EuroCapital: Επισημάνσεις των αγορών Επισημάνσεις των αγορών ================================================================================ EuroCapital on 19/05/2022 16:30 Είχαμε πιστέψει, όχι αβάσιμα, ότι το 2022, θα μπορούσε -επιτέλους- να είναι ένα πολύ θετικό έτος για το ελληνικό χρηματιστήριο. Η πανδημία είχε ξεπεραστεί, η διεθνής οικονομία εισέρχονταν σε μία θετική συγκυρία με επιστροφή στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ήταν αισιόδοξες και ο τομέας των τραπεζών, μετά από 12 χρόνια γεμάτα προβλήματα, θα λειτουργούσε κανονικά και κερδοφόρα. Πολλές από τις παραπάνω προσδοκίες, δείχνουν ότι δε θα επαληθευτούν. Οι ανακοινώσεις για τους δείκτες πληθωρισμού, σε πολλές οικονομίες, για το μήνα Μάιο, έκαναν κάθε πρόβλεψη για “προσωρινό και ήπιο” πληθωρισμό, να καταρρεύσει. Η κατάρρευση αυτή, άρχισε να παρασύρει και τις χρηματιστηριακές αγορές. ***** Σε μελέτη που δημοσιεύουμε στις επόμενες σελίδες, προσπαθούμε να αναλύσουμε τον τρόπο που κινήθηκαν οι χρηματιστηριακές αγορές, στην προηγούμενη μεγάλη διεθνή κρίση πληθωρισμού, κατά το 1973, το οποίο δεν είναι τόσο μακρινό, όσο πολλοί νομίζουν. Οι ομοιότητες που διακρίνουμε στα όσα έγιναν τότε, με τα όσα γίνονται τώρα, αναγκαστικά, περιορίζουν την όποια αισιοδοξία είχαμε για την πορεία της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς. ***** Το ότι, “κάτι συμβαίνει” αρχίζει να εμφανίζεται και στα αποτελέσματα του α’ τριμήνου που έχουν δημοσιευτεί. Παρά την ικανοποιητική πορεία των πωλήσεων, παρατηρείται επιδείνωση σε πολλούς χρηματοοικονομικούς δείκτες και κυρίως, στα περιθώρια μικτού κέρδους, αλλά και στην τελική κερδοφορία. Έτσι, αρχίζει να δημιουργείται η εντύπωση ότι, τα εξαιρετικά αποτελέσματα του 2021, δύσκολα θα μπορούσαν να συνεχιστούν. ***** Οι διεθνείς αναλυτές που παρακολουθούν και δημοσιεύουν προβλέψεις για τα μεγέθη μεγάλων διεθνών εταιριών, δεν έχουν -τουλάχιστον ακόμη- εκδηλώσει κάτι αρνητικό για τις εξελίξεις στο υπόλοιπο του έτους. Οι προβλέψεις για τις περισσότερες εταιρίες, διατηρούν την αισιόδοξη οπτική των προηγούμενων μηνών. Εκτιμούμε ότι αυτό θα αλλάξει στο προσεχές διάστημα. ***** Από την πλευρά μας, δεν προχωρήσαμε σε διατύπωση νέων προβλέψεων για την εξέλιξη των μεγεθών των ελληνικών εταιριών και θα περιμένουμε την ολοκλήρωση της φάσης των Γενικών Συνελεύσεων για να δούμε το προς τα πού πηγαίνουν τα πράγματα. Από τη μέχρι σήμερα εμπειρία μας, από τις Συνελεύσεις που πραγματοποιήθηκαν, παρατηρούμε ότι, η αισιοδοξία έχει καμφθεί, χωρίς ακόμη να διατυπώνονται κάποιες αρνητικές εκτιμήσεις. Όμως, είναι φανερό ότι, η ατμόσφαιρα, σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, έχει αλλάξει. ***** Η εκτίμηση που είχαμε διατυπώσει σχετικά με το ενδεχόμενο αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, ήταν ότι, θεωρούσαμε ως εξαιρετικά δύσκολο την κατάκτηση της “επενδυτικής βαθμίδας” κατά το 2022. Καθώς, πλέον, τα οικονομικά δεδομένα μεταβάλλονται, αλλά και επειδή το 2023 είναι εκλογική χρονιά, όπου -ενδεχομένως- να μην υπάρξει σαφές αποτέλεσμα και δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης, αρχίζει να δημιουργείται η επιφύλαξη ότι, ίσως η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, τελικά μετατεθεί ακόμη πιο πίσω. Αυτό βέβαια, αν επιβεβαιωθεί, θα είναι μία ακόμη αρνητική εξέλιξη.   Εκατόν οκτώ (108) από τις 134 εισηγμένες εταιρίες που δημοσίευσαν αποτελέσματα για τη χρήση του 2021, εμφάνισαν κέρδη. Ο αριθμός αυτός, είναι το 80,6% του συνόλου των εταιριών. Το ποσοστό αυτό είναι από τα υψηλότερα που έχουμε καταγράψει στα αρχεία μας, από το 1976 μέχρι σήμερα (δεν υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία για την κερδοφορία των εταιριών πριν από το 1976). Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι, η εξέλιξη του αριθμού των κερδοφόρων εταιριών στο Χρηματιστήριο, από το 2015 και μετά, αποδεικνύει αυτό που σταθερά υποστηρίζουμε: Από το 2016, η ελληνική οικονομία -και μαζί της και το Χρηματιστήριο- έχοντας ξεπεράσει την πρωτοφανή ύφεση που επέφερε η χρεοκοπία της χώρας, εισήλθαν σε ένα νέο μακροχρόνιο ιστορικό κύκλο. Με βάση τις εταιρίες που υφίστανται διαρκώς στο Χρηματιστήριο, από το 2015 έως και σήμερα (δεν υπολογίζονται αυτές που στο ενδιάμεσο έχουν διαγραφεί), κατά το 2015, οι κερδοφόρες εταιρίες ήταν 61 (από τις συνολικά 134 υφιστάμενες), ή το 45,5% του συνόλου. Το 2016 αυξήθηκαν σε 75 (55,6% του συνόλου). Το 2017 σε 77 (56,2%). Το 2018 σε 82 (59,9%). Το 2019 σε 92 (67,2%). Υποχώρησαν σε 83 (59,3% του συνόλου) κατά το 2020 (προφανώς λόγω της πανδημίας) και αυξήθηκαν σε 108 (80,6%) κατά το 2021. Αυτό, δείχνει μία σαφή ανοδική τάση, όχι μόνον για τις επιχειρήσεις, αλλά για την οικονομία, γενικότερα. (Δείτε τα στοιχεία, εδώ) ***** Όμως, η ανοδική αυτή τάση, δεν εμφανίστηκε στο Χρηματιστήριο, στο βαθμό που θα έπρεπε ή που θα μπορούσε να είχε εμφανιστεί. Το ελληνικό Χρηματιστήριο εμφανίζεται “άτυχο”, εδώ και πολλά χρόνια. Βρέθηκε στη δίνη μιας κρατικής και τραπεζικής χρεοκοπίας στα τέλη της δεκαετίας του 2000 και στην αρχή της δεκαετίας του 2010. Μέσα σ’ αυτή την αρνητική συγκυρία, “έχασε” όλη την ανοδική φάση της δεκαετίας του 2010. Και, κατά τα τελευταία χρόνια, ενώ είχαν τεθεί οι βάσεις για μία καλύτερη πορεία και για την ποιοτική ανάπτυξή του, “κτυπήθηκε” από την πανδημία, ενώ σήμερα, ζει τη συγκυρία μιας νέας οικονομικής περιπέτειας, που κατά τα φαινόμενα, μπορεί να είναι σοβαρή. Βέβαια, όλο αυτό το διάστημα, το κράτος, έχει αδιαφορήσει εντελώς για την πορεία του. Καμία πρόνοια για την ανάπτυξή του, καμία προσπάθεια για να δοθούν κίνητρα για την προσέλκυση νέων εταιριών, καμία κίνηση για τη θεσμική αναβάθμισή του. Όμως, με την αδιαφορία αυτή, τις ευκαιρίες δε τις χάνει μόνο το ελληνικό Χρηματιστήριο. Τις χάνει και η ελληνική οικονομία.   Γιατί απέτυχαν όλες οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό; Απέτυχαν επειδή, επί περισσότερο από δύο δεκαετίες, το φαινόμενο είχε σχεδόν εκλείψει από τις αναπτυγμένες οικονομίες, αλλά και από το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς οικονομίας γενικότερα. Παράλληλα, απέτυχαν επειδή, επί περισσότερα από δέκα χρόνια, οι κεντρικές τράπεζες, μέσα από την έκδοση τεράστιων ποσοτήτων χρημάτων, προσπαθούσαν να προκαλέσουν την αύξηση του πληθωρισμού στο 2,0% και δεν το κατάφερναν. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ήταν πολύ δύσκολο, για τον καθένα, να πιστέψει ότι, το φαινόμενο του πληθωρισμού, θα μπορούσε να επιστρέψει και μάλιστα με τέτοια ένταση. Παράλληλα, καθώς οι αγορές των ομολόγων επηρεάζονταν από τις κινήσεις και τις παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία τους, δε στάθηκαν ικανές να “δουν” την επερχόμενη απειλή. Έτσι, οι τιμές των μετοχών συνέχιζαν να “φουσκώνουν” μέχρι τις αρχές του τρέχοντος έτους, σε επίπεδα που, όλοι γνώριζαν ότι δύσκολα θα μπορούσαν να αιτιολογηθούν. ***** Ο 20ος αιώνας, χαρακτηρίζεται ως ο αιώνας με τον υψηλότερο πληθωρισμό, στη νομισματική ιστορία της ανθρωπότητας. Τα κυριότερα πληθωριστικά “επεισόδια κατά τη διάρκεια του αιώνα αυτού, ήταν δύο. Αυτό που ακολούθησε τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και επικράτησε κυρίως στην ευρωπαϊκή ήπειρο και το δεύτερο, το επεισόδιο της δεκαετίας του 1970. Ο πληθωρισμός της περιόδου του 1970, υπήρξε διεθνής και εξαπλώθηκε σε πολλές χώρες, άλλες για λίγα χρόνια και άλλες για περισσότερα. Η Ελλάδα, υπήρξε μια από τις χώρες που, λόγω των δομικών προβλημάτων της οικονομίας της, ταλαιπωρήθηκε από το φαινόμενο, για περισσότερες από δύο δεκαετίες (εδώ). ***** Ο πληθωρισμός είναι διεθνές φαινόμενο και εξαπλώνεται, κυρίως, μέσω του εμπορίου μεταξύ των οικονομιών και μέσω ολιγοπωλιακών σχέσεων που υφίστανται σε μερικά βασικά αγαθά (το πετρέλαιο και η ενέργεια, είναι μερικά από τα αγαθά αυτά). Αυτό εξηγεί και το γιατί σήμερα ο πληθωρισμός εξαπλώνεται σε διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, εξηγεί και το γιατί, τα επιτόκια, στις περισσότερες περιπτώσεις κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.   Ο αμερικανικός δείκτης Nasdaq, για πρώτη φορά στην ιστορία του, ξεπέρασε τις 12.000 μονάδες, στις 24/11/2020, μέσα στον ενθουσιασμό για την ανακάλυψη του εμβολίου κατά της πανδημίας. Έφτασε στις 16.057 μονάδες, στο ιστορικό ψηλότερο κλείσιμό του, ένα χρόνο αργότερα, στις 19/11/2021.Στη συνέχεια, χρειάστηκαν 6 μήνες, για να υποχωρήσει κάτω από τις 12.000 και να κλείσει (στις 19/5/2022) στις 11.388  μονάδες. Ούτε η άνοδος ήταν υγιής, αφού ήταν “οργασμική” και, τέτοια άνοδος, συνήθως συμβαίνει στο τελευταίο στάδιο μιας έντονα ανοδικής αγοράς, αλλά ούτε και η πτώση του, αφού συμβαίνει μέσα σε κλίμα ανησυχίας ή και φόβου. Δε μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιό σημείο θα “προσγειωθεί” ο δείκτης, όταν και αυτή η φάση θα έχει τελειώσει. Γνωρίζουμε όμως ότι ο Nasdaq είναι ένας πάρα πολύ “επιθετικός” δείκτης, ήδη από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του (Φεβρουάριος 1971). Θα το διαπιστώσετε διαβάζοντας τη μελέτη του κύριου θέματός μας (σελίδα 8). Ο συγκεκριμένος δείκτης, πάντα κινείται πολύ πιο επιθετικά σε σχέση με τους άλλους δύο μεγάλους αμερικανικούς δείκτες (Dow Jones και S&P-500). Το στοιχείο αυτό, καθ’ όσον μάλιστα αποδεικνύεται και με ιστορικά στοιχεία, θα μπορούσε να είναι πολύ χρήσιμο για τους επενδυτές που δραστηριοποιούνται, ή που σκοπεύουν -στο μέλλον βέβαια- να ασχοληθούν με τις αμερικανικές αγορές και μετοχές. ***** Με βάση μελέτη που δημοσίευσε η εφημερίδα Wall Street Journal, από το 13,7% της πτώσης του δείκτη S&P από την αρχή του 2022, το 6,82%, οφείλεται στην πτώση 8 μεγάλων μετοχών, που, στην αρχή του έτους, αποτελούσαν το 25% της κεφαλαιοποίησης του δείκτη:: Microsoft (-1,21%), Apple (-1,15%), Amazon (-1,14%), Alphabet (-0.79%), Meta Platforms (-0.74%), Tesla (-0.68%), Nividia (-0.67%) και Netflix (-0,44%). Το υπόλοιπο 6,92% της πτώσης, οφείλεται στις μεταβολές των υπολοίπων 492 μετοχών. ***** Πρόσφατα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσίευσε την ετήσια έκθεση της για το 2021. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα έκδοση, με πολλά στατιστικά στοιχεία, όχι μόνο για το Χρηματιστήριο, αλλά για την οικονομία και τον ευρύτερο τομέα της Κεφαλαιαγοράς. Κατεβάστε την και κρατήστε την στο αρχείο σας. (εδώ)     Όπως κάνουμε κάθε τρίμηνο, δημοσιεύουμε την τακτική μελέτη μας για τα στατιστικά στοιχεία και τα χαρτοφυλάκια των Αμοιβαίων Κεφαλαίων, σε ξεχωριστό τεύχος, που συνοδεύει το παρόν τεύχος του ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ. Μπορείτε να το διαβάσετε είτε σε ιστοσελίδες (εδώ), είτε σε μορφή flipbook (εδώ). Εφ’ όσον είστε συνδρομητής, για να συνδεθείτε, ως κωδικό  χρησιμοποιήστε το email σας. Δώστε προσοχή στις εταιρίες που τα Αμοιβαία Κεφάλαια εμφανίζονται να διακρατούν υψηλό ποσοστό των μετοχών τους, καθώς και σ’ αυτά που αυξάνουν τις θέσεις τους.       Επιστροφή στα περιεχόμενα, εδώ