Τράπεζες: Πώς θα ρίξουν 20 δισ. ευρώ στην οικονομία το 2022

07 Ιανουαρίου 2022, 09:38 | Τράπεζες

Τράπεζες: Πώς θα ρίξουν 20 δισ. ευρώ στην οικονομία το 2022

Νέες χορηγήσεις της τάξης των 5-6 δισ. ευρώ ανά τράπεζα προβλέπουν οι προϋπολογισμοί των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, ανεβάζοντας τις νέες πιστοδοτήσεις πάνω από τα 20 δισ. ευρώ για το 2022. Στόχος είναι η στήριξη της πιστωτικής επέκτασης με ρυθμό 3%-4% μέσα από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και η ανάκαμψη της λιανικής τραπεζικής μέσω κυρίως νέων στεγαστικών δανείων.

Η αύξηση των νέων εκταμιεύσεων εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί κόντρα στο κύμα των αποπληρωμών δανείων που κυριάρχησαν την προηγούμενη χρονιά, περιορίζοντας την καθαρή πιστωτική επέκταση στο τέλος Νοεμβρίου (μήνας για τον οποίο υπάρχουν επίσημα στοιχεία) στο 1,1% έναντι 2,6% τον αντίστοιχο μήνα του 2020 και 3,5% ρυθμό πιστωτικής επέκτασης για το σύνολο του 2020.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, η καθαρή ροή χρηματοδότησης -δηλαδή τα νέα δάνεια που εκταμιεύθηκαν αφού αφαιρεθούν οι αποπληρωμές υφιστάμενων οφειλών- περιορίστηκε στο 1,7 δισ. ευρώ την περίοδο Νοεμβρίου 2020 – Νοεμβρίου 2021, έναντι 3,6 δισ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου 2020 – Οκτωβρίου 2020.

Το χαμηλό επίπεδο της καθαρής ροής χρηματοδότησης αποδίδεται κυρίως στις μεγάλες αποπληρωμές -κυρίως στεγαστικών δανείων- που πραγματοποίησαν τα νοικοκυριά και οι οποίες υπερκέρασαν τις καθαρές νέες χορηγήσεις, που εκτιμάται ότι διαμορφώθηκαν κοντά στο 1 δισ. ευρώ. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια θα ανακάμψει με ρυθμό 30%-40% τη νέα χρονιά, υποβοηθούμενη από τα χαμηλά επιτόκια και τα δάνεια σταθερού επιτοκίου που προωθούνται στην αγορά και τα οποία επιτρέπουν το «κλείδωμα» της δόσης του δανείου για την αγορά κατοικίας σε χαμηλά επίπεδα για μακρά χρονική διάρκεια, έως και 30 χρόνια.

Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, η καθαρή ροή χρηματοδότησης διαμορφώθηκε την περίοδο Νοεμβρίου 2020 – Νοεμβρίου 2021 στα 3,3 δισ. ευρώ έναντι 4,9 δισ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου 2020 – Οκτωβρίου 2020, ενώ σε ό,τι αφορά τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, δηλαδή τις επιχειρήσεις του παραγωγικού τομέα, η καθαρή ροή χρηματοδότησης διαμορφώθηκε στα 2,4 δισ. ευρώ έναντι 5,1 δισ. ευρώ κατά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης, δηλαδή την περίοδο Ιανουαρίου 2020 – Οκτωβρίου 2020.

Η ΤτΕ

Στο συμπέρασμα καταλήγει και η ΤτΕ στην τελευταία ενδιάμεση έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, σημειώνοντας ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ), αφού κατέγραψε διψήφια ποσοστά στις αρχές του 2021, στη συνέχεια επιβραδύνθηκε και κατά το γ΄ τρίμηνο του έτους επανήλθε σχεδόν, και έκτοτε παρέμεινε, στα χαμηλότερα επίπεδα που είχε αμέσως πριν το ξέσπασμα της πανδημίας.

Οι τραπεζικές πιστώσεις προς τα νοικοκυριά συνέχισαν να συρρικνώνονται με σχεδόν σταθερό ετήσιο ρυθμό τους πρώτους δέκα μήνες του 2021. Ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τη γενική κυβέρνηση παρέμεινε σε πολύ υψηλά επίπεδα, ως αποτέλεσμα των σημαντικών αγορών κρατικών ομολόγων τις οποίες πραγματοποίησαν οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 10μηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου του 2021, η μέση μηνιαία καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς ΜΧΕ ήταν μόλις 53 εκατ. ευρώ, έναντι 558 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2020. Η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή τραπεζικών δανείων τακτής λήξης προς τις ΜΧΕ το διάστημα αυτό ανήλθε σε 800 εκατ. ευρώ, περίπου τα 3/5 εκείνης του 2020 (1,35 δισ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2020) − αλλά πάντως υψηλότερη έναντι της ροής του 2019.

Η σημαντική επιβράδυνση κατά το 2021 του ετήσιου ρυθμού ανόδου των δανείων που χορήγησαν τα πιστωτικά ιδρύματα προς τις επιχειρήσεις οφείλεται σε μια σειρά από παράγοντες που δεν υποδηλώνουν όλοι απαραίτητα κάποια αρνητική εξέλιξη. Άλλωστε, η πιστωτική επέκταση προς τις ΜΧΕ είχε φθάσει πλέον σε ιστορικά υψηλούς ετήσιους ρυθμούς χάρη στην υιοθέτηση των μέτρων ενίσχυσης των πιστώσεων. Η λήξη της αναστολής των πληρωμών χρεολυσίων μετά το Δεκέμβριο έπαψε να επιδρά θετικά στις καθαρές ροές πιστώσεων. Επιπλέον, η επιβράδυνση του ετήσιου ρυθμού αύξησης της επιχειρηματικής πίστης αντικατοπτρίζει το μετριασμό της ζήτησης τραπεζικής χρηματοδότησης εκ μέρους των επιχειρήσεων.

Γενικότερα, η περιορισμένη προσφυγή των επιχειρήσεων στις τράπεζες ήταν αποτέλεσμα της ανάκαμψης των εταιρικών κερδών τους τελευταίους μήνες, καθώς η οικονομία ανέκαμπτε. Εξάλλου, οι επιχειρήσεις είχαν δημιουργήσει αποθέματα ρευστότητας ήδη από το 2020, στη διάρκεια του οποίου άντλησαν επιπλέον δανειακούς πόρους από τις τράπεζες για λόγους πρόνοιας έναντι μελλοντικών αναγκών: αρχικά μέσω των υφιστάμενων γραμμών χρηματοδότησης και στη συνέχεια κυρίως μέσω των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ). Η επιστρεπτέα προκαταβολή και η αναστολή δανειακών και φορολογικών υποχρεώσεων, καθώς και συμβάσεων εργασίας με κρατική αποζημίωση, επίσης συνετέλεσαν σε αύξηση των ταμειακών διαθεσίμων των ΜΧΕ και αντιστοίχως των τραπεζικών καταθέσεών τους.

Ειδικότερα, το μέτρο της «επιστρεπτέας προκαταβολής» ενίσχυσε τις επιχειρήσεις από την αρχή της πανδημίας έως το μήνα λήξης του (Απρίλιο του 2021) με συνολικά 8,3 δισ. ευρώ. Εξάλλου, οι ανάγκες των επιχειρήσεων για χρηματοδότηση καλύφθηκαν και από τις αγορές με ομολογιακές εκδόσεις το 2020 – αν και χαμηλότερου ύψους από ό,τι το 2019 – και κυρίως το 2021 με εκδόσεις μεγαλύτερου ύψους έναντι και του 2019. Επίσης, οι ΜΧΕ απορρόφησαν αξιοσημείωτους χρηματοδοτικούς πόρους από τον Όμιλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), είτε απευθείας είτε (στην περίπτωση του εν λόγω Ομίλου) με τη μεσολάβηση των εγχώριων εμπορικών τραπεζών. Ως προς την προσφορά δανείων εκ μέρους των τραπεζών, η διαθεσιμότητα των πόρων από τα προγράμματα της ΕΑΤ περιορίστηκε το 2021, μετά την ικανοποιητική απορρόφησή τους το 2020. Πάντως, η συμβολή της μέσης αξίας εκταμίευσης δανείων που σχετίζονται με τα εν λόγω προγράμματα στο μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου της χρηματοδότησης των ΜΧΕ και των ελεύθερων επαγγελματιών παρέμεινε σημαντική το δεκάμηνο του 2021 (7,3 ποσοστιαίες μονάδες).

Τα πιστωτικά ιδρύματα συνέχισαν να αντιμετωπίζουν πολύ ευνοϊκές συνθήκες άντλησης πόρων από το Ευρωσύστημα (ιδιαίτερα με τη συμμετοχή τους στις πράξεις TLTRO-III), ενώ και η προσέλκυση νέων καταθέσεων πελατών υπήρξε πολύ ικανοποιητική σε σχέση με την περίοδο προ της πανδημίας. Από την άλλη πλευρά, η παράταση της οικονομικής αβεβαιότητας λόγω της πανδημίας και, πιο πρόσφατα, η αβεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές του πληθωρισμού σε συνδυασμό με την προσθήκη νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της προηγηθείσας ύφεσης, στο υψηλό ακόμη απόθεμα, συμβάλλουν σε προσαύξηση των εκτιμήσεων του πιστωτικού κινδύνου από τις τράπεζες και δυσχεραίνουν τη δυνατότητα πιστοδότησης των ΜΧΕ, συμπεραίνει η ΤτΕ.

 

ΕΥΓΕΝΙΑ ΤΖΩΡΤΖΗ

Πηγή: moneyreview.gr