Οι αγορές των νότιων ευρωπαϊκών χωρών: Η αντεπίθεση των PIGS

10 Ιουνίου 2022, 09:40 | Χ&Α - 241

Οι αγορές των νότιων ευρωπαϊκών χωρών: Η αντεπίθεση των PIGS

 

 

 

 

 

 

 

 

ΟΙ ΑΓΟΡΕΣ ΤΩΝ ΝΟΤΙΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΧΩΡΩΝ

Η αντεπίθεση των PIGS


Η εικόνα μιας χρηματιστηριακής αγοράς, συνιστά μια ευθεία αντανάκλαση όσων συμβαίνουν στην οικονομία. Οι επενδυτές παρακολουθούν, κρίνουν και προεξοφλούν. Και, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, κρίνουν και προεξοφλούν ορθά.

Εδώ και αρκετούς μήνες, δημιουργήσαμε ένα πρόχειρο πίνακα, με τις τιμές των βασικών χρηματιστηριακών δεικτών, ο οποίος μας δείχνει το πόσο έχει υποχωρήσει ο κάθε δείκτης, από την αρχή του χρόνου, ή από το “υψηλότερο κλείσιμο” της τελευταίας διετίας (δείτε εδώ). Μας βοηθάει πολύ στον καθημερινό σχολιασμό των εξελίξεων.
Κατά τις τελευταίες εβδομάδες, η προσοχή μας πέφτει στους χρηματιστηριακούς δείκτες της Ισπανίας και -κυρίως- της Πορτογαλίας. Οι οποίοι, μαζί με τους δείκτες της Ελλάδας και της Μεγάλης Βρετανίας, είναι από τους μόνους στην Ευρώπη και από τους ελάχιστους σε όλο το κόσμο, που καταγράφουν κέρδη. Όχι ιδιαίτερα υψηλά, αλλά εντούτοις, κέρδη, σε μια περίοδο που οι “μεγάλοι” διεθνείς δείκτες κατακρημνίζονται και ήδη βρίσκονται σε περιοχή “διόρθωσης” (correction) ή και πτώσης (bear market).

Τι συμβαίνει με τους δείκτες αυτούς; Ή, καλύτερα, τί συμβαίνει με τις οικονομίες των χωρών αυτών; Η κίνηση των χρηματιστηριακών δεικτών, δεν είναι τυχαία. Περιγράφουν κάτι που συμβαίνει -αυτό είναι βέβαιο. Όμως, μήπως “αποκαλύπτουν” και κάτι που έρχεται;

Τα PIGS της δεκαετίας του 2010


Η Πορτογαλία (Portugal), η Ιταλία (Italy), η Ελλάδα (Greece) και η Ισπανία (Spain), ήταν τα PIGS, των αρχών της δεκαετίας του 2010, όπως, προσβλητικά και περιφρονητικά, τις είχαν ονομάσει λαϊκίστικα αγγλοσαξωνικά και κεντροευρωπαϊκά ΜΜΕ, ονομασία που όμως χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα. Ήταν οι “άτακτες” χώρες, με τα δημοσιονομικά ελλείμματα, με το υψηλό δημόσιο χρέος, με τους “τεμπέληδες” κατοίκους, που παραλίγο να γκρεμίσουν το λαμπρό οικοδόμημα της Ευρωζώνης.
Όμως, τα PIGS της νότιας Ευρώπης, δε βρέθηκαν στον ίδιο δρόμο, το 2010. Ήταν στον ίδιο δρόμο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Είχαν -περίπου- τα ίδια προβλήματα, στις οικονομίες, στις κοινωνίες και στα πολιτικά τους συστήματα. Η ανταγωνιστικότητα των χωρών αυτών (όπως και πολλών άλλων) κατέρρευσε όταν ξεκίνησε η λειτουργία του κοινού νομίσματος και με την απώλεια της δικής τους ανταγωνιστικότητας, μέσα από τους μηχανισμούς του νομίσματος, στήριζαν τα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας, της Ολλανδίας και άλλων εξαγωγικών χωρών της Ευρωζώνης, που είδαν τη δική τους ανταγωνιστικότητα να αυξάνεται και τα ισοζύγια πληρωμών τους να διευρύνονται υπέρογκα. Με μικρές ή μεγάλες παραλλαγές, οι χώρες της νότιας Ευρώπης, εκείνα τα χρόνια, αντιμετώπισαν τα ίδια περίπου προβλήματα: πτώση της ανταγωνιστικότητας, αύξηση των ελλειμμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, αύξηση των επιτοκίων, επιδείνωση της θέσης των τραπεζών και δραματική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των πληθυσμών τους και των σχέσεων στις κοινωνίες τους.
Σήμερα, έχει αποδειχθεί ότι, για την κρίση του ευρώ (και της Ευρωζώνης), στις αρχές της δεκαετίας του 2010, δεν ευθύνονται τα βασικά χαρακτηριστικά των χωρών και των οικονομιών της νότιας Ευρώπης -αυτά ήταν γνωστά, ακόμη και πριν επιτραπεί και συμφωνηθεί, αυτές οι χώρες, να εισαχθούν στην Ευρωζώνη. Για την κρίση του ευρώ, ευθύνεται η ίδια η αρχιτεκτονική του, αφού είναι πρακτικά αδύνατο, για δύο (ή και περισσότερες) οικονομίες, με διαφορετικά χαρακτηριστικά, δομές και ανταγωνιστικότητα, να έχουν το ίδιο νόμισμα. Κάποιες οικονομίες θα ευνοηθούν και κάποιες θα αδικηθούν. Η αδικία, θα φέρει την κοινωνική αναστάτωση και η κοινωνική αναστάτωση θα φέρει τη διάλυση. Η κρίση της Ευρωζώνης, όπου η Ελλάδα πρωταγωνίστησε -ενώ ακολούθησαν και οι άλλες “PIGS”- συνέβαλε, στο να γίνει, αυτή η δομική ανισορροπία, κατανοητή.

Η “στροφή” στην πολιτική


Η κρίση που προκάλεσε η πανδημία της Covid-19, υπήρξε μια μοναδική ευκαιρία για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να αλλάξει πορεία. Έχοντας κατανοήσει ότι, οι δομικές ανισορροπίες στο οικοδόμημα της Ευρωζώνης, θα έπρεπε να ξεπεραστούν, επιχειρήθηκε μια θεαματική “στροφή” στη φιλοσοφία της λειτουργίας της και στην επιχειρησιακή της δράση. Και, λόγω της πανδημίας, η στροφή αυτή επιτεύχθηκε, χωρίς να υπάρξουν ουσιώδεις πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις από τις χώρες που, παραδοσιακά, αντιδρούσαν σε κάθε προσπάθεια διάσωσης και επίδειξης αλληλεγγύης προς τις χώρες που αδικήθηκαν.

Η σημερινή πολιτική των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσκοπεί στην ομαλότερη λειτουργία της Ευρωζώνης, με τελικό στόχο τη  σύγκλιση των οικονομιών της και την ομογενοποίηση των βασικών χαρακτηριστικών τους. Η πολιτική αυτή, σ’ αυτό το αρχικό στάδιο, εκφράζεται μέσα από τη “χαλάρωση” των δημοσιονομικών κανόνων, από την ανάληψη ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την ομαλή χρηματοδότηση των οικονομιών και -κυρίως- τη μεταφορά πόρων (μέσω των διαφόρων ταμείων και μηχανισμών που δημιουργήθηκαν), σε ορίζοντα μιας δεκαετίας, για την εξομάλυνση των δομικών ανισορροπιών μεταξύ των οικονομιών του ευρωπαϊκού νότου, του ευρωπαϊκού κέντρου και του ευρωπαϊκού βορρά. Η πολιτική αυτή “βαφτίστηκε” ως “πολιτική ανάκαμψης από τις συνέπειες της πανδημίας” και ως “πολιτική για την πράσινη μετάβαση”, όμως, στην ουσία πρόκειται για μία πολιτική εξομάλυνσης και εξισορρόπησης.
Σήμερα, είναι ακόμη πρόωρο να εκφραστούμε για το εάν οι πολιτικές αυτές έρχονται με καθυστέρηση, ή εάν, η “περιπέτεια” της Ευρωζώνης κατά την περίοδο του 2010, ήταν απαραίτητη, ώστε να αναγνωριστούν οι αδυναμίες, ή να δημιουργηθούν “διδάγματα” για το τί θα μπορούσε να γίνει όταν κάποιες οικονομίες παρεκκλίνουν από βασικούς κανόνες. Τα ερωτήματα αυτά, ίσως απαντηθούν από τους ιστορικούς του μέλλοντος. Στην παρούσα φάση, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι, για τις οικονομίες της νότιας Ευρώπης, υπάρχει ελπίδα, υπάρχει “φως” και αυτό είναι κάτι που οι οικονομίες αυτές, θα πρέπει να εκμεταλλευτούν.

Η διαδικασία ανάκαμψης και οι κίνδυνοι


Οι βελτιώσεις που υπήρξαν σε όλους τους τομείς των οικονομιών της νότιας Ευρώπης, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 15 ετών, είναι εμφανείς. Οι κυριότερες εντοπίζονται στους τομείς των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της αύξησης της ανταγωνιστικότητας και της βελτίωσης των ισοζυγίων πληρωμών και στη βελτίωση της εξέλιξης του ΑΕΠ τους.


Βασικά οικονομικά μεγέθη Ελλάδας (EL), Πορτογαλίας (PO), Ισπανίας (SP) και Ιταλίας (IT) από το 2010 έως το 2021


Ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ (%) Ετήσια μεταβολή ανεργίας (%)


EL PO SP IT EL PO SP IT

2021 8,3% 4,9% 5,1% 6,6% 12,8% 6,6% 14,8% 9,5%

2020 -9,0% -8,4% -10,8% -9,0% 15,8% 7,0% 15,5% 9,3%

2019 1,8% 2,7% 2,1% 0,5% 16,4% 6,7% 14,1% 9,9%

2018 1,7% 2,8% 2,3% 0,9% 18,0% 7,2% 15,3% 10,6%

2017 1,1% 3,5% 3,0% 1,7% 20,8% 9,2% 17,2% 11,3%

2016 -0,5% 2,0% 3,0% 1,3% 23,4% 11,5% 19,6% 11,7%

2015 -0,2% 1,8% 3,8% 0,8% 23,9% 13,0% 22,1% 12,0%

2014 0,5% 0,8% 1,4% 0,0% 25,9% 14,6% 24,5% 12,9%

2013 -2,5% -0,9% -1,4% -1,8% 27,4% 17,2% 26,1% 12,4%

2012 -7,1% -4,1% -3,0% -3,0% 26,5% 16,6% 24,8% 10,9%

2011 -10,1% -1,7% -0,8% 0,7% 21,2% 13,5% 21,4% 8,5%

2010 -5,5% 1,7% 0,2% 1,7% 14,7% 12,6% 19,9% 8,5%


Δημοσιονομικό ελλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ (%) Εμπορικό ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ (%)


EL PO SP IT EL PO SP IT

2021 -7,4% -2,8% -6,9% -7,2% -13,3% -9,1% -2,4% 2,5%

2020 -10,2% -5,8% -10,3% -9,6% -11,0% -7,2% -1,4% 3,8%

2019 1,1% 0,1% -3,1% -1,5% -11,9% -9,4% -2,8% 3,1%

2018 0,9% -0,3% -2,6% -2,2% -11,5% -8,6% -3,1% 2,2%

2017 0,6% -3,0% -3,1% -2,4% -10,5% -7,5% -2,5% 2,7%

2016 0,2% -1,9% -4,3% -2,4% -9,7% -6,1% -1,7% 2,9%

2015 -5,9% -4,4% -5,3% -2,6% -9,3% -6,0% -2,5% 2,5%

2014 -3,6% -7,4% -6,1% -3,0% -11,1% -6,3% -2,5% 2,6%

2013 -13,4% -5,1% -7,5% -2,9% -10,3% -5,7% -1,7% 1,8%

2012 -9,1% -6,2% -11,6% -2,9% -10,9% -6,6% -3,2% 0,6%

2011 -10,5% -7,7% -9,7% -3,6% -11,6% -9,5% -4,7% -1,6%

2010 -11,3% -11,4% -9,5% -4,2% -12,7% -11,9% -5,1% -1,9%

Πηγές: ΕΛΣΤΑΤ (εδώ), Eurostat (εδώ) και CountryEconomy (εδώ).








Παράλληλα, πίσω από αυτά τα μακροοικονομικά μεγέθη, υπάρχουν αναρίθμητες μικρές ή μεγάλες βελτιώσεις σε μία σειρά από τομείς λειτουργίας των οικονομιών και των κοινωνιών των χωρών αυτών.
Βέβαια, οι απειλές, είναι ακόμη σημαντικές και επικίνδυνες, με δεδομένη μάλιστα τη φάση της επιβάρυνσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος των τελευταίων μηνών και της -διαφαινόμενης- νέας έξαρσης του δημόσιου χρέους, κάτι που οι αγορές “παρακολουθούν” με ενδιαφέρον και με αρνητικές -ή και αρπακτικές- διαθέσεις. Όμως, κατά τα φαινόμενα, εκτίμηση όλων είναι ότι, εάν και εφόσον, στο επόμενο διάστημα, οι συνθήκες επιδεινωθούν και υπάρξουν κίνδυνοι νέων ανατροπών, θα υπάρξει -και πάλι- επέμβαση των οργάνων και των μηχανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην όμως, αυτή τη φορά, η διάθεση δε θα είναι τιμωρητική, αλλά διάθεση επίδειξης αλληλεγγύης. Και αυτό, όχι μόνον για την προστασία των αδύναμων οικονομιών, αλλά για την προστασία ολόκληρου του “οικοδομήματος”.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι, εάν, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο εξελίξεων και προοπτικών, υπάρχει αντικείμενο και περιθώριο αντίληψης και χάραξης μιας επενδυτικής στρατηγικής που να έχει πρακτική σημασία για εμάς. Κατά την άποψή μας, υπάρχει. Και αυτή βασίζεται στο ότι, η αναμενόμενη ανάπτυξη του ΑΕΠ των νοτίων οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και της Ευρωζώνης), θα είναι υψηλότερη του μέσου της Ευρωζώνης και των παραδοσιακά “ισχυρών” οικονομιών της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης. Αυτό, σημαίνει μία βελτίωση -και επιτάχυνση- στην προσέλκυση επενδύσεων και ανατίμησης των περιουσιακών στοιχείων.
Η εμφάνιση των πληθωριστικών πιέσεων -κάτι που δεν είχε εκτιμηθεί παλαιότερα- θα προκαλέσει δυσκολίες στην εξέλιξη της οικονομικής ανάκαμψης και ανάπτυξης. Άλλωστε και οι τέσσερις νότιες χώρες, έχουν ένα προβληματικό παρελθόν σε ζητήματα πληθωρισμού. Θα μπορούσαν, η ύπαρξη ενός “σκληρού” νομίσματος και η αναγκαστική προσαρμογή σε ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, να βοηθήσουν στην αποφυγή της επανάληψης παλαιών λαθών οικονομικής πολιτικής; Η “αβασάνιστη” απάντηση, είναι ότι, θα μπορούσαν, όμως αυτό μένει να αποδειχθεί.

Η ανάκαμψη των οικονομιών των νότιων ευρωπαϊκών χωρών, μας ενδιαφέρει άμεσα, όχι μόνον επειδή η χώρα μας είναι μία απ’ αυτές ή επειδή οι μεταξύ τους ομοιότητες είναι εντυπωσιακές. Μας ενδιαφέρει επίσης επειδή, είναι συχνό φαινόμενο, οι χώρες, να “πλασσάρονται” στις επενδυτικές αγορές και κοινότητες, ως “ομάδες”, που έχουν κοινά χαρακτηριστικά, κοινή πορεία και ένα κοινό “αφήγημα”. Καθώς το αφήγημα αυτό, περί της ανάκαμψης και της βελτιωμένης πορείας των μεσογειακών χωρών της Ευρωζώνης, θα διαδίδεται από τις επενδυτικές εκθέσεις και τα διεθνή οικονομικά ΜΜΕ, τα επενδυτικά κεφάλαια -που πάντα ερεθίζονται από τις “ιστορίες ανάκαμψης”- θα κατευθυνθούν προς ολόκληρη την “ομάδα”.
Βέβαια, η Ελλάδα, λόγω του ότι η πιστοληπτική της αξιολόγηση, δεν βρίσκεται ακόμη στην “επενδυτική βαθμίδα” των οίκων αξιολόγησης, δείχνει να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, απέναντι στις άλλες τρεις χώρες. Όμως, η κάθε χώρα, έχει τα δικά της πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.

Τρέχοντα στοιχεία αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας από οίκους αξιολόγησης

Standard & Poor's Moody's Fitch Ratings DBRS
Ελλάδα
BB+ Ba3 BB BB (high)
Μη επενδυτική βαθμίδα
25/4/2022 7/11/2020 17/1/2022 21/3/2022
Πορτογαλία
BBB Baa2 BBB BBB (high)
Επενδυτική βαθμίδα
25/4/20202 20/9/2021 7/5/2022 26/2/2022
Ισπανία
A Baa1 A- A
Επενδυτική βαθμίδα
21/3/2022 13/4/2018 19/1/2018 30/5/2020
Ιταλία
BBB Baa3 BBB BBB (high)
Επενδυτική βαθμίδα
26/10/2021 20/10/20018 6/12/2021 1/11/2021
Σημειώσεις: Με πράσινο χρώμα προσδιορίζεται η βελτίωση είτε στις προοπτικές της χώρας είτε στην βαθμίδα πιστοληπτικής αξιολόγησης. Με κόκκινο προσδιορίζεται η επιδείνωση στις αντίστοιχες αξιολογήσεις. Πηγή στοιχείων, εδώ.

Συμπερασματικά

Τα χρόνια πέρασαν, η θέση των νότιων οικονομιών της Ευρωζώνης βελτιώθηκε και οι P.I.G.S., δε χαρακτηρίζονται πλέον ως PIGS, αλλά ως χώρες, σημαντικές για την υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης και ως οικονομίες με θετικές προοπτικές. Παράλληλα, άλλαξε και η οπτική της ευρωπαϊκής πολιτικής και των ευρωπαϊκών οργάνων. Οι μεσογειακές χώρες της Ευρωζώνης, έχουν μια σημαντική ευκαιρία να καλύψουν ένα μεγάλο τμήμα των απωλειών που υπέστησαν κατά τα χρόνια της “χαμένης ανταγωνιστικότητας” και της ευρωπαϊκής κρίσης. Παράλληλα, έχουν την ευκαιρία να βελτιώσουν τις δομές τους και να έρθουν πιο κοντά στους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, σε μία σειρά κρίσιμων τομέων, όπου εξακολουθούν να υστερούν. Το εάν ή το πόσο θα πετύχουν, εξαρτάται από τις γενικότερες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, από την ευρωπαϊκή πολιτική, αλλά κυρίως, από τις ίδιες.
Η είσοδός τους σ’ αυτή τη διαδικασία ανάκαμψης και ανάπτυξης, έχει ήδη επισημανθεί από τις διεθνείς αγορές και οι χρηματιστηριακές αγορές τους, έχουν αρχίσει να διαφοροποιούνται. Οι πιθανότητες να συνεχιστεί αυτή η διαφοροποίηση είναι υψηλές.

Η πορεία των χρηματιστηριακών δεικτών στην περίοδο 1998  έως σήμερα

Η ομοιότητα μεταξύ των διαγραμμάτων του Γενικού Δείκτη (Ελλάδας) και του δείκτη PSI-20 του Χρηματιστηρίου της Λισαβόνας (Πορτογαλία) είναι εντυπωσιακή. Υπάρχει μια διαφοροποίηση στο πότε “κορύφωσαν” οι δύο δείκτες (ο ΓΔ το Σεπτέμβριο του 1999, ενώ ο PSI-20, στα μέσα του 1998 και στη συνέχεια, στις αρχές του 2000), όμως, η περίοδος είναι η ίδια. Όπως, περίπου ίδια ήταν και η συνέχεια, ιδίως μετά την κορύφωση του φθινοπώρου του 2007. Είναι σαφές ότι υπάρχουν “δυνάμεις” που, επί δεκαετίες, επιδρούν από κοινού και στους δύο δείκτες, κάτι που, είναι πολύ πιθανό να συνεχιστεί και κατά τα επόμενα χρόνια.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

Χρησιμοποιούμε έξι (6) χρηματιστηριακούς δείκτες (Ελλάδας, Ιταλίας, Πορτογαλίας, Ισπανίας, Γερμανίας και ΗΠΑ-τον S&P 500), θέλοντας να δείξουμε την πορεία τριών κατηγοριών δεικτών. Την κατηγορία των (λεγόμενων) PIGS (Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία), την κατηγορία των δεικτών ευρωπαϊκών ισχυρών οικονομιών (Γερμανία) και την κατηγορία των δεικτών των ΗΠΑ.
Αυτές οι τρεις κατηγορίες, είχαν διαφορετική πορεία κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών.

 

Διάγραμμα 1:
Το πρώτο διάγραμμα, έχει ως σημείο εκκίνησης (χρονική βάση) το τέλος Φεβρουαρίου του 1998, δηλαδή, λίγο πριν από την 14 Μαρτίου 1998, οπότε και ανακοινώθηκαν οι χώρες που θα συμμετάσχουν στην Ευρωζώνη και “κλείδωσαν” οι ισοτιμίες των νομισμάτων προς το ευρώ. Στο διάγραμμα, εμφανίζεται η “υπερβολή” της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς κατά την περίοδο 1998 έως και 2007, ενώ στη συνέχεια, καταγράφεται η πλήρης κατάρρευσή της, παράλληλα με την κατάρρευση των δεικτών των άλλων μεσογειακών χωρών. Η “ευνοημένη” Γερμανία, συμβαδίζει, για ένα διάστημα με τους αμερικανούς δείκτες, ενώ αρχίζει να υστερεί μετά το 2020.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

 

Διάγραμμα 2:
Ως χρονική εκκίνηση έχει την 31/12/2000, δηλαδή την ημέρα που το ευρώ εισέρχεται πιο επίσημα στις οικονομίες (η φυσική εισαγωγή του κοινού νομίσματος έγινε ένα χρόνο αργότερα) και στις χρηματιστηριακές συναλλαγές.
Βλέπουμε την κοινή πτώση όλων των δεικτών, ως φυσιολογική εξέλιξη της υπερβολής του 1999 - 2000, ενώ στη συνέχεια βλέπουμε την κοινή άνοδο προς την “κορύφωση” του 2007. Στη συνέχεια, οι δείκτες των μεσογειακών χωρών γνωρίζουν εντυπωσιακή πτώση λόγω της κρίσης στην οποία έχουν εισέλθει οι οικονομίες τους, ενώ οι δείκτες της Γερμανίας και των ΗΠΑ, ακολουθούν την ανοδική τους πορεία.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

 

Διάγραμμα 3:
Ως χρονική βάση, έχει την 31/12/2016. Θεωρώντας ότι, από το 2016 ή από τις αρχές του 2017, οι -μέχρι τότε- προβληματικές οικονομίες, βελτίωσαν τη θέση τους, ξεκίνησε μία φάση οικονομικής ανάκαμψης, που αποδεικνύεται από πολλά στατιστικά και μακροοικονομικά μεγέθη. Από τότε, έστω και διστακτικά στην αρχή, η πορεία των χρηματιστηριακών δεικτών των μεσογειακών οικονομιών της Ευρωζώνης, δείχνει να βελτιώνεται. Εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική διαφορά σε σχέση με το δείκτη S&P 500 (ΗΠΑ), αλλά, όπως παρατηρούμε, δεν υπάρχει πλέον διαφορά με το γερμανικό δείκτη DAX, ο οποίος μάλιστα εμφανίζει να έχει ελαφρά χαμηλότερη επίδοση σε σχέση με τους δείκτες της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

 

Διάγραμμα 4:
Πρόκειται για την πλέον πρόσφατη περίοδο που ως βάση έχει την 31/12/2021. Στο διάγραμμα αυτό, βλέπουμε ότι, οι χρηματιστηριακοί δείκτες των μεσογειακών χωρών κινούνται σημαντικά καλύτερα αυτών της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Βεβαίως, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι, η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της προηγούμενης πορείας των δεικτών. Αυτό δεν είναι λανθασμένο. Όμως, οι δείκτες των μεσογειακών χωρών, κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, συνήθιζαν να “καταρρέουν” κατά τη διάρκεια διεθνών οικονομικών “επεισοδίων”, αφού επηρεάζονταν περισσότερο απ’ αυτές. Το γεγονός ότι, διατηρούνται θετικές, ή έχουν σαφώς καλύτερη πορεία από τους “μεγάλους” και ισχυρούς χρηματιστηριακούς δείκτες, πιθανότατα δεν είναι τυχαίο.

 

Δείτε το διάγραμμα διαδραστικά, εδώ.

 

 

 

Επιστροφή στα περιεχόμενα, εδώ