Τι έκανε ο Τραμπ σε οικονομία, μετοχές και εμπόριο

20 Ιανουαρίου 2021, 17:17 | Διεθνής Πολιτική

Τι έκανε ο Τραμπ σε οικονομία, μετοχές και εμπόριο

Η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ έλαβε και επίσημα τέλος, με τον 74χρονο Ρεπουμπλικανό να αποχωρεί από τον Λευκό Οίκο μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης. Τέσσερα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μεγιστάνας του real estate βρέθηκε επανειλημμένως στο στόχαστρο εχθρών και φίλων για τη -κατά γενική ομολογία- παράδοξη και αντισυμβατική φύση των επιλογών του.

Ας δούμε όμως, ποια είναι η πραγματική «παρακαταθήκη» του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική οικονομία. Εν ολίγοις, τι ακριβώς έγινε από το 2016 έως το 2020 και πώς επηρεάστηκαν ΑΕΠ, χρηματιστήριο, αγορά εργασίας και εμπόριο.

Φυσικά, στα παρακάτω στοιχεία σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν η έλευση και η επίδραση της πανδημίας του κορωνοϊού, η οποία επί της ουσίας εξάλειψε ένας μέρος της προόδου της αμερικανικής οικονομίας από το 2016 έως το 2019. 

ΑΕΠ

Μέχρι και την εκδήλωση της πανδημίας, η οικονομία των ΗΠΑ τα πήγαινε πραγματικά καλά, καταγράφοντας καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τις επιδόσεις της περιόδου Ομπάμα. Ωστόσο, το β’ τρίμηνο του 2020, το αμερικανικό ΑΕΠ δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα, το οποίο προς το παρόν δεν έχει ανακτηθεί στο σύνολό του.

Παρά το γεγονός ότι η οικονομία «έτρεξε» με 33% στο γ’ τρίμηνο του 2020 -μετά την πτώση «βουτιά» – ρεκόρ του β’ τριμήνου- η οικονομική δραστηριότητα δεν έχει επιστρέψει ακόμη στα προ-κρίσης επίπεδα, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται περισσότερο στην αγορά εργασίας. 

Wall Street

Η προεδρία Τραμπ συνέπεσε με την εκτίναξη της αξίας των αμερικανικών μετοχών, με τους δείκτες της Wall Street να καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Μάλιστα, η ανοδική τάση δεν ανακόπηκε ούτε την περίοδο της πανδημίας, καθώς με εξαίρεση το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου, η ανοδική πορεία διατηρήθηκε αμετάβλητη.

Σ’ αυτό σημαίνοντα ρόλο διαδραμάτισε η συντονισμένη δράση κυβέρνησης και κεντρικής τράπεζας για την υιοθέτηση διευκολυντικών δημοσιονομικών και νομισματικών, αντίστοιχα, μέτρων στήριξης, τα οποία παρείχαν σημαντική ώθηση στις μετοχές των εισηγμένων του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. 

Ανεργία

Λίγο πριν την πανδημία του κορωνοϊού, ο Τραμπ μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι η αμερικανική αγορά εργασίας διέθετε το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας των τελευταίων πέντε ετών (3,5% τον Φεβρουάριο). Μέχρι και πριν την υγειονομική κρίση, είχαν δημιουργηθεί 6,4 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας -αριθμός ωστόσο μικρότερος σε σχέση με τα τελευταία τρία χρόνια της θητείας του Μπαράκ Ομπάμα (7 εκατ. θέσεις εργασίας).

Κατά την πανδημική κρίση, ο δείκτης ανεργίας εκτινάχθηκε στο 14,7% (Απρίλιος του 2020), το υψηλότερο επίπεδο από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ‘30, ενώ χάθηκαν περισσότερες από 20 εκατ. θέσεις εργασίας. Έκτοτε, η ανεργία έχει υποχωρήσει σημαντικά στο 7,9%, ενώ έχουν ανακτηθεί περσσότερες από τις μισές χαμένες θέσεις εργασίας του διμήνου Μαρτίου – Απριλίου.

Μισθοί

Το ύψος των πραγματικών αποδοχών των εργαζόμενων (προσαρμοσμένων στον πληθωρισμό) διατηρούταν σε σταθερά ανοδική τροχιά κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών της προεδρίας Τραμπ (2016 – 2019). Ενδεικτικά, τον Φεβρουάριο του 2019, βρισκόταν στο +2,1% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2018.

Ωστόσο, η κατάσταση άλλαξε άρδην την περίοδο του κορωνοϊού, ως απόρροια της βαθιάς ύφεσης και της ελεύθερης πτώσης της κερδοφορίας των αμερικανικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, με την σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, οι μισθοί των Αμερικανών έχουν αρχίσει να αποκαθίστανται, απέχοντας όμως από τα προ-κρίσης επίπεδα.

Φτώχεια

Σύμφωνα με τα επίσημα κυβερνητικά στοιχεία, το 2019 το ποσοστό φτώχειας είχε διολισθήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από τα τέλη της δεκαετίας του ‘50, ενώ είχε καταγράψει την υψηλότερη ετήσια πτώση από το 1966. Τα στοιχεία για το 2020, τα οποία αφορούν και την περίοδο του κορωνοϊού, δεν έχουν καταστεί ακόμη διαθέσιμα, αλλά οι αναλυτές αναμένουν σημαντική αύξηση, λόγω της οικονομικής ύφεσης και της εκτίναξης της ανεργίας.

Eμπόριο

Το μότο «Η Αμερική Πρώτα» επέφερε επί Ντόναλντ Τραμπ μια άρδην αλλαγή της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής, με την επιβολή δασμών σε μια σειρά παραδοσιακών εμπορικών εταίρων της Ουάσιγκτον, όπως για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αποτέλεσμα ήταν το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ να εισπράξει το 2019 δασμούς, συνολικού ύψους 79 δισ. δολαρίων, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων πολλών δεκαετιών. Ωστόσο, σύμφωνα με διάφορες μελέτες, το συγκεκριμένο ποσό δεν επιβάρυνε μόνο τις ξένες επιχειρήσεις, αλλά κυρίως τα αμερικανικά νοικοκυριά, τα οποία κλήθηκαν να «χρηματοδοτήσουν» ένα μεγάλο μέρος αυτών των δασμών.

Για παράδειγμα, ένα μέσο νοικοκυριό εκτιμάται ότι κατέβαλε έως και 1.000 δολάρια ετησίως σε δασμούς, μέσω της αύξησης των τιμών σε μια σειρά εισαγόμενων αγαθών.

 

Πηγή: moneyreview.gr