ' όλα απαιτούν πολιτικό θάρρος (και αυτό ενδεχόμενα μας κάνει απαισιόδοξους για την τελική έκβαση). Απαιτούν κατανόηση από το λαό, συνοχή και σύμπνοια. Και κυρίως απαιτούν ρεαλισμό για το πώς έχουν τα πράγματα, ποιά είναι τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας και ποιοί είναι οι μεσομακροπρόθεσμοι τρόποι για να εξυπηρετηθούν.

Κατά τα φαινόμενα, δεν υπάρχει περίπτωση να αποφύγει η χώρα την αναδιάρθρωση (πείτε το και στάση πληρωμών ή χρεοκοπία) του χρέους της. Αυτό δείχνουν οι αριθμοί και η λογική και αυτό υποστηρίζουν οι περισσότεροι επενδυτές, αναλυτές και επενδυτικοί οίκοι στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Και κατά τα φαινόμενα, η αναδιάρθρωση θα είναι και σε επίπεδο ποσοστού επί του κεφαλαίου, αλλά και με χρονική μετατόπιση. Είναι θέμα οικονομικών ισορροπιών για να βρεθεί η χρυσή τομή των ποσοστών και των χρονικών περιόδων.

Η οικονομία δε μπορεί να συνεχίσει να ζει στη σημερινή αβεβαιότητα για το τί θα γίνει με το ζήτημα της αναδιάρθρωσης και της παραμονής ή όχι στην Ευρωζώνη. Όσο πιο πολύ αργούν για να ληφθούν οι αποφάσεις, τόσο χειρότερα θα είναι για την οικονομία. Και για την κοινωνία.
Έως και πριν λίγο καιρό, εκτιμούσα ότι η αναδιάρθρωση θα ήταν κυρίως "χρονική" και ότι αυτή θα επιχειρηθεί να γίνει κάπου μεταξύ του καλοκαιριού και του φθινοπώρου του 2011.
Σήμερα, μετά την εμπειρία όλων αυτών των γεγονότων των προηγούμενων εβδομάδων, καταλήγω να πιστεύω ότι η καλύτερη περίοδος για την αναδιάρθρωση (όπως την περιέγραψα παραπάνω) θα είναι από ...σήμερα έως το φθινόπωρο. Κάθε περαιτέρω καθυστέρηση νομίζω ότι θα βλάπτει την οικονομία.

Τελειώνοντας, θέλω να αναφέρω ότι ακούω με προσοχή τις καθημερινές διαψεύσεις του Πρωθυπουργού και των υπολοίπων κυβερνητικών οργάνων, οι οποίοι αποκλείουν το ενδεχόμενο της -κάθε είδους- αναδιάρθρωσης. Ακούω μάλιστα και τους χαρακτηρισμούς ως "επικίνδυνων", "αντεθνικών" κλπ, όσων αναφέρονται ή διασπείρουν φήμες για το ενδεχόμενο αυτό. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, το άρθρο αυτό, αλλά και πολλά άρθρα του eurocapital.gr κατά το τελευταίο διάστημα, θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως τέτοια.

Θα αποκρούσω τους χαρακτηρισμούς αυτούς. Η αλήθεια, η καλόπιστη έρευνα, η κριτική και ο προβληματισμός, ούτε επικίνδυνα μπορεί να είναι, ούτε και αντεθνικά. Και βεβαίως, δεν εξυπηρετούν κανέναν ...υποχθόνιο κερδοσκοπικό συμφέρον.

Δε μπορώ όμως να ξεφύγω από τον πειρασμό να θυμηθώ άλλες διαψεύσεις και άλλες ρήσεις, των ιδίων προσώπων από το -όχι και τόσο μακρινό- παρελθόν, όπως: "λεφτά υπάρχουν", "απλά θέλουμε το πιστόλι στο τραπέζι και δε θέλουμε λεφτά", "η χώρα δε ζητάει λεφτά, θα τα καταφέρει μόνη της",  "στο 2010 θα υπάρξει πτώση του ΑΕΠ κατά 0,3%", "δε θα προσφύγουμε στο ΔΝΤ". Είμαι βέβαιος ότι έχω παραλείψει πολλά ακόμη...

Μα και βέβαια, αυτά τα πράγματα δε λέγονται ανοικτά και διαψεύδονται μέχρι την τελευταία στιγμή! Φαντάζεστε τί θα γινόταν εάν δεν διαψεύδονταν;

 

Με το άρθρο αυτό, ολοκληρώνεται το αφιέρωμα του eurocapital.gr στο ζήτημα του Δημοσίου Χρέους της Ελλάδας.


(*) Πρωτογενές πλεόνασμα είναι το πλεόνασμα που προκύπτει από τα έσοδα και τα έξοδα του Προϋπολογισμού, χωρίς τον υπολογισμό των δαπανών για την εξυπηρέτηση των τόκων του χρέους. Όταν προστίθενται και οι δαπάνες των τόκων, τότε μπορεί να υπάρξει δημοσιονομικό έλλειμμα. Για παράδειγμα, εάν το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι -6% του ΑΕΠ και οι δαπάνες για τόκους είναι 8% του ΑΕΠ, τότε θεωρούμε ότι υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με 2% του ΑΕΠ.


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text