EuroCapital: Paul Simpkin (Citigroup): Οι ελληνικές εταιρείες δανείζονται όπως οι ευρωπαϊκές Paul Simpkin (Citigroup): Οι ελληνικές εταιρείες δανείζονται όπως οι ευρωπαϊκές ================================================================================ - on 12/02/2020 12:14 Το “κλειδί” είναι ότι δεν υπάρχει πλέον διαφορά για την Ελλάδα και οι επενδυτές δεν απαιτούν premium, καθώς έχει μειωθεί το ρίσκο της χώρας Οι ελληνικές επιχειρήσεις που διαθέτουν χρηματοροές και ισολογισμούς μπορούν να δανειστούν, ακριβώς όπως οι γερμανικές και οι γαλλικές, καθώς τα ποσά που υπάρχουν στις αγορές είναι απεριόριστα και προσφέρονται δίχως κατανομή επειδή πρόκειται για ελληνικές επιχειρήσεις. Το μήνυμα αυτό επισήμανε χθες, σε συνάντηση με δημοσιογράφους ο managing director και πρόεδρος της European Leveraged Finance της Citigroup κ. Paul Simpkin, που έχει συμμετάσχει προσωπικά σε περισσότερες απο 200 εκδόσεις ομολόγων high yιeld (υψηλής απόδοσης). Ο ίδιος μαζί με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Citi Greece κ. Αιμίλιο Κυριάκου είχε πραγματοποιήσει την πρώτη high yield έκδοση στην Ελλάδα το 1997 για την ΦΑΓΕ και έκτοτε έχει υλοποιήσει περισσότερες απο 20 εκδόσεις, για εταιρείες όπως ο Antenna Tv, Υioula, ΔΕΗ, ΕΛ.ΠΕ, Frigoglass, Μυτιληναίος, Ελλάκτωρ, ΟΤΕ και Motor Oil. Η αγορά των ομολόγων υψηλών αποδόσεων είναι μια αγορά στην οποία έχει κυριαρχήσει η Citigroup – καθώς στις αναδυόμενες αγορές είναι πρώτη με εκδόσεις 10,5 δισ. ευρώ και μερίδιο 9%. Αυτή η αγορά αποτελεί ένα χώρο στον οποίο η Citi διαθέτει εμπειρία, track record και επενδυτική πρόσβαση η οποία αναγνωρίζεται τόσο απο τους πελάτες και ακόμη περισσότερο από την επενδυτική κοινότητα. Tο σημερινό περιβάλλον Το σημερινό περιβάλλον επιτοκίων στην αγορά του Δείκτη αξιολόγησης ΒΒΒ είναι μέσο επιτόκιο 3,03% για δεκαετία και 1,75% για πενταετία, ενω το τρέχον είναι 0,97%. Ιστορικά το υψηλότερο 8,24% και το χαμηλότερο 0,91%. Για εταιρείες του Δείκτη ΒΒ το μέσο επιτόκιο είναι 4,27% στην δεκαετία, 3,17% για πενταετία, το τρέχον επιτόκιο είναι 2,32% ενω ιστορικά το υψηλότερο για δεκαετία είναι 9,25% και το χαμηλότερο 2,28%. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση για την Ελλάδα Το “κλειδί” για τον κ. Simpkin είναι ότι δεν υπάρχει πλέον διαφορά για την Ελλάδα και οι επενδυτές δεν απαιτούν premium – καθώς έχει μειωθεί το ρίσκο της χώρας – ενω παράλληλα υπάρχει άπλετη ρευστότητα στις αγορές. Την εποχή της κρίσης, οι επενδυτές απαιτούσαν premium για τις ελληνικές εταιρείες εξαιτίας του ρίσκου της χώρας ενω σήμερα το δεκαετές ελληνικό ομόλογο βρίσκεται στο 1% και το γερμανικό ομόλογο με αρνητικό επιτόκιο στο – 0,40%. Επίσης, οι επενδυτές δεν “τιμωρούν” τις ελληνικές εκδόσεις, αλλά δίνουν τα επιτόκια που θα έδιναν σε άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες της ίδιας πιστοληπτικής ικανότητας. Όπως προσθέτει, τώρα υπάρχει ένας συνδυασμός : Η Ελλάδα με το θετικό προφίλ και η απεριόριστη ρευστότητα Η Ελλάδα και οι ελληνικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να επωφεληθούν απο τα χαμηλά επιτόκια ενω αργότερα όταν αποκτηθεί η επενδυτική βαθμίδα τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν να είναι και επιλέξιμα απο την ΕΚΤ. Οι τομείς όπου υπάρχει ενδιαφέρον για την Ελλάδα είναι οι υποδομές, η βιομηχανία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο τουρισμός, η ναυτιλία. Χαμηλά επιτόκια για αρκετό καιρό Κατά την άποψη του κ. Simpkin, τα χαμηλά επιτόκια θα παραμείνουν για αρκετό χρονικό διάστημα και δεν πιστεύει ότι αυτό θα οδηγηθεί σ ένα τέλος άμεσα. Η αγορά των υψηλών αποδόσεων Η αγορά των υψηλών αποδόσεων είναι ένας υποτομέας της αγοράς χρέους ( dept capital markets ) και αφορά τις επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν επενδυτική βαθμίδα ( non investments grades ) με αξιολογήσεις κάτω απο ΒΒΒ-, απο την Sp , Baa απο την Μoody’s και ΒΒΒ- απο την Fitch. Τα δε ομόλογα υψηλών αποδόσεων μπορούν να εκδοθούν σε πολλά νομίσματα και μορφές ενω είναι διαπραγματεύσιμα (εισηγμένα σε αγορές). Η Citi κατέχει ισχυρή παράδοση στην σύσταση και παρουσίαση ελληνικών εταιρειών στην παγκόσμια κοινότητα και έπαιξε ένα ρόλο πρωτοπόρου σ αυτή την διαδικασία. Οι περισσότερες ελληνικές εταιρείες είναι δίχως επενδυτική βαθμίδα πλην της Coca- cola και του ΟΤΕ και έτσι η αγορά των υψηλών αποδόσεων είναι η πιο σχετική γι αυτές, πρωταρχικά σε ευρώ. Η απουσία, όμως, επενδυτικής βαθμίδας ή αξιολόγησης δεν εμποδίζει εταιρείες, όπως η Motor Oil ή τα ΕΛ.ΠΕ να εξασφαλίζουν χαμηλά επιτόκια χάρις τους ισολογισμούς τους και την διεθνή παρουσία τους. Το μικρότερο ύψος ομολογιακής έκδοσης ανέρχεται σε 250 εκατ. ευρώ, αλλά οι επενδυτές προτιμούν εκδόσεις μεγαλύτερες των 450 εκατ. ευρώ, όπου υπάρχει μεγάλη ρευστότητα, και έτσι πραγματοποιούνται πιο εύκολα συναλλαγές. Επιπρόσθετα, υπάρχουν οι εκδόσεις δίχως εξασφαλίσεις και οι εκδόσεις με εξασφαλίσεις, αλλά κυρίως οι περισσότερες εκδόσεις είναι δίχως εξασφαλίσεις. Πηγή: newmoney.gr