Αμοιβαία Κεφάλαια
Μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια
Γιατί δεν πετυχαίνουν ικανοποιητικές αποδόσεις;
Το 2020 ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια. Όπως άλλωστε και για το σύνολο της χρηματιστηριακής αγοράς. Στην αρχή του έτους, το συνολικό ενεργητικό είχε φτάσει στο ποσό του € 1,115 δισεκατομμύρια, που ήταν και το υψηλότερο επίπεδο από το καλοκαίρι του 2014. Ο αριθμός των μεριδίων βρισκόταν στα 398 εκατομμύρια και ξεπέρασε και τα 417 εκατομμύρια κατά το μήνα Φεβρουάριο -τον μεγαλύτερο αριθμό καθ’ όλη τη διάρκεια της 10ετούς κρίσης- και συνέχιζε να αυξάνεται, καθώς νέα κεφάλαια εισέρρεαν στα ταμεία των ΑΕΔΑΚ. Όλα έδειχναν ότι, στο 2020, θα σημειώνονταν νέα ρεκόρ στο ύψος των κεφαλαίων, στα μερίδια και στις αποδόσεις.
Η έκρηξη της κρίσης του κορωνοϊού, ανέτρεψε τα πάντα. Οι περισσότεροι από τους νέους μεριδιούχους δεν έχουν ρευστοποιήσει ακόμη τα μερίδιά τους (στο πρώτο τρίμηνο, ο αριθμός τους μειώθηκε μόλις κατά 0,2% -πούλησαν όμως όσοι αγόρασαν τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο), όμως η απόδοση του τριμήνου ήταν απογοητευτική: -31,4% (μέση απόδοση των μετοχικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων). Το συνολικό ενεργητικό κατέρρευσε στα 732,4 εκατομμύρια ευρώ, έχοντας απολέσει 34,3% από την αρχή του έτους.
Όπως παραδοσιακά κάνουμε κάθε τρίμηνο, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, καταγράφουμε, επεξεργαζόμαστε και δημοσιεύουμε τα χαρτοφυλάκια του συνόλου των Αμοιβαίων Κεφαλαίων που επενδύουν σε ελληνικές μετοχές. Αυτή τη φορά, θέλουμε να ξεφύγουμε από τον συνήθη τρόπο παρουσίασης και να ασχοληθούμε με το πρόβλημα των αποδόσεων.
Στον παρακάτω πίνακα, εμφανίζεται η -πρωτοβάθμια- διάρθρωση των χαρτοφυλακίων των μετοχικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων, από το τέλος του 2018, έως σήμερα. Ας ρίξουμε μια ματιά.
Στις 31/12/2018, τα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια είχαν επενδύσει το 94,4% των κεφαλαίων τους, σε ελληνικές μετοχές (στον πίνακα εμφανίζεται 88,4% σε μετοχές εισηγμένων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και 6,0% σε ελληνικές εταιρίες που διαπραγματεύονται στο εξωτερικό -αφορά τις ελληνικές εταιρίες που “μετανάστευσαν” στα τελευταία χρόνια σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες). Η σύνθεση εκείνη, ήταν καταπληκτική, για εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αφού ο Γενικός Δείκτης βρισκόταν στις 613 μονάδες και κατά το 2019 ανέβηκε κατά 49,47%. Όμως, το πρόβλημα -ναι είναι πρόβλημα- είναι ότι, τα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια διατηρούν περίπου τα ίδια ποσοστά σε μετοχές, αμετάβλητα, εδώ και πολλά χρόνια.
Στο τέλος (31/12) του 2016, το σύνολο των (ελληνικών) μετοχών τους έφτανε στο 90,42%. Κατά το 2017, ο Γενικός Δείκτης ανέβηκε κατά 24,16%. Στο τέλος του 2017, το σύνολο των μετοχών τους έφτανε στο 94,59%. Κατά το 2018, ο Δείκτης έπεσε κατά -23,56%. Στο τέλος του 2018, όπως αναφέραμε, έφτανε στο 94,4%, ενώ ο Δείκτης ανέβηκε κατά 49,47%. Στο τέλος του 2019, το σύνολο των μετοχών έφτανε στο 95,0%.
Με άλλα λόγια, σε μία 5ετία, τα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια δεν άλλαξαν ούτε στρατηγική, ούτε και (πρωτοβάθμια) σύνθεση. Όπως επένδυαν το 2016, επενδύουν και στο 2020. Στα τέλη Μαρτίου του 2020 και ενώ ο Γενικός Δείκτης έχει καταρρεύσει, τα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια εξακολουθούν να έχουν τοποθετημένο σε μετοχές το 87,1% των κεφαλαίων τους.
Αν δε διαφοροποιούν τη στρατηγική τους σε σχέση με την κίνηση του Γενικού Δείκτη, πώς θα διαφοροποιήσουν τις αποδόσεις τους; Δείτε τη σύγκριση των αποδόσεων των μετοχικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων σε σχέση με το Γενικό Δείκτη; (εδώ). Μια χρονιά πάνω ο Γενικός Δείκτης και λίγο πιο κάτω τα Αμοιβαία Κεφάλαια. Την άλλη χρονιά κάτω ο Γενικός Δείκτης και με ελαφρά μικρότερες ζημιές τα Αμοιβαία Κεφάλαια. Όμως, αυτή δεν είναι ενεργητική διαχείριση.
Βεβαίως, ο νόμος επιβάλλει στα μετοχικά Α/Κ να έχουν πάντα τοποθετημένο σε μετοχές, τουλάχιστον το 65% του Ενεργητικού τους. Βέβαια, η διάταξη αυτή (της Ε.Ε.) είναι αναχρονιστική και θεσπίστηκε σε εποχές που οι αγορές ήταν σταθερές. Και βέβαια, θεσπίστηκε έχοντας ως πρότυπο άλλες χώρες όπου οι χρηματιστηριακές δείκτες δε σημειώνουν τις απίστευτα μεγάλες διακυμάνσεις που σημειώνουν στην Ελλάδα. Κακώς ισχύουν και θα έπρεπε να είχαν γίνει προσπάθειες είτε για την κατάργησή της, είτε για την εξαίρεση της Ελλάδας απ’ αυτή. Είναι απαράδεκτο να εγκλωβίζονται οι επενδυτές σε Α/Κ που δε μπορούν να ρευστοποιήσουν. Όμως, έστω και 65%. Είναι επαρκές για να κάνει ένα Αμοιβαίο Κεφάλαιο τη διαφορά. Ας μείωνε το ποσοστό του στο 65% κατά τη διάρκεια της 10ετίας, έστω και μία φορά.
Πού θέλουμε να καταλήξουμε; Ότι, στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, ο βασικός παράγοντας για την επίτευξη αποδόσεων σημαντικά μεγαλύτερων του Γενικού Δείκτη (επειδή αυτό επιζητά κάποιος εισέρχεται σε ένα Αμοιβαίο Κεφάλαιο), δεν είναι η επιλογή των μετοχών. Βασικός παράγοντας είναι η επιλογή του χρόνου (κατάλληλο timing). Το έχουμε γράψει πολλές φορές: στην πλημμυρίδα, όλες οι βάρκες ανεβαίνουν. Το ζήτημα είναι να μπορέσει κάποιος να συγχρονιστεί με τους χρόνους της παλίρροιας (πλημμυρίδα και άμπωτη). Τα Αμοιβαία Κεφάλαια πρέπει να είναι σε θέση να πετυχαίνουν καλύτερο timing για να οδηγηθούν σε καλύτερες αποδόσεις. Μόνον έτσι θα μπορέσουν να προσελκύσουν νέους πελάτες, νέα κεφάλαια και να συμβάλλουν, ως θεσμικοί επενδυτές, στην ωρίμανση και τη βελτίωση της λειτουργίας της χρηματιστηριακής μας αγοράς.
Άλλωστε, κοινή διαπίστωση όλων των διαχειριστών των μετοχικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων, είναι ότι η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχει πλέον αποψιλωθεί από τις μετοχές της. Είναι ελάχιστες οι μετοχές που μπορεί κάποιος να επιλέξει και να διαφοροποιηθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι, τα 62 (παντός τύπου) Αμοιβαία Κεφάλαια που περιέχουν ελληνικές μετοχές και τα οποία εξετάζουμε, επενδύουν σε μόλις 81 μετοχές. Με ένα τόσο μικρό αριθμό μετοχών, δε μπορεί να υπάρξει ουσιαστική διαφοροποίηση. Πολύ δε περισσότερο αν λάβουμε υπόψη μας ότι, από αυτές τις 81 μετοχές, ίσως λιγότερες από τις μισές να είναι αξιόλογες για τοποθέτηση.
Στους πίνακες των επόμενων τριών σελίδων παραθέτουμε τις μετοχές που κατέχονται από Αμοιβαία Κεφάλαια και συγκρίνουμε τον αριθμό των μετοχών που κατέχονταν στις 31/3/2020, σε σχέση με τον αριθμό της 31/12/2019. Παράλληλα, για κάθε μετοχή, αναφέρουμε από πόσα Αμοιβαία Κεφάλαια κατέχεται (αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο) και συγκρίνουμε τον αριθμό των Α/Κ από τα οποία κατέχονταν στις 31/3/2020, με τον αριθμό των Α/Κ από τα οποία κατέχονταν στις 31/12/2019.
Για τη συγκρότηση των πινάκων, λάβαμε υπόψη τα χαρτοφυλάκια όλων των ελληνικών Αμοιβαίων Κεφαλαίων που κατέχουν έως και μία ελληνική μετοχή. Εξετάζονται συνολικά 62 χαρτοφυλάκια Αμοιβαίων Κεφαλαίων (27 Μετοχικά, 26 Μικτά και 9 Λοιπών Κατηγοριών).
Οι συγκεντρωτικές, ανά τρίμηνο, μεταβολές στη διακράτηση ελληνικών μετοχών από ελληνικά Αμοιβαία Κεφάλαια, για το διάστημα από 31/12/2018 έως και 31/3/2020, δημοσιεύονται εδώ.
Δείτε το διάγραμμα εδώ.
Δείτε το διάγραμμα εδώ
Δείτε το διάγραμμα εδώ
Σχόλια (0)
Σχολιάστε το άρθρο