Αρχική | Χρηματιστήριο | Χρηματιστήριο Αθηνών | Η πίεση στις τραπεζικές μετοχές, τα κόκκινα δάνεια και οι κερδοσκόποι

Η πίεση στις τραπεζικές μετοχές, τα κόκκινα δάνεια και οι κερδοσκόποι

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Η πίεση στις τραπεζικές μετοχές, τα κόκκινα δάνεια και οι κερδοσκόποι

ΕΥΓΕΝΙΑ ΤΖΩΡΤΖΗ

Σε αναζήτηση ενός πειστικού αφηγήματος, που θα αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα στις αγορές, βρίσκεται ο τραπεζικός κλάδος που πιέζεται για πιο εμπροσθοβαρείς κινήσεις στο μέτωπο των κόκκινων δανείων. Με εξαίρεση τη Eurobank, που από την ημέρα ανακοίνωσης του σχεδίου συγχώνευσης με την Grivalia δείχνει να έχει πείσει το ταμπλό για την ικανότητά της να περιορίσει δραστικά τον όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο τραπεζικός κλάδος βρέθηκε τον πρώτο μήνα του 2019 στη δίνη των ρευστοποιήσεων. Οι απώλειες για τον τραπεζικό δείκτη τον Ιανουάριο προσεγγίζουν το 10%, παρά το γεγονός ότι η άνοδος της μετοχής της Eurobank το ίδιο διάστημα λειτούργησε ως ανάχωμα στη γενικότερη πτώση.

Στο επίκεντρο των ρευστοποιήσεων την περασμένη εβδομάδα βρέθηκαν κυρίως η Alpha Bank και η Τράπεζα Πειραιώς, ενώ η Εθνική Τράπεζα, παρά το γεγονός ότι διατήρησε τις δυνάμεις της, δεν εξαιρείται του γενικού κανόνα, που φέρνει τον τραπεζικό κλάδο στα χαμηλότερα επίπεδα της κεφαλαιοποίησής του και μακριά από το ραντάρ των επενδυτών.

Ακόμη και αν πίσω από χρηματιστηριακές κινήσεις διακρίνεται η διάθεση και κερδοσκοπικών πιέσεων, η πραγματικότητα είναι ότι τα μεγέθη είναι αδιάσειστα και δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται σε υποπολλαπλάσια τιμή σε σχέση με τη λογιστική τους αξία και η απόδοση κεφαλαίου (return on equity) είναι απογοητευτική σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, αποθαρρύνοντας κάθε επενδυτική διάθεση.

Σύμφωνα με στοιχεία αναλυτών, οι αποδόσεις των ελληνικών τραπεζών είναι αρνητικές ή οριακά θετικές (εξαίρεση αποτελεί η Eurobank). Βασική αιτία είναι οι αυξημένες προβλέψεις που υποχρεώνονται να κάνουν οι τράπεζες στην προσπάθειά τους να καλύψουν τον τεράστιο όγκο των κόκκινων δανείων, που με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία προσεγγίζει τα 85 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις κινούνται σε μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, η προοπτική πρόσθετων προβλέψεων σε εφαρμογή των νέων κανόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κάλυψη του στοκ των παλαιών δανείων, αλλά και των ακινήτων που συσσωρεύουν οι τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους, αποτελεί σαφή απειλή για τα κεφάλαια. Την ίδια στιγμή, οι νέες τραπεζικές εργασίες είναι περιορισμένες και δεν επιτρέπουν την παραγωγή εσόδων, ενώ τα υψηλά κόστη περιορίζουν τις εκτιμήσεις για μελλοντική κερδοφορία.

Οι στόχοι για τη μείωση των κόκκινων δανείων που έχουν συμφωνηθεί με τις εποπτικές αρχές, φαίνονται ήδη ξεπερασμένοι πριν καν στεγνώσει το μελάνι τους και σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις η κατάσταση μπορεί να αναχαιτιστεί μόνο μέσα από δραστικές κινήσεις στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η αγορά έχει γυρίσει την πλάτη της στην προοπτική μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε βάθος τριετίας, όπως προβλέπουν τα σχέδια των τραπεζών, πολλώ δεν μάλλον όταν η μείωση αυτή είναι ανεπαρκής, καθώς διατηρεί το στοκ σε επίπεδο πολλαπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όρου ακόμη και στο τέλος του 2021.

Η ευθύνη γι’ αυτή την εικόνα δεν αναλογεί μόνο στις τράπεζες και στις αναποτελεσματικές μέχρι σήμερα προσπάθειες για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Αφορά εξίσου την κυβέρνηση, και στη βάση αυτή, η αγορά φαίνεται ότι αποτιμά αρνητικά την καθυστέρηση που παρατηρείται στην οριστικοποίηση της πρότασης για τη δημιουργία ενός σχήματος (Asset Protection Scheme) στο οποίο θα μεταφερθεί ένα μέρος από τα κόκκινα δάνεια, ανακουφίζοντας τους ισολογισμούς των τραπεζών. Επιπλέον, ασαφείς είναι και οι προθέσεις για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, που θα πρέπει επίσης να οριστικοποιηθεί άμεσα και συγκεκριμένα έως τα τέλη Φεβρουαρίου, όμως οι μέχρι σήμερα δηλώσεις δεν δημιουργούν την πεποίθηση ότι η λύση που θα επιλεγεί θα είναι ρεαλιστική με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας και συμβατή με τις οικονομικές συνθήκες.

Στη βάση αυτή, η δήλωση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, κατά τη συζήτηση στη Βουλή της παράτασης της προστασίας για την πρώτη κατοικία έως τα τέλη Φεβρουαρίου, μπορεί να ερμηνευθεί ως αναδίπλωση. Ο κ. Δραγασάκης σημείωσε ότι «αν δεν το προσέξουμε, μπορεί να κάνουμε ρυθμίσεις που να οδηγήσουν τις τράπεζες σε σημείο που να απαιτηθούν νέα κεφάλαια», δήλωση που μπορεί να συνιστά έμμεση υπαναχώρηση από τη μέχρι σήμερα κυβερνητική θέση για διατήρηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας για ακίνητα αξίας 250.000 ευρώ. Ο χρόνος σε κάθε περίπτωση μετράει αντίστροφα.

Πηγή:www.kathimerini.gr

Έντυπη

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text