H πρώτη εκτίμηση των επιχειρήσεων για το Μεταλυκειακό Έτος–Τάξη Μαθητείας

04 Ιανουαρίου 2022, 10:09 | Κοινωνία

Η μαθητεία έχει αναδειχθεί, διεθνώς, ως ένα από τα πιο πρόσφορα μέσα που διαθέτει η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) για τη διευκόλυνση της μετάβασης από κάποια εκπαιδευτική διαδρομή στην απασχόληση. Η εναλλαγή σχολείου και χώρου εργασίας, στη διάρκεια της εκπαίδευσης, προσφέρει στον εκπαιδευόμενο τη δυνατότητα να πάρει τις απαιτούμενες θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις μέσα στην τάξη και στο εργαστήριο, και παράλληλα, να τις εφαρμόσει, αλλά και να τις ενισχύσει, στην πράξη, δηλαδή, δουλεύοντας στις πραγματικές συνθήκες του επαγγέλματός του. Η θεωρητική εκπαίδευση με ταυτόχρονη απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας δίνει πολύτιμα εφόδια στον εκπαιδευόμενο.

Εξάλλου η εμπειρία δείχνει ότι πολλές επιχειρήσεις προσλαμβάνουν τους μαθητευόμενούς τους, μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής τους, ενώ και οι ίδιοι οι απόφοιτοι της μαθητείας έχουν ευκολότερη διέξοδο στην αγορά εργασίας σε σχέση με αποφοίτους άλλων μορφών εκπαίδευσης, χωρίς επαγγελματική εμπειρία. Είναι λοιπόν προφανές ότι ο θεσμός της μαθητείας μπορεί να είναι αμοιβαία επωφελής τόσο για τους εκπαιδευόμενους όσο και για τους φορείς υποδοχής τους στη διάρκεια της μαθητείας τους. Οι πρώτοι γνωρίζουν και μαθαίνουν ένα επάγγελμα σε όλο το φάσμα των απαιτήσεών του (γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες), οι δεύτεροι συμμετέχουν ενεργά στην εκπαίδευση, συνεισφέροντας ουσιαστικά στην προετοιμασία του αυριανού ανθρώπινου δυναμικού τους, αλλά και του κλάδου, γενικότερα.

Στην Ελλάδα, η μαθητεία, ως εκπαιδευτικό σχήμα, εφαρμόζεται παραδοσιακά από τις Επαγγελματικές Σχολές του ΟΑΕΔ, ενώ σχετικά πρόσφατα εισάχθηκε και στη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση από το Υπουργείο Παιδείας, μέσα από το Μεταλυκειακό Έτος – Τάξη Μαθητείας. Όπως έχει διαμορφωθεί με το νέο θεσμικό πλαίσιο για την αναβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Δεκέμβριος 2020), το Μεταλυκειακό Έτος – Τάξη Μαθητείας απευθύνεται πρωτίστως σε αποφοίτους Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑΛ) και διαρκεί 11 μήνες. Κατά το διάστημα αυτό, οι 4 από τις 5 μέρες κάθε εβδομάδας αφιερώνονται στη μάθηση σε χώρο εργασίας, ενώ την 5η μέρα, ο εκπαιδευόμενος παρακολουθεί εργαστηριακά μαθήματα στη σχολική μονάδα. Δηλαδή, τον κύριο ρόλο στο Μεταλυκειακό Έτος διαδραματίζουν οι φορείς, ιδιωτικοί και δημόσιοι, οι οποίοι υποδέχονται στις εγκαταστάσεις τους τους μαθητευόμενους. Στη διάρκεια της μαθητείας τους, οι σπουδαστές αποζημιώνονται με το 95% του κατώτατου ορίου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη. Στο τρέχον πρόγραμμα, το Υπουργείο Παιδείας, με την αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων (ΕΣΠΑ), επιδοτεί ισχυρά την αποζημίωση αυτή.

Ο ΣΕΒ, στηρίζοντας το θεσμό της μαθητείας, στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου, προχώρησε στην ενημέρωση των μελών του για τη λειτουργία του Μεταλυκειακού Έτους, στη νέα του μορφή, θέτοντάς τους παράλληλα και ορισμένες ερωτήσεις (με τη μορφή ερωτηματολογίου), προκειμένου να διερευνήσει τις απόψεις τους για το σχεδιασμό του προγράμματος και τις προθέσεις τους για τη συμμετοχή τους στην προσφορά θέσεων.

Από τις απαντήσεις που λήφθηκαν προκύπτουν κάποια πρώτα χρήσιμα συμπεράσματα, τα οποία μπορούν να σκιαγραφήσουν τάσεις και αδυναμίες του συστήματος.

Καταρχήν, η ανταπόκριση των επιχειρήσεων στη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου ήταν μειωμένη. Αυτό, ως ένα βαθμό είναι αναμενόμενο, αφού οι επιχειρήσεις (τουλάχιστον τα μέλη του ΣΕΒ) δεν γνωρίζουν το Μεταλυκειακό Έτος, ούτε, γενικότερα, είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένες με το θεσμό της μαθητείας (όπως εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια). Σημαντικός παράγοντας που συνέτεινε σε αυτή την «αδιαφορία» τους είναι η δικαιολογημένη επιφυλακτικότητά τους απέναντι στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση και στην αποτελεσματικότητα των διαφόρων εκπαιδευτικών διαδρομών της ως προς την κάλυψη των αναγκών τους σε ανθρώπινο δυναμικό τέτοιων προσόντων.

Παρόλα αυτά, οι περισσότερες επιχειρήσεις που απάντησαν στην έρευνα του ΣΕΒ είναι θετικές στο να προσφέρουν θέσεις μαθητείας, δηλώνοντας, μάλιστα, ότι οι ειδικότητες του Μεταλυκειακού Έτους μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους και ότι το διάστημα των 11 μηνών είναι επαρκές για τους μαθητευόμενους. Τα δύο τελευταία ευρήματα περί των ειδικοτήτων και της διάρκειας έρχονται σε αντίθεση με την υφιστάμενη αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων, μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις του συστήματος ΕΕΚ, την οποία και προσπαθεί να αντιμετωπίσει η πρόσφατη μεταρρύθμισή της. Μήπως όμως τελικά οι επιχειρήσεις μη έχοντας ξεκάθαρη και πλήρη εικόνα για τις προσφερόμενες ειδικότητες, τα μαθησιακά αποτελέσματά τους, τα αποκτώμενα προσόντα και τους χορηγούμενους τίτλους από τις διάφορες εκπαιδευτικές διαδρομές και επίπεδα, διαισθητικά απαντούν θετικά και κρίνοντας με τα δικά τους δεδομένα;

Παράλληλα, η επιδότηση της αποζημίωσης των μαθητευόμενων δεν μπορεί παρά να είναι ισχυρό κίνητρο για την προσφορά θέσεων μαθητείας από τις επιχειρήσεις, υπό τους συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, και για το λόγο αυτό πιθανόν να επηρεάζει τις απαντήσεις τους στην έρευνα. Από την άλλη, από σχετικές ερωτήσεις που τέθηκαν, φαίνεται ότι υπάρχει πλήθος ζητημάτων που δημιουργούν προβληματισμό στις επιχειρήσεις, μεταξύ αυτών, ο πρόσθετος γραφειοκρατικός φόρτος, η μη συμμετοχή τους στην επιλογή των εκπαιδευόμενων που θα απασχολήσουν, στη διάρκεια των 11 μηνών μαθητείας, η μη ετοιμότητα ανταπόκρισης των εκπαιδευόμενων στις ανάγκες τους.

Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα της έρευνας δίνουν μια πρώτη εκτίμηση για το πώς βλέπουν οι επιχειρήσεις το Μεταλυκειακό Έτος – Τάξη Μαθητείας. Φαίνεται ότι, έστω και συγκρατημένα, είναι διατεθειμένες να υποστηρίξουν την προσπάθεια, αντιλαμβανόμενες την ανάγκη τους σε ανθρώπινο δυναμικό αυτού του επιπέδου επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Προφανώς, τα ουσιαστικά αποτελέσματα θα φανούν στην πράξη. Μια αντίστοιχη έρευνα μετά την ολοκλήρωση των 11 μηνών του προγράμματος θα δείξει τι πραγματικά πέτυχε ο νέος σχεδιασμός, πού χωλαίνει και πώς πρέπει να βελτιωθεί.

Τέσσα Μίχου

 

Πηγή:ot.gr