Τι να κάνουμε τα λεφτά μας;

18 Δεκεμβρίου 2020, 10:28 | Η Άποψη των ΜΜΕ

Περίεργη ερώτηση μέσα σε πανδημία με λουκέτο στις περισσότερες επιχειρήσεις, αβεβαιότητα για το μέλλον του εισοδήματός μας, της ανεργίας, του πληθωρισμού και της παγκόσμιας οικονομίας.

Κι όμως. Το λουκέτο στις επιχειρήσεις και το κλείδωμα στο σπίτι μας περιορίζουν τα έξοδα: ούτε ταβερνούλα, ούτε ποτάκι, ή ταξιδάκι για να ξεδώσουμε. Η αβεβαιότητα για το μέλλον έρχεται ως πρόσθετος παράγοντας μείωσης εξόδων, ακόμη και σε πράγματα που είναι διαθέσιμα. Τα επιδόματα και την οικονομική στήριξη που δεν θα είχαμε διαφορετικά πρέπει επίσης να τα κατανείμουμε με κάποιον τρόπο σε κατανάλωση, αποταμίευση ή εξυπηρέτηση χρεών. Να τα αντιμετωπίσουμε όπως και το σύνηθες εισόδημα από την εργασία μας, ακόμη κι αν αυτά είναι ευκαιριακά και πιθανότατα αντιστρέψιμα μέσω μελλοντικών φόρων;

Μέσα σε μια πανδημία, είναι ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη να αποφασίσουμε τι να κάνουμε με ότι υπάρχει ή προστίθεται στον λογαριασμό μας. Οι τρέχουσες μελέτες δείχνουν ότι διεθνώς τα νοικοκυριά στην πανδημία μειώνουν την κατανάλωσή τους σε διαρκή και σε εφήμερα αγαθά, καθυστερούν τις πληρωμές λογαριασμών και δανείων και αυξάνουν την αποταμίευσή τους. Όταν τους δίνονται επιδόματα, τα ξοδεύουν κυρίως σε τρόφιμα και άλλα απαραίτητα αγαθά, αλλά δεν αγοράζουν έπιπλα, συσκευές ή άλλα διαρκή αγαθά. Παράλληλα, χρησιμοποιούν επιδόματα για να ξεπληρώσουν χρέη. Σε ξένες χώρες αλλά και στη χώρα μας, οι καταθέσεις αυξάνονται.

Αντίθετα, όμως, με άλλες χώρες, οι Έλληνες τείνουμε να βάζουμε όλα τα ρευστά μας είτε κάτω από το στρώμα είτε σε τραπεζικές καταθέσεις. Τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν (μαζί με τους Λεττονούς) το μικρότερο ποσοστό συμμετοχής σε μετοχές, απευθείας ή μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων, σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Η συμμετοχή σε μετοχές των Γάλλων, Ιρλανδών και Ισπανών είναι δεκαπλάσια, της Κύπρου 15πλάσια και της Φινλανδίας πάνω από εικοσαπλάσια. Κι αυτό σε μια δεκαετία που τα τραπεζικά επιτόκια είναι στην ουσία μηδενικά και που αναμένεται να συνεχίσουν έτσι για μεγάλο διάστημα. Ενθουσιαστήκαμε στα τέλη της δεκαετίας με την φούσκα στο χρηματιστήριο, επενδύσαμε μικροί και μεγάλοι στις μετοχές, έσκασε η φούσκα και μαζί ξεφούσκωσε όλο μας το ενδιαφέρον για τις αναμενόμενες αποδόσεις που το χρηματιστήριο μπορεί να προσφέρει.

Δεν είναι ανεξήγητο αυτό. Η διεθνής βιβλιογραφία έχει δείξει πρόσφατα ότι οι εμπειρίες των νοικοκυριών με το χρηματιστήριο, ιδιαίτερα σε περιόδους της ζωής τους που διαμορφώνουν την αντίληψή τους για το οικονομικό περιβάλλον, επηρεάζουν τη μελλοντική τους συμπεριφορά σε βάθος χρόνου. Έχει επίσης δείξει ότι η εμπιστοσύνη είναι καθοριστικός παράγων στην συμμετοχή νοικοκυριών στο χρηματιστήριο. Οι φούσκες και η δημοσιότητα σκανδάλων χειραγώγησης της χρηματαγοράς δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη, αλλά κάνουν την εμπειρία ακόμη πιο τραυματική. Η αποχή από το χρηματιστήριο δεν είναι αδικαιολόγητη ή ανεξήγητη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και σωστή, με βάση το γεγονός ότι σε βάθος χρόνου (π.χ. 30ετίας) η επένδυση σε ένα χαρτοφυλάκιο μετοχών με διεθνή  σύνθεση και διαφοροποίηση κινδύνου αποδίδει σημαντικά, με βάση την ιστορική εμπειρία.

Τι θα κάνουμε λοιπόν; Θα φορέσουμε τη μάσκα μας και θα πάμε να «παίξουμε» (!) στο χρηματιστήριο παρά την αβεβαιότητα της πανδημίας; Αν κοιτάξουμε την Γερμανία και ιδιαίτερα τους νέους σήμερα, δεν θα είμαστε οι μόνοι! ‘Όμως, στις ΗΠΑ ο μεγαλύτερος παράγων που έφερε τα νοικοκυριά στο χρηματιστήριο τα τελευταία 30 χρόνια ήταν η ανάπτυξη ιδιωτικών συνταξιοδοτικών λογαριασμών, με αποτέλεσμα το 50% των νοικοκυριών να έχουν κάποιες μετοχές, είτε απευθείας, είτε μέσα σε αμοιβαία κεφάλαια, είτε μέσα σε συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς. Το κράτος ενθαρρύνει την αποταμίευση αυτή με την εξαίρεσή της από τους τρέχοντες φόρους, όχι για να δημιουργήσει «τζογαδόρους» αλλά για να ενδυναμώσει τα νοικοκυριά στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, που μειώνει το αναμενόμενο επίπεδο σύνταξης μέσω των κοινωνικών ασφαλίσεων. Το 2017, μόνο 0,3% των ελληνικών νοικοκυριών είχαν ιδιωτικό συνταξιοδοτικό σχέδιο, ενώ ή μέση συμμετοχή στην Ευρωζώνη ήταν 95 φορές μεγαλύτερη (28,4%). Στη Νορβηγία και Σουηδία, τα ποσοστά των νοικοκυριών που μετέχουν στο χρηματιστήριο βρίσκονται στο 60% και 70%, ενθαρρυμένα από τα συνταξιοδοτικά συστήματα. Η Σουηδική κυβέρνηση απαιτεί από τα νοικοκυριά να επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια ακόμη και μέρος των εισφορών τους στις κοινωνικές ασφαλίσεις (!) με μεγάλη δυνατότητα επιλογής αλλά και αυτόματες λύσεις για αυτούς που δυσκολεύονται. Τον ίδιο καιρό, εμείς βάζουμε ό,τι χρήματα έχουμε στην τράπεζα με μηδενικό επιτόκιο ή κάτω από το στρώμα μας με κίνδυνο κλοπής.

Φορώντας τη μάσκα, τα γυαλιά μας θαμπώνουν. Πέρα από το τέλος της κρίσης του κορωνοϊού, που όλοι ευχόμαστε, υπάρχει η υπόλοιπη ζωή μας και τα χρόνια της σύνταξης. Όσο πιο νέοι είμαστε, τόσο περισσότερα έχουμε να κερδίσουμε αποταμιεύοντας εγκαίρως και με απόδοση. Όσο μεγαλύτεροι είμαστε, τόσο μικρότερο περιθώριο έχουμε για άγονη αποταμίευση. Τα χαμηλά επιτόκια  της κρίσης  δεν πρέπει να σκοτώσουν τις προοπτικές μιας αξιοπρεπούς μελλοντικής ζωής. Τα διεθνώς διαφοροποιημένα συνταξιοδοτικά σχέδια μπορούν να αναπτυχθούν, ιδιαίτερα με τις προοπτικές της ευρωπαϊκής διασύνδεσης κεφαλαιαγορών. Αλλά αυτό χρειάζεται εκπαίδευση, καθοδήγηση και κρατικά φορολογικά κίνητρα.

 

 

Μιχάλης Χαλιάσος

Πηγή:  moneyreview.gr