Από τις σελίδες της ιστορίας: Οι 5 παλαιότερες εταιρίες του Χρηματιστηρίου

29 Νοεμβρίου 2020, 17:17 | Ιστορία Χρηματιστηρίου

Από τις σελίδες της ιστορίας: Οι 5 παλαιότερες εταιρίες του Χρηματιστηρίου

Το παρόν άρθρο, αποτελεί τμήμα της ύλης του τεύχους 211 (Δεκέμβριος 2019) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ - Δείτε το τεύχος σε μορφή flipbook εδώ.

 

 

 

 

 


Από τις σελίδες της ιστορίας
Οι 5 παλαιότερες εταιρίες του Χρηματιστηρίου

Η οικονομική κρίση και ο νόμος για της “δημόσιες προτάσεις” αποδεκάτισαν τις ετεαιρίες του Χρηματιστηρίου. Σήμερα, οι παλιές εταιρίες της χώρας, κάποτε πανίσχυρες, έχουν εξαφανιστεί. Μόλις 5, από τις 88 εισηγμένες εταιρίες του Χρηματιστηρίου εισήχθησαν πριν από το 1925. Ας θυμηθούμε μερικά στοιχεία γι’ αυτές.

 

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος - Εισαγωγή στο ΧΑΑ: 2/5/1880 (1η εταιρία που εισήχθη στο ΧΑΑ)

Ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1841, βάσει του νόμου 30-3-1841 (ΦΕΚ 6/30-3-1841), με μετοχικό κεφάλαιο 5 εκατομμύρια δραχμές, το οποίο διαιρέθηκε σε 5.000 μετοχές των 1.000 δραχμών. Οι πρώτοι μεγάλοι μέτοχοι της Τράπεζας ήταν το Ελληνικό Δημόσιο με 1.000 μετοχές, ο Νικόλας Ζωσιμάς με 500 μετοχές, ο Ιωάννης – Γαβριήλ Εϋνάρδος (Ελβετός φιλέλληνας) με 300, ο βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας με 200, ο Κωνσταντίνος Βράνης με 150, ο Θεόδωρος Ράλλης με 100, οι τραπεζίτες Rothschild κ.ά.

Η ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας έγινε στα πλαίσια των προσπαθειών του Κράτους για την ίδρυση ενός τραπεζικού οργανισμού ο οποίος θα είχε “μικτό” χαρακτήρα, πρακτική συνηθισμένη σε διεθνές επίπεδο κατά την εποχή εκείνη. Δηλαδή, αφ' ενός μεν θα λειτουργούσε ως εμπορική τράπεζα και αφ' ετέρου θα αναλάμβανε την έκδοση και την κυκλοφορία των ελληνικών τραπεζογραμματίων (εκδοτικό προνόμιο) τα οποία θα ήταν καλυμμένα με το πολύτιμο μέταλλο που αντιπροσώπευαν. Η Τράπεζα ίδρυσε ευρύ δίκτυο καταστημάτων και έως και τα τέλη του 19ου αιώνα, ουσιαστικά υπήρξε η μόνη μεγάλη τραπεζική επιχείρηση στην ελληνική επικράτεια, η οποία λειτουργούσε συγχρόνως ως εκδοτική, εμπορική, κτηματική και προεξοφλητική τράπεζα, μία αναγκαστική λύση που ανταποκρίνονταν στην τότε εμβρυώδη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Ουσιαστικά, η Τράπεζα αποτέλεσε τον κύριο φορέα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά το 19ο αιώνα και έως την περίοδο του μεσοπολέμου. Παρά τον ιδιωτικό της χαρακτήρα, από την ίδρυσή της πήρε  το χαρακτήρα κοινωφελούς οργανισμού, που ελεγχόταν έμμεσα από το Κράτος και συνέβαλλε στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δε διέθετε ανεξαρτησία στην άσκηση επιχειρηματικής πολιτικής.

Με σειρά νόμων και συμβάσεων με το κράτος, το πεδίο δράσης της Εθνικής διευρύνθηκε και αναπτύχθηκε σταδιακά προς πολλές κατευθύνσεις, εξέλιξη που ανάπτυξε το δημόσιο ρόλο της. Η Εθνική Τράπεζα συμμετείχε στο μετοχικό κεφάλαιο πολλών των "στρατηγικού χαρακτήρα" επιχειρήσεων που δημιούργησε το Κράτος για την ανάπτυξη ή και την προστασία διαφόρων τομέων της οικονομίας. Με την ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος το 1927, διεκόπη το εκδοτικό προνόμιό της. Όμως, ένα μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής προσπάθειας και  πολιτικής της ελληνικής οικονομίας εξακολούθησε να βασίζεται σ’ αυτή. Καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της Τράπεζας, η μετοχή της υπήρξε μία από τις κυριότερες του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και στο μεγαλύτερο διάστημα, αυτή με την υψηλότερη κεφαλαιοποίηση. Η μετοχή της Τράπεζας ουδέποτε διαπραγματεύθηκε σε επίσημη χρηματιστηριακή αγορά του εξωτερικού κατά την περίοδο έως και το 1990. Εισήχθηκε για διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (18-10-1999).

Τιτάν Ανώνυμη Εταιρία Τσιμέντων - Εισαγωγή στο Χρηματιστήριο την 22/2/1912 (45η).

Ιδρύθηκε το 1911, στην Αθήνα (Σταδίου 33), από τους Νικόλαο Κανελλόπουλο, Αλέξανδρο Ζαχαρίου, Λεόντιο Οικονομίδη και άλλους επιχειρηματίες. Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο ήταν 2.000.000 δραχμές, ενώ υπήρξαν πολλές αυξήσεις στα χρόνια που ακολούθησαν. Η εταιρία έχει τις ρίζες της στην ετερρόρυθμη “Εταιρεία Παραγωγής Τσιμέντων Χατζηκυριάκος, Ζαχαρίου και Σία” η οποία ιδρύθηκε από τους Ανδρέα Χατζηκυριάκο, Νικόλαο Χατζηκυριάκο, Λεόντιο Οικονομίδη, Νικόλαο Κανελλόπουλο και Αλέξανδρο Ζαχαρίου, όλη μέλη του “κύκλου της Ζυρίχης”. Ως εμπορικό σήμα του τσιμεντοποιείου επιλέχθηκε η λέξη “Τιτάν”. Οι εγκαταστάσεις της εταιρίας ανεγέρθηκαν στην Ελευσίνα. Το 1906, τη διεύθυνση της εταιρίας ανέλαβε ο Ν. Κανελλόπουλος. Το 1910, μετά από διαφωνία, αποχώρησε ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ο οποίος τον επόμενο χρόνο ίδρυσε την “ΑΓΕΤ Ηρακλής”. Το 1911 η εταιρία μετατράπηκε σε Ανώνυμη με την επωνυμία Ανώνυμη Εταιρία Τσιμένων “Ο Τιτάν”. Το 1924 το εργοστάσιο Ελευσίνας ηλεκτροδοτήθηκε με ιδιοπαραγωγή ρεύματος. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, ξεκίνησε μία έντονα ανοδική πορεία για την εταιρία. Το 1933 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες εξαγωγές τσιμέντου. Το 1937 έγινε γενική ανακαίνιση του εργοστασίου Ελευσίνας με εγκατάσταση περιστροφικών κλιβάνων. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι δραστηριότητες της Τιτάν διακόπηκαν. Την περίοδο 1951-1957 η παραγωγή του εργοστασίου Ελευσίνας αυξήθηκε κατακόρυφα, με συνεχή διεύρυνση των εξαγωγών (αντιπροσώπευαν το 52% των πωλήσεων) και με την παραγωγή του λευκού τσιμέντου. Το 1962 λειτούργησε το δεύτερο εργοστάσιο στη Νέα Ευκαρπία Θεσσαλονίκης. Το 1968 λειτούργησε το τρίτο εργοστάσιο στο Δρέπανο Αχαΐας. Το 1976 λειτούργησε το τέταρτο εργοστάσιο στο Καμάρι Βοιωτίας. Το 1978 ιδρύθηκε η Ιντερμπετόν Δομικά Υλικά (παραγωγή, μεταφορά και εμπορία ετοίμου σκυροδέματος). Το 1979 λειτούργησαν οι πρώτοι σταθμοί αποθήκευσης στο εξωτερικό (Τζέντα, Σαουδικής Αραβίας και Αλεξάνδρεια Αιγύπτου). Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίες του 1980, η εταιρία επηρεάστηκε από την οικονομική ύφεση. Απέναντι σ' αυτή την κατάσταση προχώρησε σε αναδιοργάνωση, μεγαλύτερη καθετοποίηση και μεταβολή στρατηγικής, προσανατολιζόμενη προς τις αγορές του εξωτερικού. Το 1985 πραγματοποιήθηκαν εξαγωγές στις ΗΠΑ. Το 1988 ιδρύθηκε σταθμός διανομής στο Port Newark, New Jersey των ΗΠΑ και τα επόμενα χρόνια σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Το 1992 η εταιρία απέκτησε τον έλεγχο τσιμεντοβιομηχανίας στις ΗΠΑ (Roanoke). Κατά την περίοδο 1998 – 2008 απέκτησε μονάδες στη Βουλγαρία, στη FYROM, στην Αίγυπτο, στη Σερβία, στην Αλβανία, στην Τουρκία, στη Virginia και στη Florida των ΗΠΑ. Πρόκειται για μία εντυπωσιακή επέκταση η οποία δίνει στην “Τιτάν” τις διαστάσεις μίας μεγάλης πολυεθνικής εταιρίας.

 

 

Τράπεζα Πειραιώς ΑΕ - Εισαγωγή στο ΧΑΑ: 17/1/1918   (60η εταιρία)

Ιδρύθηκε το 1916, στον Πειραιά (Πλατεία Θεμιστοκλέους), με την αρχική επωνυμία “Τράπεζα Πειραιώς – Εμπορίου, Βιομηχανίας και Ναυτιλίας”. Αμέσως μετά την ίδρυσή της, ίδρυσε υποκατάστημα στην Αθήνα (στη γωνία των οδών Σταδίου και Κοραή). Ιδρύθηκε από ομάδα επιχειρηματιών που διεπίστωσαν την έλλειψη ενός τραπεζικού ιδρύματος στην πόλη του Πειραιά σε μία εποχή που η περιοχή αναπτύσσονταν με υψηλότατους ρυθμούς. Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο έφθανε στα 3.000.000 δραχμές, και συμμετείχαν κυρίως εφοπλιστές. Από τα πρώτα έργα της Τράπεζας Πειραιώς ήταν η ανέγερση συγκροτήματος Αποθηκών στον Πειραιά και η ίδρυση της ασφαλιστικής εταιρίας "Γενικαί Ασφάλειαι της Ελλάδος”

Το 1962 εξαγοράσθηκε από την Εμπορική Τράπεζα, ενώ –μαζί με την Εμπορική- πέρασε υπό κρατικό έλεγχο το 1975. Στα επόμενα χρόνια η πορεία των οικονομικών της μεγεθών ήταν φθίνουσα. Το 1991 ιδιωτικοποιήθηκε (μία από τις πρώτες ιδιωτικοποιήσεις της δεκαετίας του 1990) και εξαγοράσθηκε από ομάδα επιχειρηματιών υπό τον Μιχάλη Σάλλα. Από τότε παρουσίασε συνεχή και ταχεία ανάπτυξη εργασιών, μεγεθών και δραστηριοτήτων. Αύξησε εντυπωσιακά το μέγεθός της μέσω μίας σειράς εξαγορών και συγχωνεύσεων: των εργασιών στην Ελλάδα της Chase Manhattan (1998), της Τράπεζας Μακεδονίας Θράκης (1998), της εξειδικευμένης Τράπεζας Credit Lyonnais Hellas (1998), της Τράπεζας Χίου (1999) των εργασιών της National Westminster Bank PLC στην Ελλάδα (1999), και της ETBAbank (2002). Το 2002 η Τράπεζα ανέπτυξε μακροχρόνια στρατηγική συνεργασία με τον τραπεζοασφαλιστικό Όμιλο ING. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Τράπεζα υλοποίησε στρατηγική επέκτασής στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Ανατολικής Μεσογείου, μέσω της ίδρυσης νέων θυγατρικών τραπεζών ή εξαγοράς υφιστάμενων στην Κύπρο (2007) και στις χώρες Αλβανία, Βουλγαρία (2005), Σερβία (2005), Αίγυπτο (2005), Ουκρανία (2007).

REDS Α.Ε. Ανάπτυξης Ακινήτων & Υπηρεσιών - Εισαγωγή στο ΧΑΑ: 5/8/1920 (70η)

Ιδρύθηκε το 1918 στην Αθήνα, με την ονομασία “Ανδρέας Π. Καμπάς - Εταιρία προς Κατεργασίαν Προϊόντων της Αμπέλου”, με μετοχικό κεφάλαιο 6.000.000 δραχμές (60.000 μετοχές). Πριν από τη μετατροπή της σε ΑΕ (1918), η εταιρία λειτουργούσε με τους ίδιους μετόχους, ως κοινή εταιρία, από το 1882. Ο σκοπός της ήταν η εμπορία των προϊόντων της αμπέλου δια της κατασκευής οίνου, αποστάγματος (κονιάκ) και πνευματωδών ποτών. Το 1932 ο έλεγχος της εταιρίας περιήλθε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Το 1991, η πλειοψηφία των μετοχών (67%) εξαγοράσθηκε από την εταιρία “Ι. Μπουτάρης & Υιός Holding AE” η οποία είχε στόχο να εκμεταλλευθεί τη μεγάλη ακίνητη περιουσία της στα Μεσόγεια Αττικής. Παράλληλα η δραστηριοποίησή της επεκτάθηκε και στον τομέα της εμπορίας της μπύρας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, η εταιρία μπήκε σε μία φάση ζημιογόνων χρήσεων, με αποτέλεσμα, το 1997, το 67% των μετοχών της να πουληθεί στη “Μεσογαία Holding ΑΕ”. Τελικά, μέσα από συγχωνεύσεις και απορροφήσεις, το έτος 2000 κατέληξε στον όμιλο της Ελληνικής Τεχνοδομικής (νυν Ελλάκτωρ) και από το 1999 άλλαξε σκοπό και μετατράπηκε σε εταιρία εκμετάλλευσης ακινήτων και το 2003 άλλαξε την ονομασία της στη σημερινή. Σταδιακά, η εταιρία εμπλούτισε το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της, το οποίο και εκμεταλλεύεται με σύγχρονες μεθόδους.

 

Attica AE Συμμετοχών - Εισαγωγή στο ΧΑΑ: 12/5/1924 - (82η)

Ιδρύθηκε το 1918 με την επωνυμία "Ανώνυμη Γενική Εταιρία Εμπορίου και Βιομηχανίας της Ελλάδος" με αρχικό κεφάλαιο 15.000.000 δραχμές. Ιδρυτές της ήταν η “Αν. Εταιρία Οινοπνευματοποιίας”, η “Πειραϊκή Βαμβακελαιουργία” και ομάδα επιχειρηματιών, μεταξύ των οποίων οι Γεώργιος Στρίγκος, Αντώνης Πετρόχειλος και Σ. Κοέν, οι οποίοι έκαναν μεγαλεπίβολα σχέδια για τη δημιουργία ενός ομίλου εξαγωγικών βιομηχανιών. Κατά την ίδρυσή της, εισφέρθηκαν από τους ιδρυτές της, ένα υφαντουργείο (στο Νέο Φάληρο), δύο εργοστάσια χημικών (στο Νέο Φάληρο και στην Ελευσίνα), ένα βαμβακελαιουργείο (στον Πειραιά), ένα μηχανικό υποδηματοποιείο (στην Αθήνα) και ένα μηχανικό ελαιουργείο (στην Ελευσίνα). Η εταιρία σχεδίασε την κατασκευή ενός μεγάλου παραλιακού κυλινδρόμυλου στον Πειραιά, εξέλιξη που θα μείωνε την πρόσθετη δαπάνη μεταφοράς από το εργοστάσιο στον τόπο φόρτωσης. Όμως, διάφορες συγκυρίες κατά την παραγγελία των μηχανημάτων από τη Γερμανία, την οδήγησε σε οικονομικές απώλειες και σε ματαίωση του  σχεδίου. Μετά το 1923 η εταιρία αντιμετώπισε προβλήματα και αυτό την ανάγκασε να κλείσει ή να πουλήσει μερικά από τα εργοστάσιά της. Το 1926 απέκτησε δύο κυλινδρόμυλους, μετονομάσθηκε σε "Κυλινδρόμυλοι Αττικής ΑΕ" στις 3/2/1926 και δραστηριοποιήθηκε στην παραγωγή και στην εμπορία αλεύρων. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 η εταιρία πέρασε στον έλεγχο της οικογένειας Λιανού, ενώ το 1967 πέρασε στον έλεγχο της "Μύλοι Αγίου Γεωργίου ΑΕ". Σταδιακά περιόρισε τη δραστηριότητά της. Το 1992 εξαγοράσθηκε από ομάδα επιχειρηματιών με επικεφαλής τον Περικλή Παναγόπουλο. Μετονομάσθηκε σε "Επιχειρήσεις Αττικής ΑΕ" και μετέπειτα σε "Επιχειρήσεις Αττικής Α.Ε. Συμμετοχών". Σταδιακά επικεντρώθηκε στις διεθνείς γραμμές και πρωτοπόρησε στη δρομολόγηση μεγάλων, σύγχρονων και γρήγορων πλοίων (Superfast Ferries) στις γραμμές Ελλάδας - Ιταλίας. Το 1999 εξαγόρασε ποσοστό ελέγχου της "Γραμμές Στρίντζη Ναυτιλιακή ΑΕ". Το 2001 οι δραστηριότητές της επεκτάθηκαν στη Βαλτική Θάλασσα και αργότερα στη Βόρειο Θάλασσα. Το 2004 μετονομάσθηκε σε "Attica Group AE". Το 2007 η εταιρία πέρασε στον έλεγχο της Marfin Investment Group. Το 2008 μετονομάσθηκε σε Attica ΑΕ Συμμετοχών, ενώ την ίδια χρονιά αποφάσισε την απορρόφηση (δια συγχωνεύσεως) της θυγατρικής της Blue Star Ferries AE.