ΔΕΗ: Ερωτηματικά για την ικανότητα έγκαιρης υλοποίησης του επενδυτικού προγράμματος

15 Απριλίου 2022, 14:40 | Χ&Α - 239

ΔΕΗ: Ερωτηματικά για την ικανότητα έγκαιρης υλοποίησης του επενδυτικού προγράμματος

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΔΕΗ

 

Ερωτηματικά για την ικανότητα έγκαιρης υλοποίησης του επενδυτικού προγράμματος

 

Θα πρέπει να μη μένουμε στην εικόνα που άλλοι θέλουν να μας δώσουν, αλλά να προσπαθούμε, με επιστημονικότητα και καλή πίστη, να βλέπουμε την πραγματική εικόνα μιας εταιρίας. Και, κατά την άποψή μας, η πραγματική εικόνα για τη ΔΕΗ είναι ότι, αντιμετωπίζει μία σειρά προβλημάτων: προβλήματα στην παραγωγή (που επιδεινώθηκαν μετά τις λαθεμένες αποφάσεις ταχύτατης αναδιάρθρωσής της, υπέρ των ΑΠΕ, τα οποία όμως εξακολουθούν να βρίσκονται σε φάση …σχεδιασμού), προβλήματα στη διάρθρωση του Ομίλου (μετά και την αφαίρεση και της ΔΕΔΔΗΕ, η οποία αποτελούσε πηγή σταθερής κερδοφορίας), προβλήματα στη χρηματοδότησή της (παρά τη διαφημισμένη μείωση του καθαρού δανεισμού της, ο δανεισμός έχει αυξηθεί και κυρίως, δεν έχει βελτιωθεί η ικανότητα της επιχείρησης, ώστε να λειτουργεί με λιγότερο δανεισμό) και τέλος, υπάρχουν προβλήματα συγκυριακά (λόγω ενεργειακής κρίσης και πολέμου) τα οποία ενδεχομένως να δημιουργήσουν ζητήματα μονιμότερου χαρακτήρα.


Τα συνολικά έσοδα, που κατέγραψε ο Όμιλος, για την χρήση, ανήλθαν στα € 5.706 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση 22,7% σε σχέση με πέρυσι. Η αύξηση προήλθε κυρίως από την αύξηση του μέσου εσόδου, καθώς η αύξηση της εγχώριας ζήτησης κατά 4,1% αντισταθμίστηκε από την μείωση του μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ κατά 4,4%. Το μικτό περιθώριο κέρδους, διαμορφώθηκε στο 27,4% έναντι 34,1% το 2020 και 22,9% το 2019. Σημειώνουμε δε ότι, στα χρόνια πριν από το 2017, το μικτό περιθώριο κέρδους κυμαινόταν μεταξύ 40% έως 55%.


Από την πλευρά των δαπανών (σελ. 174 του ετήσιου δελτίου), παρατηρούμε: α) σταθερότητα στις αμοιβές του προσωπικού, όπου όμως υπήρξε μείωση στα 12.909 άτομα, από 13.799, στο τέλος του 2020. β) Μεγάλη αύξηση στις δαπάνες για υγρά καύσιμα (κυρίως πετρέλαιο) και φυσικό αέριο (σύνολο € 1.488 εκατομμύρια, έναντι € 810 εκατομμύρια κατά το 2020). γ) Μείωση στις αποσβέσεις (€ 666,2 εκατομμύρια, έναντι € 744,0 εκατομμυρίων). δ) Μεγάλη αύξηση στο κόστος δικαιωμάτων εκπομπών αερίων (€ 699,1 εκατ., έναντι € 393,4 εκατ.). ε) Αύξηση των προβλέψεων για διάφορους κινδύνους. στ) Αντιστροφή προβλέψεων για αναμενόμενες ζημιές από οφειλές πελατών (αντιστροφή € 59,7 εκατομμυρίων, έναντι προβλέψεων € 62,0 εκατομμυρίων κατά το 2020). ζ) Αύξηση των χρηματοοικονομικών δαπανών. η) Σημαντική αύξηση των προβλέψεων από υποαξίες περιουσιακών στοιχείων.

Οι συνολικές λειτουργικές δαπάνες έφτασαν στα € 5.856 εκατομμύρια, έναντι € 4.603 εκατομμυρίων κατά το 2020 (+27,2%). Σημειώνεται ότι, στις παρακάτω δαπάνες, δεν συνυπολογίζονται  εφάπαξ επιπτώσεις από την αναδρομική χρέωση λόγω ανάκτησης ειδικών επιδομάτων από την εφαρμογή της ΕΣΣΕ 2021-2024, από την πρόβλεψη για αποζημιώσεις προσωπικού, από το πιστωτικό τιμολόγιο για την προμήθεια φυσικού αερίου παρελθόντων ετών από την ΔΕΠΑ καθώς και από την επιβολή έκτακτων εφάπαξ χρεώσεων στο πλαίσιο των μέτρων που έλαβε η Πολιτεία για την κάλυψη του ελλείμματος του ΕΛΑΠΕ (σελ. 11).


Στα αποτελέσματα της εταιρίας, καταγράφηκαν (σε επίπεδο Ομίλου) ζημιές ύψους € 18,4 εκατομμυρίων. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και το στοιχείο της επιστροφής φόρων ύψους € 131,4 εκατομμύρια, αντιλαμβανόμαστε ότι, το πραγματικό επίπεδο ζημιών είναι μεγαλύτερο.


Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων, καταγράφηκε το δ’ τρίμηνο του έτους, καθώς ανήλθε στα € 2.008 εκατομμύρια (35,2% των εσόδων). Το γ’ τρίμηνο του έτους, τα έσοδα ανήλθαν στα € 1.504 εκατ. (26,4%). Το β΄τρίμηνο, εισπράχθηκε το 18,9% των εσόδων, καθώς έφτασε στα € 1.079 εκατ. και το α΄τρίμηνο διαμορφώθηκε στα € 1.114 εκατ. αποτελώντας το 19,5% των συνολικών εσόδων.

Σε αθροιστικό επίπεδο (σύμφωνα με τα στοιχεία των προηγούμενων 5 ετών), στο 9μηνο έχει διαμορφωθεί κατά μέσο όρο το 75% των συνολικών εσόδων, εκτός από το 2021, όπου στο 9μηνο είχε διαμορφωθεί το 65% των συνολικών εσόδων.

Εντός του έτους, οι συνολικές επενδύσεις διαμορφώθηκαν στα € 437,9 εκατομμύρια έναντι € 376,5 εκατ. το 2020. Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων (50,6%), διοχετεύτηκε σε επενδύσεις έργων επαναληπτικού χαρακτήρα στο Δίκτυο Διανομής. Το 38,9%, επενδύθηκε στην συμβατική παραγωγή (συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε Ορυχεία). Το ποσό που επενδύθηκε στις ΑΠΕ, έφτασε τα € 32,4 εκατομμύρια ή αλλιώς αποτέλεσε το 7,4% του επενδυτικού προγράμματος -μέγεθος που κρίνεται σχετικά μικρό σε αντίθεση με τη διάθεση της διοίκησης για στροφή προς τις ΑΠΕ-. Με το 3,1% του επενδυτικού προγράμματος, χρηματοδοτήθηκαν λοιπές επενδύσεις.


Υπενθυμίζουμε, ότι το επενδυτικό πρόγραμμα της ΔΕΗ, έχει χρονικό ορίζοντα μέχρι το 2026 και περιλαμβάνει επενδύσεις ύψους € 8.400 εκατομμύρια, με στόχο να αυξήσει την συνολική εγκατεστημένη ισχύ στα 9,1 GW, γεγονός που, σύμφωνα με τη διοίκηση, μεταφράζεται σε ένα EBITDA ύψους € 1,7 δισεκατομμύρια, κάτι που σημαίνει ότι, η ΔΕΗ θα παραμένει, με απόσταση, η μεγαλύτερη ενεργειακή -με “καθαρή ενέργεια”- εταιρία της χώρας, θα έχει μερίδιο αγοράς πάνω από το 50% και κέρδη προ φόρων, που θα μπορούν να κυμαίνονται από € 700 εκατομμύρια έως € 1,0 δισεκατομμύριο. (εδώ)


Όμως, η χρηματοδότηση αυτού του μεγάλου προγράμματος -το οποίο στην πράξη, δεν έχει ακόμη ξεκινήσει- θα εμφανίσει δυσκολίες. Το μεν σύνολο των υποχρεώσεων φτάνει στο 71,4% του συνολικού παθητικού (ενώ το σύνολο των παγίων αποτελεί το 62,3% του συνολικού ενεργητικού), ο συνολικός δανεισμός φτάνει στα € 4.776 εκατομμύρια και ο καθαρός δανεισμός (δανεισμός μείον διαθέσιμα) στα € 1.890 εκατομμύρια.

Από την άλλη πλευρά, οι ταμειακές ροές που παράγει η εταιρία από τη λειτουργία της, ως έχει η κατάσταση σήμερα και ως είχε στα τελευταία χρόνια, δεν επαρκούν για να χρηματοδοτήσουν, έστω ένα μικρό τμήμα του προγράμματος επενδύσεων. Βέβαια, θα υπάρξει δανεισμός. Όμως, σε τί ύψος; Από ποιούς και με τί κόστος; (Δείτε σχετικά, στους “κινδύνους πιστοληπτικής αξιολόγησης, σελίδα 41 του οικονομικού δελτίου, “κινδύνους επιτοκίου”, σελ. 42 και τα στοιχεία του μακροπρόθεσμου δανεισμού, στις σελίδες 261 έως 265).


Μπορεί η εταιρία να ισχυρίζεται ότι, το EBITDA κατά το 2022, θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα με το 2021, όμως, το EBITDA αυτό, ακόμη και εάν οδηγεί σε τελική κερδοφορία, δεν επαρκεί για να χρηματοδοτήσει το επενδυτικό πρόγραμμα που έχει προαναγγείλει, εκτός βέβαια αν η εταιρία προχωρήσει σε νέες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.


Αν θεωρήσουμε ότι, κατά το 2021, η εταιρία διέθεσε ποσά για την ενίσχυση των καταναλωτών (βέβαια, το νούμερο των € 800 εκατομμυρίων που αναφέρουν τα μέλη της Κυβέρνησης, δεν επιβεβαιώνεται από κάπου, αλλά ούτε και μπορεί να επαληθευτεί από τα στοιχεία του οικονομικού δελτίου), θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, αυτά είναι τα κέρδη που, λόγω της συγκυρίας του σχηματισμού υψηλών τιμών εμπορίας, πέτυχε στην παραγωγή. Όταν τα “έκτακτα” κέρδη της παραγωγής, συμψηφιστούν με τις “έκτακτες” ζημιές της εμπορίας, τότε προκύπτει ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, η ικανότητα κερδοφορίας της εταιρίας, εξακολουθεί να μην είναι υψηλή.

 

Η ΔΕΗ είναι μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές εταιρίες και μία από τις μεγαλύτερες του Χρηματιστηρίου. Δραστηριοποιείται σε έναν κλάδο που, υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, είναι σημαντικά κερδοφόρος. Τα προβλήματα και οι δεσμεύσεις που “κουβαλά” από το κρατικό παρελθόν της, την έχουν φέρει σήμερα σε μία μεταβατική φάση, από την οποία δε θα είναι εύκολο να βγει. Όμως, έστω και με καθυστέρηση, ή έστω και με όχι τόσο “αισιόδοξα” μεγέθη, όπως τα παρουσιάζει η διοίκησή της ή όπως τα θέλει η πολιτική σκοπιμότητα, κάποια στιγμή θα μεταλλαχθεί ενεργειακά, όπως επίσης και σε λειτουργικό και διοικητικό επίπεδο. Σε εκείνο το σημείο, η ικανότητα κερδοφορίας της εταιρίας, θα έχει βελτιωθεί σημαντικά.
Οι στόχοι που έχουν τεθεί για
το 2026, ίσως μετατεθούν χρονικά, πλην όμως, σε κάποια στιγμή -ίσως προς τα τέλη της δεκαετίας- θα επιτευχθούν.

Παρά το ότι η μετοχή, για μας, έχει πάψει να βρίσκεται ανάμεσα στις πρώτες επιλογές (όπως βρισκόταν στην περίοδο 2019-2020), είμαστε θετικοί για αυτή, ιδίως όταν αυτή κυμαίνεται μεταξύ των € 6,50 έως € 8,00. Τα επίπεδα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ικανοποιητικά για μακροχρόνια τοποθέτηση ή για εκμετάλλευση των διακυμάνσεων που, λόγω της αστάθειας στην πορεία της, θα υπάρξουν.

Για τη χρήση του 2022, αναμένουμε αύξηση των πωλήσεων, ακόμη και αν υπάρξει περαιτέρω μείωση του μεριδίου της στην αγορά. Αν το δ’ τρίμηνο του 2021 είναι ένας οδηγός για το 2022, θα πρέπει να αναμένουμε πωλήσεις γύρω στα € 6.100 εκατομμύρια. Η κερδοφορία θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες: το μείγμα της παραγωγής ενέργειας, το κόστος παραγωγής, την τιμή των δικαιωμάτων CO2 (έχει αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με πέρυσι - δείτε εδώ και εδώ), την τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας που θα διαμορφώνεται στην αγορά κατά τη διάρκεια του έτους, την πολιτική ενίσχυσης των καταναλωτών που θα ακολουθήσει και το επίπεδο των επιτοκίων. Ως μία πρώτη εκτίμηση, αναφέρουμε κέρδη μ.φ., € 175 εκατομμυρίων.

 

Δείτε το δελτίο τύπου  της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων εδώ, την οικονομική έκθεση εδώ και τον πίνακα οικονομικών μεγεθών εδώ.

 

Επιστροφή στα περιεχόμενα, εδώ