“Ξεκαθάρισμα” της εικόνας, μετά τη φυσιολογική διόρθωση του Ιανουαρίου

08 Φεβρουαρίου 2021, 07:55 | Χ&Α - 225

“Ξεκαθάρισμα” της εικόνας, μετά τη φυσιολογική διόρθωση του Ιανουαρίου

Όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή του προηγούμενου τμήματος (εδώ), με την πτώση της κατά το μήνα Ιανουάριο, “η αγορά λειτούργησε φυσιολογικά”.

Είναι φυσιολογικό να υπάρχει μία διόρθωση (ευτυχώς, περιορίστηκε στο -9,6%, μετά από μία άνοδο της τάξης του +39,8%.

Είναι επίσης φυσιολογικό να υπάρχει μία διόρθωση όταν, ο κύριος λόγος πάνω στον οποίο βασίστηκε η προηγούμενη άνοδος (ο εμβολιασμός του πληθυσμού), είτε ακυρώθηκε (εν μέρει), είτε καθυστερεί.

Παράλληλα, η επιμήκυνση των περιοριστικών μέτρων, θα έχει επιδράσεις στα αποτελέσματα πολλών εταιριών, τόσο για το 2020, όσο και για το 2021, εξέλιξη που φυσιολογικά περιορίζει -πρόσκαιρα- την ανοδική διάθεση της αγοράς.

Βέβαια, αυτά που εκ των υστέρων χαρακτηρίζονται ως “φυσιολογικά”, είναι δύσκολο να αξιολογηθούν ως τέτοια, κατά τη στιγμή που συμβαίνουν.

Από την πλευρά μας, τις μέρες που συνέβαιναν όλα αυτά και όταν ο δείκτης πλησίαζε ακόμη και τις 720 μονάδες (το ενδοσυνεδριακό χαμηλό της 28/1/2021 ήταν οι 726,02 μονάδες) προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε τη σημασία της έννοιας του “κύριου γεγονότος” (εδώ). Και νομίζουμε ότι, η έννοια αυτή, μπορεί να μας βοηθήσει και στο μέλλον, στη διαχείριση των επόμενων πτωτικών περιόδων που θα υπάρξουν, αλλά ακόμη και των “ανοδικών αναλαμπών”, αφού μπορεί να μας βοηθήσει να τιθασεύσουμε το φόβο ή ακόμη και τον πανικό που εύκολα προκαλείται σε τέτοιες περιστάσεις.

Διατηρούμε την άποψη ότι η χρηματιστηριακή αγορά της Αθήνας, δεν έχει χάσει κάτι από τις προοπτικές που αναφέραμε ότι έχει, στα δύο προηγούμενα τεύχη. Απεναντίας, καθώς περνάει ο χρόνος και αποκτούμε καλύτερη αντίληψη των διεθνών εξελίξεων, αλλά και των εσωτερικών διεργασιών, αισθανόμαστε μεγαλύτερη βεβαιότητα για την ανοδική φάση που διανύουμε.

Πέραν από τις θετικές εξελίξεις που αναμένονται σε επίπεδο διεθνούς οικονομίας, όπως περιγράφουμε και σε άλλες σελίδες του παρόντος, θέλουμε να επισημάνουμε ιδιαίτερα, τρία στοιχεία που αφορούν στα εσωτερικά οικονομικα και χρηματιστηριακά ζητήματα της χώρας: α) Τη διάθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για επιτάχυνση των διαδικασιών για την έναρξη των επενδύσεων που θα βασιστούν στο “Ταμείο Ανάκαμψης” και κυρίως την εμμονή της ώστε, τα κονδύλια που θα διατεθούν, να οδεύσουν προς έργα που θα συνιστούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και που θα χαρακτηρίζονται από “στρατηγικό όραμα” και που θα έχουν συγκεκριμένους στόχους και μεγάλη αποτελεσματικότητα των κεφαλαίων που θα διατεθούν -κάτι που δεν χαρακτήριζε παλαιότερα “αναπτυξιακά πακέτα” που, είτε δεν απορροφήθηκαν, είτε σπαταλήθηκαν σε έργα αμφίβολης σημασίας. β) Την έναρξη ενός ευρωπαϊκού διαλόγου για την τύχη των χρεών προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που δημιούργησε η πανδημία για τα κράτη, πρόβλημα που -παρά τις αρχικές αρνήσεις από την κα Λαγκάρντ- ενδεχομένως θα έχει κοινή λύση για το σύνολο των κρατών μελών, με στόχο να μην υπονομευθεί η ανάπτυξη του μέλλοντος. Το στοιχείο αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για την, ήδη υπερχρεωμένη, Ελλάδα. γ) Οι εμφανείς προσπάθειες στήριξης και ανάπτυξης της Κεφαλαιαγοράς, οι οποίες καταβάλλονται και από τους φορείς του χώρου, αλλά και από την Πολιτεία.

Κατά τους επόμενους μήνες, θα υπάρξουν πολλές ακόμη αφορμές για σοβαρές ανησυχίες, οι οποίες θα προέλθουν τόσο από το εξωτερικό, όσο και από το εσωτερικό και που θα κινηθούν κυρίως στο οικονομικό επίπεδο. Εκτιμούμε όμως ότι θα είναι αντιμετωπίσιμες και ότι, δε θα μπορέσουν να ανατρέψουν τη μακροπροθεσμη ανοδική τάση που έχει ήδη μπει σε τροχιά.

Στο άμεσο μέλλον, θα έχουμε την προσοχή μας σταμένη, κυρίως προς το εξωτερικό, αφού είναι το πλέον πρόσφορο πεδίο για την εμφάνιση κάποιας αναταραχής, καθώς επαναλαμβάνονται οι ανησυχίες γύρω από το ενδεχόμενο μίας ανοδικής κίνησης των επιτοκίων. Παρά το ότι οι ανησυχίες αυτές είναι βάσιμες, εν τούτοις, θεωρούμε ότι μία σημαντική υποχώρηση των αγορών του εξωτερικού, συγκεντρώνει μικρές πιθανότητες να συμβεί, αφού, ακόμη και εάν υπάρξει μία ελαφρά άνοδος των επιτοκίων του δολαρίου, αυτή δε θα μπορέσει να είναι σημαντική, αφού το παγκόσμιο περιβάλλον εξακολουθεί -τουλάχιστον σε επίπεδο ανεπτυγμένων οικονομιών- να μην είναι πληθωριστικό. Παράλληλα, η χρηματιστηριακή ιστορία δείχνει ότι, επανάληψη κάποιας πτώσης, στο μέγεθος αυτής που συνέβη τον περασμένο Μάρτιο στις αμερικανικές αγορές, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, είναι κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ.


Επιστροφή στα περιεχόμενα (εδώ)