Αρχική | Οικονομία | Διεθνής Οικονομία | Οι Γερμανοί βιομήχανοι ζητούν δημοσιονομική χαλάρωση

Οι Γερμανοί βιομήχανοι ζητούν δημοσιονομική χαλάρωση

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Οι Γερμανοί βιομήχανοι ζητούν δημοσιονομική χαλάρωση

Εντείνεται η πίεση που ασκούν ισχυροί παράγοντες της γερμανικής οικονομίας στο Βερολίνο ζητώντας να απαγκιστρωθεί από την ιδεοληψία του μηδενικού ελλείμματος και της απόλυτης δημοσιονομικής πειθαρχίας και να προχωρήσει στην έκδοση χρέους. Η Ενωση Γερμανών Βιομηχάνων (BDI) συντάχθηκε χθες με οικονομολόγους και πολιτικούς που επισημαίνουν πως η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας διολισθαίνει σε ύφεση, αλλά την ίδια στιγμή έχει τη δυνατότητα να δανειστεί με αρνητικά επιτόκια και πρέπει να την εκμεταλλευτεί για να επενδύσει στις απηρχαιωμένες υποδομές της.

Μιλώντας για λογαριασμό της BDI, ο πρόεδρός της και εκ των πλέον επιτυχημένων επιχειρηματιών της Γερμανίας, Ντίτερ Κεμπφ, τόνισε πως είναι πλέον καιρός να μπει σε δεύτερη μοίρα ο κανόνας του μηδενικού ελλείμματος, κυρίως επειδή η χώρα χρειάζεται επιτακτικά γενναίες επενδύσεις στην παιδεία και στις ψηφιακές υποδομές της. Υπενθύμισε μάλιστα πως η BDI έχει υποστηρίξει την πολιτική του μηδενικού ελλείμματος όταν τέθηκε σε εφαρμογή πριν από μια δεκαετία «επειδή τότε υπήρχε πραγματική ανάγκη για δημοσιονομική πειθαρχία». Προσέθεσε, όμως, πως η κατάσταση έχει αλλάξει καθώς η περίοδος της ανάπτυξης οδεύει προς το τέλος της, η Γερμανία μπορεί να δανειστεί με αρνητικά επιτόκια και «έχουμε μεγάλο έλλειμμα επενδύσεων».

Οπως τονίζει σε σχετικό ρεπορτάζ της η βρετανική εφημερίδα Financial Times, πρόκειται για μία από τις πλέον σημαντικές παρεμβάσεις στον δημόσιο διάλογο, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη και αφορά το κατά πόσον η πολιτική του μηδενικού ελλείμματος παραμένει η ενδεδειγμένη για τη Γερμανία, δεδομένου μάλιστα ότι η οικονομία της βρίσκεται σε στασιμότητα και το κόστος του δανεισμού σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Τα περιθώρια ελιγμών του Βερολίνου είναι πάντως περιορισμένα, καθώς τα καθορίζει το λεγόμενο «φρένο χρέους» που ενσωματώθηκε στο σύνταγμα της Γερμανίας προ δεκαετίας. Το εν λόγω μέτρο προβλέπει πως η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάσει διαρθρωτικό έλλειμμα μέχρι 0,35% του γερμανικού ΑΕΠ, ενώ τα 16 κρατίδια απαγορεύεται να εμφανίσουν οποιοδήποτε έλλειμμα.

Το μέτρο είναι συνυφασμένο με το πρόσωπο του πρώην υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που αποτέλεσε το σκληρότερο «γεράκι» της δημοσιονομικής πολιτικής. Υπό την καθοδήγηση του Σόιμπλε όσο και τώρα υπό τον διάδοχό του Ολαφ Σολτς, η Γερμανία εμφανίζει δημοσιονομικά πλεονάσματα επί πέντε συναπτά έτη, χάρη στη στιβαρή ανάπτυξη της οικονομίας της, το ιστορικό ρεκόρ απασχόλησης και τις ισχυρότατες εξαγωγές. Οι συνθήκες όμως έχουν αλλάξει. Η γερμανική οικονομία επιβραδύνεται, καθώς έχει δεχθεί πλήγμα από τον σινοαμερικανικό εμπορικό πόλεμο και την αβεβαιότητα γύρω από το Brexit, με αποτέλεσμα να αυξάνεται διαρκώς ο κίνδυνος να διολισθήσει σε ύφεση. Ολο και περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν δεδομένο ότι η Γερμανία θα είναι σύντομα σε ύφεση, καθώς έχει προηγηθεί η συρρίκνωση του ΑΕΠ της το β΄ τρίμηνο του έτους.

Στο μεταξύ, οικονομολόγοι και επιχειρηματίες χαρακτηρίζουν πλέον εμμονή την προσήλωση του Βερολίνου στην πολιτική του μηδενικού ελλείμματος που, όπως επισημαίνουν, δεν ωφελεί σε τίποτε όταν οι επενδυτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν τη Γερμανία για να τη δανείσουν. Γιατί αυτό συμβαίνει στην πράξη όταν οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων του γερμανικού δημοσίου βρίσκονται στο -0,60%. Οπως, άλλωστε, τόνισε ο Ντίτερ Κεμπφ, «το φρένο χρέους επιτρέπει στην κυβέρνηση να αντλεί από 10 έως 15 δισ. ευρώ ετησίως που μπορεί να χρησιμοποιήσει για επενδύσεις».

Εκκληση από ΕΚΤ και ΔΝΤ

Οι εκκλήσεις για αλλαγή στάσης στη δημοσιονομική πολιτική δεν περιορίζονται στο εσωτερικό της Γερμανίας, αλλά προέρχονται και από πολύ ισχυρούς παράγοντες της παγκόσμιας οικονομίας.

Ο απερχόμενος πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, προειδοποίησε προ ημερών ότι πρέπει να δράσουν άμεσα οι κυβερνήσεις για να αναθερμάνουν την οικονομία της Ευρωζώνης και τις κάλεσε να καταβάλουν προσπάθειες για να τονώσουν τη ζήτηση. Χωρίς, βέβαια, να κατονομάσει τη Γερμανία, υπογράμμισε πως «είναι καιρός να αναλάβει καθήκοντα η δημοσιονομική πολιτική». Οι μεγαλύτερες ανάγκες της Γερμανίας για επενδύσεις αφορούν την ψηφιακή της υποδομή, αλλά και την ανακαίνιση μεγάλου αριθμού παλαιών κτιρίων που πρέπει να αναβαθμιστούν ενεργειακά για να επιτευχθεί εξοικονόμηση κόστους.

Εξάλλου, το ΔΝΤ έχει επανειλημμένως καλέσει τη Γερμανία να αυξήσει τις δαπάνες για να τονώσει τη ζήτηση και προπαντός να διοχετεύσει τα δυσθεώρητα πλεονάσματά της στον εκσυγχρονισμό των υποδομών της. Σημειωτέον, πάντως, ότι ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων, Ντίτερ Κεμπφ, δεν συμμερίζεται την άποψη πως η Γερμανία οδεύει προς ύφεση. Επισημαίνει, αντιθέτως, ότι μετά μια δεκαετία ανάπτυξης και πολύ υψηλής απασχόλησης, το εμπόριο και ο κατασκευαστικός κλάδος εμφανίζουν καλή εικόνα. Προειδοποίησε, ωστόσο, πως «αυτό θα μπορούσε να αλλάξει άμεσα όταν οι άνθρωποι φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους και η εμπιστοσύνη εξανεμίζεται».

Πηγή: www.kathimerini.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text