Αρχική | Χρηματιστήριο | Διεθνείς Αγορές | Αυστηρές ποινές για ελεγκτικούς ομίλους

Αυστηρές ποινές για ελεγκτικούς ομίλους

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Τα στελέχη των ελεγκτικών ομίλων θα μπορούσαν σύντομα να ξεκινήσουν να πληρώνονται όπως και οι τραπεζίτες. Οχι όμως με τον τρόπο με τον οποίο θα ήλπιζαν. Οι λεγόμενες Big Four –Deloitte, Ernst & Young, KPMG και PwC– έχουν επικριθεί έντονα για τον ρόλο τους σε ντροπιαστικά σκάνδαλα του χρηματοπιστωτικού κλάδου, όπως το πρόσφατο παράδειγμα της γερμανικής εταιρείας χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών Wirecard. Διάφορες πιθανές λύσεις, όπως για παράδειγμα η διάσπαση των μονάδων των ομίλων ή διπλές εποπτείες, ενδέχεται να αποτρέψουν τέτοιου είδους απάτες. Ωστόσο, ένας απλούστερος και ταχύτερος τρόπος θα ήταν η αναστολή πληρωμής των στελεχών στις ελεγκτικές εταιρείες.

Ο ρόλος της Ernst & Young στην εποπτεία της υπό κατάρρευση εταιρείας Fintech εξετάζεται ενδελεχώς. O κολοσσός του λογιστικού τομέα, ο οποίος αποκόμισε σχεδόν 10 εκατ. ευρώ για την εποπτεία των ισολογισμών της γερμανικής επιχείρησης επί δέκα χρόνια, κατηγορείται, διότι απέτυχε να διασφαλίσει την ύπαρξη 1,9 δισ. ευρώ σε λογαριασμούς σε τράπεζες στις Φιλιππίνες. Επίσης, ο όμιλος οφείλει να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο πέντε διαφορετικά στελέχη ενέκριναν τους ισολογισμούς της Wirecard σε βάθος πέντε ετών.

Δεν πρόκειται για το μοναδικό σκάνδαλο τέτοιου είδους. Η ανταγωνιστική KPMG είχε παγιδευτεί στο σκάνδαλο της οικογένειας Γκούπτα στη Νότιο Αφρική και στη βρετανική κατασκευαστική Carillion το 2018. Αντίστοιχα, η PwC δέχθηκε πρόστιμο ύψους 7,9 εκατ. δολαρίων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) το 2019 για την παραβίαση των κανόνων ανεξαρτησίας των εποπτικών αρχών. Επίσης, στην Deloitte επιβλήθηκε πρόστιμο 6,5 εκατ. στερλινών (σχεδόν 8 εκατ. δολαρίων) για παραπτώματα στην εποπτεία της βρετανικής Serco το 2019.

Μία διάσπαση θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη προς τις Big Four. Η βρετανική αρχή ανταγωνισμού θεωρεί πως οι τέσσερις μεγάλοι όμιλοι θα έπρεπε να διαχωρίσουν τις μονάδες εποπτείας από τις συμβουλευτικές τους μονάδες. Εξάλλου, διατηρώντας μόνο μία πηγή εσόδων, οι εταιρείες θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν περισσότερο και να σταματήσουν τις προσπάθειες απόσπασης υψηλών χρεώσεων για τις συμβουλευτικές τους υπηρεσίες. Δεδομένου όμως ότι η Wirecard δεν αξιοποίησε τη συμβουλευτική μονάδα της Ernst & Young, αυτή η λύση από μόνη της δεν φαίνεται αρκετή.

Μία άλλη επιλογή είναι ο διαμοιρασμός του φόρτου εργασίας. Οσοι υποστηρίζουν την τακτική της διπλής εποπτείας, θεωρούν ότι οι big four θα ελέγχονταν περισσότερο και θα όφειλαν να απαντήσουν σε σκληρές ερωτήσεις από τις συνεργαζόμενες εποπτικές αρχές. Ωστόσο, με τον διαμοιρασμό του έργου υπάρχει μία περίπτωση ένα μέρος της εργασίας να μην αναληφθεί από κανέναν και συνεπώς η συνολική ποιότητα της εποπτείας να είναι χαμηλότερη.

Αυτό οδηγεί στην τελευταία λύση, της καθυστέρησης πληρωμής. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η Ernst & Young κατηγορείται ότι απέτυχε να πραγματοποιήσει έναν από τους πιο βασικούς ελέγχους για μία εποπτική αρχή –δηλαδή να επιβεβαιώσει ότι μία εταιρεία έχει το σωστό ποσό μετρητών στις τραπεζικές της καταθέσεις– είναι πιθανόν οι δραστικές λύσεις να μην αποδειχθούν αποτελεσματικές.

Αντ’ αυτού, οι εποπτικές εταιρείες θα έπρεπε να έχουν την ίδια αντιμετώπιση με τις τράπεζες, όπου ένα μεγάλο μέρος των αποδοχών των υψηλόβαθμων στελεχών, που αποκομίζουν κατά μέσον όρο σχεδόν 1 εκατ. δολάρια κάθε χρόνο, παρακρατείται, για παράδειγμα, έως και επτά χρόνια.

Οταν βρίσκονται σε κίνδυνο τα δικά τους χρήματα, οι εποπτικές αρχές ενδέχεται να σφάλλουν ξανά, αλλά κατά πάσα πιθανότητα θα είναι πιο επιμελείς στη δουλειά τους.

 

 

AIMEE DONNELLAN

 

Πηγή: kathimerini.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text