Πώς ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έδωσε τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο

05 Σεπτεμβρίου 2022, 09:45 | Ιστορία

Πώς ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έδωσε τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο

Στις 23 Δεκεμβρίου του 1991, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, και ο πρώτος πρόεδρος της Ρωσίας, Μπόρις Γέλτσιν, συναντήθηκαν για οκτώ ώρες προκειμένου να συζητήσουν για τη μεταβίβαση της εξουσίας. Στο τέλος, κατέβασαν μερικά σφηνάκια βότκα και ο Γκορμπατσόφ, αφού ένιωσε κάποια αδιαθεσία, εξαφανίστηκε στο πίσω γραφείο του, ενώ ο Γέλτσιν απομακρύνθηκε με βηματισμό «λες και ήταν σε παρέλαση», θυμάται ο Αλεξάντερ Γιάκοβλεφ, στενός σύμμαχος του Γκορμπατσόφ, o οποίος είχε μεσολαβήσει για τη συνάντηση.

Όταν ο Γιάκοβλεφ πήγε να δει τον παλιό του σύντροφο, τον βρήκε ξαπλωμένο σ’ έναν καναπέ με δάκρυα στα μάτια. «Βλέπεις, έτσι γίνεται συνήθως», είπε ο Γκορμπατσόφ, ο οποίος μόλις είχε χάσει τη θέση του προέδρου της Σοβιετικής Ένωσης και μαζί και τη χώρα. Ο Γιάκοβλεφ προσπάθησε να τον παρηγορήσει, αλλά δεν του ήταν εύκολο. «Ένιωθα ότι αυτό που είχε συμβεί ήταν άδικο, και αυτό με “έπνιγε”. Ο άνθρωπος που είχε φέρει δραστικές αλλαγές στον κόσμο… ήταν ένα αβοήθητο θύμα της σκληρότητας και της ιδιοτροπίας της ιστορίας».

Ήταν μια ιστορία που ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ είχε ξεκινήσει. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, διάφορα ερωτήματα άρχισαν να ταλανίζουν τα μυαλά δυτικών, των Ρώσων και των Κινέζων. Γιατί ένας άνδρας που ήταν επικεφαλής υπερδύναμης υπονόμευσε την ίδια του την εξουσία; Μήπως απλώς δεν κατάλαβε τις συνέπειες των πράξεών του ή μήπως τον παρέσυρε το θάρρος και όραμά του; Πώς ο Γκορμπατσόφ, γόνος αγροτικής οικογένειας που έγινε αρχηγός του Κομμουνιστικού Κόμματος με το φεντόρα, έγινε ο πολιτικός άνδρας που κατάφερε να απελευθερώσει τον λαό του από 70 χρόνια ψεύδους και φόβου, να δώσει τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο και να διαλύσει τη Σοβιετική Ένωση; Ήταν προϊόν του σοβιετικού συστήματος, όπως ισχυριζόταν, ή το «γενετικό του λάθος», όπως τον περιέγραψε ο Αντρέι Γκράτσεφ, ένας από τους πρώτους βιογράφους του; Τι είναι αυτό που έκανε τον Γκορμπατσόφ Γκορμπατσόφ;

Αυτά είναι τα ερωτήματα που ο Γουίλιαμ Τάουμπμαν, Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, επιχειρεί να απαντήσει στην περιεκτική και εξαιρετικά ευανάγνωστη περιγραφή της ζωής του Γκορμπατσόφ. «Δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε τον Γκορμπατσόφ», είπε ο πρώην σοβιετικός ηγέτης στον Τάουμπμαν, μιλώντας για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο. Ο συγγραφέας δίνει μία τολστοϊκή οπτική στην πρόσφατη ιστορία της Ρωσίας και δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία στην περιγραφή μίας ζωής που είναι πολλά περισσότερα από απλή πολιτική. Πρόκειται για τη λογική συνέχεια της βιογραφίας του Νικίτα Χρουστσόφ από τον Τάουμπμαν, η οποία κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ, το 2004.

Η χρήση της αφύσικης και χιλιοειπωμένης σοβιετικής «προπαγανδιστικής γλώσσας» έκανε τον Γκορμπατσόφ να μοιάζει με απαράτσικ. Oι επιλογές του, ωστόσο, επηρεάζονταν πολύ περισσότερο από ένα ένστικτο ηθικής και κοινής λογικής παρά από το μαρξιστικό δόγμα και τη σοβιετική ιδεολογία. Πώς, όμως, επιβίωσαν αυτά τα φυσιολογικά ανθρώπινα αντανακλαστικά σε μια όχι και τόσο φυσιολογική χώρα;

Ο Τάουμπμαν ονομάζει το πρώτο του κεφάλαιο “ Childhood, Boyhood, and Youth” (από τον τίτλο της ημι-αυτοβιογραφικής τριλογίας του Τολστόι), και προσπαθεί να δώσει ορισμένες απαντήσεις. Ο Γκορμπατσόφ γεννήθηκε στο χωριό Πριβόλνογιε, στη νότια στέπα της Ρωσίας, το 1931 – κρίσιμο έτος για την ιστορία της Ρωσίας με περισσότερο δραματικές συνέπειες, από πολλές απόψεις, από εκείνες της επανάστασης του 1917. Ο Στάλιν εδραίωσε την απόλυτη εξουσία στα χέρια του και εξαπέλυσε τη βίαιη κολεκτιβοποίηση. Tο ίδιο έτος ξέσπασε και λιμός που στοίχισε τη ζωή σε δύο θείους και μία θεία του Γκορμπατσόφ και κατέστρεψε την αγροτική τάξη της Ρωσίας.

Ένας από τους παππούδες του απέρριπτε την ιδέα της κολεκτιβοποίησης, φύλαγε μια ορθόδοξη εικόνα στο σπίτι του και συνελήφθη το 1934 επειδή δεν καλλιεργούσε, όπως τον διέταζαν – δεν υπήρχαν σπόροι για να μπορέσει να καλλιεργήσει. Ο άλλος παππούς του ήταν κομμουνιστής, ο οποίος δέχθηκε με μεγάλη χαρά και βοήθησε πολύ στην κολεκτιβοποίηση, κρέμασε πορτρέτα του Στάλιν και του Λένιν στον τοίχο και, παρόλα αυτά, συνελήφθη το 1937 – ώστε να επιτευχθεί η Μεγάλη Εκκαθάριση του Στάλιν. Ως εκ θαύματος, και οι δύο παππούδες επέζησαν. Ωστόσο, η βιαιότητα της κολεκτιβοποίησης και η ιστορία για με το πώς βασανίστηκε ο κομμουνιστής παππούς άφησαν μία γενική αίσθηση αδικίας.

Μια άλλη σημαντική ανάμνηση ήταν αυτή του πολέμου. Ο Γκορμπατσόφ ήταν δέκα ετών όταν ο πατέρας του, ένας ευγενικός και αγαπητός άνθρωπος, πήγε στο μέτωπο και το χωριό του γέμισε με Ναζί. Ο πατέρας του Γκορμπατσόφ, που είχε λανθασμένα καταγραφεί ως νεκρός, επέστρεψε τελικά στην πατρίδα του, το 1945. Όπως σημειώνει ο Τάουμπμαν, το γεγονός ότι οι παππούδες του και ο πατέρας του ξέφυγαν από την τραγωδία εν τη γενέσει της, ενστάλαξε στον μικρό τότε Γκορμπατσόφ μια υπερβολική αίσθηση αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης. Παρ’ όλες τις κακουχίες, είχε ζήσει ευτυχισμένα παιδικά χρόνια.

Ήταν περήφανος που δούλευε με τον πατέρα του στα χωράφια 20 ώρες την ημέρα, γεμάτος χώματα και καύσιμα, επειδή χειριζόταν μια τεράστια θεριζοαλωνιστική μηχανή στην οποία μπορούσε να σκαρφαλώσει από οποιαδήποτε μεριά – «ακόμη και εκεί που το καρούλι περιστρεφόταν και οι κόφτες τρίζανε τα δόντια τους». Η σκληρή δουλειά του Γκορμπατσόφ ανταμείφθηκε με το Τάγμα του Κόκκινου Λάβαρου της Εργασίας, το οποίο τον βοήθησε να εισαχθεί στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, όπου γνώρισε τη σύζυγό του, Ραΐσα.

Ο Γκορμπατσόφ ξεκίνησε την επαγγελματική του ζωή με ένα σύνολο αξιών που, αργότερα, καθόρισαν τις πολιτικές που ακολούθησε. Απέρριψε τη σωματική βία ως τρόπο διακυβέρνησης, πίστευε στην αξιοπρέπεια και τη σκληρή εργασία και σεβόταν την ιδιωτική ζωή. Δεν ήταν αντιφρονών. Πράγματι, από πολλές απόψεις ήταν ένας Σοβιετικός «υπόδειγμα» – εργατικός, με καταγωγή από αγροτική περιοχή και χωρίς αστικές απόψεις, όπως η επιθυμία για ατομική ιδιοκτησία. Πίστευε στις υψηλές αρχές του σοσιαλισμού, όπως τις χαρακτήριζε αλλά δεν τις εφάρμοσε ποτέ το σοβιετικό καθεστώς. Το παράδοξο ήταν ότι μόνο ένας Σοβιετικός που ήταν αποφασισμένος να εφαρμόσει αυτές τις αρχές χωρίς να καταφύγει στο ψέμα και τη βία θα μπορούσε, τελικά, να διαλύσει το σοβιετικό καθεστώς.

Η πρώτη προσπάθεια να δοθεί στον σοσιαλισμό ένα ανθρώπινο πρόσωπο έγινε στην Τσεχοσλοβακία, το 1968, από τον στενότερο πανεπιστημιακό φίλο του Γκορμπατσόφ, τον Ζντένεκ Μλίναρ, μεταξύ άλλων. Το γεγονός ότι η προσπάθεια αυτή απέτυχε με τη βοήθεια των σοβιετικών τανκς δεν απομάκρυνε τον Γκορμπατσόφ από την ιδέα του σοσιαλισμού, αλλά τον έκανε ακόμη πιο αποφασισμένο να το ξαναδοκιμάσει όταν έλαβε την εξουσία, είκοσι περίπου χρόνια μετά. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελε ο Γκορμπατσόφ- ήρθε για να τη σώσει, όχι για να την διαλύσει.

Κατά ειρωνικό τρόπο, αυτά που επέτρεψαν στον Γκορμπατσόφ να πετύχει τα όσα πέτυχε ήταν η ισχύς του γενικού γραμματέα και ο συνεχής φόβος των κομματικών μηχανισμών να μην τον προσβάλουν. Δεν ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος έχοντας κάποιο μεγάλο στρατηγικό σχέδιο (δεν θα άντεχε για πολύ στην εξουσία, αν το είχε κάνει). Ήθελε απλώς να βελτιώσει τις θλιβερές συνθήκες διαβίωσης των συμπατριωτών του, οι οποίες τον ενδιέφεραν περισσότερο από τη γεωπολιτική θέση της Σοβιετικής Ένωσης ως υπερδύναμη, την οποία θεωρούσε δεδομένη. Το ένστικτό του τού έλεγε ότι, εάν η χώρα απαλλασσόταν από τον υπερβολικό εσωτερικό έλεγχο και τη μακρά αντιπαράθεσή της με τη Δύση, θα έμπαινε και πάλι σε τάξη υπό τη συνεχή ηγεσία του κόμματος. Η εξωτερική του πολιτική απορρέει από αυτό. Ήταν η ανθρωπιά του και όχι οι συχνά βαρύγδουπες δηλώσεις του που έπεισαν τη Μάργκαρετ Θάτσερ ότι ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο μπορούσε να «συνεργαστεί».

Ωστόσο, όσο αποκαλυπτικό κι αν είναι το βιβλίο για την ικανότητα του Γκορμπατσόφ να ξεπερνά τα ιδεολογικά δόγματα που απαιτούσαν να τα βάλει με τη Δύση, άλλο τόσο αποκαλυπτικό είναι και για το πώς οι δυτικοί ηγέτες ήταν ανίκανοι ή απρόθυμοι να τον πιστέψουν. Αυτό έγινε εμφανές κατά τη διάρκεια της προεδρίας του πρεσβύτερου Τζορτζ Μπους, ορισμένοι από τους συμβούλους του οποίου, αυτοχαρακτηριζόμενοι «ρεαλιστές», υποστήριξαν ότι οι μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσόφ τον καθιστούσαν δυνητικά πιο επικίνδυνο από τους προκατόχους του.

Ακόμη κι όταν ο Γκορμπατσόφ αποδέχθηκε την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, την ενοποίηση της Γερμανίας και, τελικά, την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, ο Μπους έπαιζε με την αδυναμία του Γκορμπατσόφ να θέλει να τον «εκθειάζουν», αλλά δεν ένιωθε καμία υποχρέωση να βοηθήσει οικονομικά τη Ρωσία ή να τον διευκολύνει πολιτικά. «Δεν με αφορά! Εμείς επικρατήσαμε. Εκείνοι όχι. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους Σοβιετικούς να μετατρέψουν την ήττα σε νίκη», είπε στον Χέλμουτ Κολ, καγκελάριο της Γερμανίας. Αυτή η θριαμβολογία ήταν άστοχη και, αργότερα, θα γύριζε μπούμερανγκ στην Αμερική.

Ο Τάουμπμαν υποστηρίζει ότι οι κυβερνώντες στη Δύση δεν είχαν το όραμα και τη βούληση να επεκτείνουν ένα σχέδιο τύπου Μάρσαλ στη Σοβιετική Ένωση του Γκορμπατσόφ (και αργότερα στη Ρωσία του Γέλτσιν). Αυτοί που το είχαν δεν ήταν πλέον στην εξουσία. Το 1991, η Θάτσερ απευθύνθηκε στον Μπους: «Πρέπει να βοηθήσουμε τον Μιχαήλ… Λίγα χρόνια πριν, ο Ρον κι εγώ θα δίναμε τον κόσμο για να πετύχουμε αυτό που έχει ήδη επιτυεχθεί. Αν η Δύση δεν ερχόταν να βοηθήσει τον Γκορμπατσόφ, υποστήριξε, «η ιστορία δεν θα μας το συγχωρούσε».

Η ζωή του Γκορμπατσόφ – μοναδικό παράδειγμα μεταξύ των σοβιετικών ηγετών – δεν τελείωσε όταν αποσύρθηκε από αξίωμά του, ούτε και η βιογραφία του Τάουμπμαν. Για κάποιο ακατανόητο λόγο, για τους σύγχρονους Ρώσους πολιτικούς, ο Γκορμπατσόφ «έφυγε σχεδόν με άδεια χέρια» από την προεδρία του· ενώ θα μπορούσε να κέρδιζε χρήματα, αν διαφήμιζε την Pizza Hut και τις τσάντες Louis Vuitton. Ωστόσο, η μεγαλύτερη απώλειά για εκείνον ήταν αυτή της αγαπημένης του συζύγου και βοηθού, της Ραΐσα, η οποία πέθανε από λευχαιμία το 1999. Τις τελευταίες ημέρες ζωής της συζύγου του, ο Γκορμπατσόφ, φορώντας αποστειρωμένη μάσκα, την κρατούσε στην αγκαλιά του στο γεωργικό τους μηχάνημα, θυμίζοντάς της την κοινή τους ζωή. Η αξιοπρεπής αποχώρηση του Γκορμπατσόφ από το αξίωμά του – που είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή πολιτική – μας βοηθά να εξηγήσουμε τι είναι αυτό που έκανε τον Γκορμπατσόφ Γκορμπατσόφ: το ότι ήταν ένας καλός άνθρωπος από τη Σοβιετική Ένωση.

 

Πηγή: ot.gr