Αρχική | Άποψη | Η Άποψη των ΜΜΕ | Γιατί δεν εκτινάσσεται το ελατήριο της ανάπτυξης;

Γιατί δεν εκτινάσσεται το ελατήριο της ανάπτυξης;

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Γιατί δεν εκτινάσσεται το ελατήριο της ανάπτυξης;

Του Κώστα Μήλα.

Σ​​την επικαιρότητα βρίσκονται δύο οικονομικά θέματα τα οποία θα έπρεπε να θεωρούνται αλληλένδετα. Το πρώτο θέμα, για το οποίο δικαιολογημένα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ιω. Στουρνάρας κρούει επανειλημμένα τον κώδωνα του κινδύνου (https://uk.reuters.com/article/us-greece-banks-bad-loans-exclusive/exclusive-greek-banks-plan-record-sale-of-bad-loans-as-pressure-mounts-idUKKBN1CO2L1), έχει να κάνει με το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, αυτά έφτασαν, το πρώτο τρίμηνο του 2017, το 36,6% του συνόλου των δανείων (http:// data.imf.org/ regular. aspx? key=61404589) ενώ στο σύνολο της Ευρωζώνης το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόνον 4,4%.

Το δεύτερο θέμα αφορά τις σχετικά δυσοίωνες προβλέψεις του ΔΝΤ για τον μελλοντικό ρυθμό ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ, κάτι που δημιουργεί εύλογα ερωτήματα σε σχέση με το κατά πόσον θα μπορέσουμε, χωρίς τη λήψη νέων δημοσιονομικών μέτρων, να επιτύχουμε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και κοντά στο 2% του ΑΕΠ από το 2023 και μετά.

Πράγματι, οι τελευταίες εκτιμήσεις του ΔΝΤ (http://www.imf.org/external/pubs/ft/weo/2017/02/weodata/weorept.aspx?pr.x=65&pr.y=8&sy=2017&ey=2022&scsm=1&ssd=1&sort=country&ds=.&br=1&c=174&s=NGDP_RPCH%2CGGXONLB_NGDP&grp=0&a) «βλέπουν» το ελληνικό ΑΕΠ να επιτυγχάνει 2,64% ετήσιο ρυθμό αύξησης το 2018. Μετά το 2018 όμως, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης επιβραδύνεται σημαντικά, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να καταγράφει «μόνο» 1,03% ετήσια ανάπτυξη το 2022. Οι παραπάνω εκτιμήσεις του ΔΝΤ είναι πολύ χαμηλότερες του ιστορικού μέσου ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας σε χρονικό ορίζοντα εκατονταετίας. Πράγματι, στοιχεία από τη βάση δεδομένων της καθηγήτριας Carmen Reinhart (http://www.carmenreinhart.com/data/browse-by-topic/topics/16/) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ελληνική οικονομία κατέγραψε μέσο ιστορικό (από το 1913 έως σήμερα!) ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 3,2%. Εδώ λοιπόν τίθεται το εξής ενδιαφέρον ερώτημα: Γιατί, έπειτα από οκταετή ύφεση διαρκείας (με μοναδική εξαίρεση το 2014), το ελατήριο της ελληνικής ανάπτυξης, τουλάχιστον σύμφωνα με το ΔΝΤ, δεν πρόκειται να εκτιναχθεί σύντομα; Μέρος της απάντησης έχει να κάνει με τον φαύλο κύκλο ύφεσης και μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πράγματι, η οικονομική ύφεση πυροδοτεί αύξηση της ανεργίας και μείωση των εισοδημάτων και, κατά συνέπεια, μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτά «φρενάρουν» τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων από τις τράπεζες για νέα επιχειρηματικά/επενδυτικά δάνεια με αποτέλεσμα η «νηνεμία» στον τομέα των επενδύσεων να λειτουργεί ανασταλτικά στην οικονομική μας ανάπτυξη.

Πράγματι, πρόσφατες επιστημονικές έρευνες τόσο στην Ευρωζώνη (http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S1544612316300538) όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο (http://www.ebrd.com/publications/working-papers/economic-impact.html και http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0261560617301699) συμπεραίνουν τα εξής ενδιαφέροντα:

1. H οικονομική ύφεση και η συνακόλουθη αύξηση του ποσοστού ανεργίας οδηγούν σε εκτόξευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Μάλιστα, η αύξηση του ποσοστού ανεργίας διαθέτει μεγαλύτερη αξιοπιστία, σε σχέση με το ΑΕΠ, ως δείκτης πρόγνωσης της διόγκωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Και τούτο, επειδή, τουλάχιστον στην Ελλάδα, η έκρηξη της ανεργίας από το 7,75% το 2008 σε επίπεδα άνω του 26% μέχρι και τo 2014 (προτού επιστρέψει κοντά στο 21% σήμερα) απεικονίζει με πιο εύγλωττο τρόπο, σε σχέση με τις μεταβολές του ΑΕΠ, το μέγεθος του οικονομικού προβλήματος στη χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια άνοδος της ανεργίας κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες (κάτι το οποίο βίωσε για παράδειγμα η χώρα μας το 2012 όταν το ποσοστό ανεργίας αναρριχήθηκε στο 24,42% από το 17,85% το 2011) οδηγεί σε μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέχρι και 4 ποσοστιαίες μονάδες επί του συνόλου των δανείων.

2. Στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεισφέρει, βέβαια, και η μειωμένη κερδοφορία των τραπεζών στον βαθμό που αυτή αντικατοπτρίζει άσχημες επιδόσεις του τραπεζικού management σε θέματα αξιολόγησης, παρακολούθησης, αλλά και συνεχούς ελέγχου των νέων δανείων. Ειδικότερα για τη χώρα μας, πρόσφατη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος (http://www.bankofgreece.gr/BogEkdoseis/Paper2017220.pdf) διαπιστώνει ότι θετικές (ή αρνητικές) επιδόσεις στο τραπεζικό management μειώνουν (ή αυξάνουν) το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μόνο στην πρόσφατη περίοδο της δημοσιονομικής κρίσης έως και σήμερα, ενώ η πολιτική αβεβαιότητα συμβάλλει στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

3. Επιπλέον, η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων οδηγεί σε περίπου ισόποση μείωση των νέων δανείων και περαιτέρω οικονομική επιβράδυνση καθώς κόβει από τον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης μέχρι και 2 ποσοστιαίες μονάδες! Η συγκεκριμένη εμπειρική διαπίστωση δικαιολογεί πλήρως τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος προτρέπει τις τράπεζες να προχωρήσουν με αποφασιστικό τρόπο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τότε και μόνον τότε, θα εκτιναχθεί επιτυχώς το ελατήριο της ελληνικής ανάπτυξης, έτσι ώστε να ξεφύγουμε επιτέλους από τη μίζερη σημερινή οικονομική πραγματικότητα.

* Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής και πρόεδρος του ερευνητικού τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool.

Πηγή: kathimerini.gr

24


 


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text