Αρχική | Εταιρίες | Τράπεζες | Το στοίχημα των τραπεζών για να αποφευχθούν οι αυξήσεις κεφαλαίου

Το στοίχημα των τραπεζών για να αποφευχθούν οι αυξήσεις κεφαλαίου

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Της Νένας Μαλλιάρα

Οι επαναλαμβανόμενες δημόσιες πλέον δηλώσεις από την πλευρά του SSM, μέσω Ένρια, και από το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, μέσω Ντε Γκίντος, για την ανάγκη ενός συνολικού πλάνου κεφαλαιακής ενίσχυσης των ευρωτραπεζών μέσω ΑΜΚ και... συγχωνεύσεων  –και μάλιστα σύντομα– αποτελούν τις τροχιοδεικτικές βολές μέσα από τις οποίες διαμορφώνεται ο τραπεζικός ορίζοντας της Ευρωζώνης και στην Ελλάδα.

Ειδικά στο "ευπαθές" ελληνικό περιβάλλον, στο οποίο έρχεται να προστεθεί και η προοπτική της bad bank με τη μορφή Asset Management Company (AMC), όπως ήδη έχει αποκαλύψει το Capital.gr, η πίεση για κεφαλαιακές ενισχύσεις αρχίζει να διευρύνεται μέσα στο 2021. Σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr, οι σχετικοί προβληματισμοί είναι "ζωηροί" και έχουν αρχίσει να καταγράφονται στις επικοινωνίες μεταξύ κυβέρνησης, ΤτΕ και διοικήσεων τραπεζών, ενώ παράλληλα μεταφέρονται και προς την ΕΚΤ και τον SSM.

Παρ' όλα αυτά, το "σύνθημα" που προωθείται από την ΕΚΤ (Φρανκφούρτη) και την Κομισιόν (Βρυξέλλες) για συγχωνεύσεις και αυξήσεις κεφαλαίου με ιδιωτικά κεφάλαια στις ευρωπαϊκές τράπεζες στον ορίζοντα της επόμενης διετίας είναι σαφές και έχει διπλό χαρακτήρα, "επιθετικό", αλλά και "αμυντικό". Η "επίθεση" στοχεύει στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και τη συμβολή του στην οικονομική ανάκαμψη. Η "άμυνα" ταυτόχρονα αξιολογείται ως αναγκαία, καθώς οι πολύ χαμηλές τιμές στις οποίες διαπραγματεύονται διεθνώς οι τραπεζικές μετοχές μπορεί να καταστήσουν εύκολη την "άλωση" (και δη από Ανατολάς) ευρωπαϊκών τραπεζικών "οχυρών".

Τις μεγάλες προκλήσεις για τις τράπεζες φέρνουν σταδιακά σε πρώτο πλάνο οι επιπτώσεις της κρίσης του κορονοϊού, που αποτυπώνονται πλέον ορατά στα στοιχεία για την ύφεση του β' και του γ' τριμήνου 2020 και αναμένεται να αποτυπωθούν μέχρι και στο α' τρίμηνο του 2021. Η ενίσχυση του τραπεζικού τομέα με ιδιωτικά κεφάλαια και οι συγχωνεύσεις θα αποτελέσουν κομβικό σκέλος της στρατηγικής που θα αναπτυχθεί πανευρωπαϊκά στο τραπεζικό σύστημα την επόμενη διετία. Αυτά είναι τα... μεγάλα νέα από τις συζητήσεις και προετοιμασίες που ωριμάζουν ήδη στη Φρανκφούρτη και τις Βρυξέλλες.

Οι συνέπειες της πανδημίας

Ο δραματικός αντίκτυπος της πανδημικής κρίσης στην πραγματική οικονομία όλων των κρατών-μελών της Ε.Ε., που οδήγησε στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης με κεφάλαια 750 δισ. ευρώ, φέρνει στο επίκεντρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Αλλά, όπως επισημαίνεται αρμοδίως στην Αθήνα, βρίσκει το εγχώριο τραπεζικό περιβάλλον σε μια ιδιαίτερη κατάσταση, τόσο λόγω των πιέσεων από το πρόσφατο παρελθόν, που διαμόρφωσε ένα πολύ υψηλό ποσοστό NPLs, όσο και από τις πιθανές "παρενέργειες" στο μετοχικό τους κεφάλαιο, που συνοδεύουν τις προσπάθειες εξυγίανσης και ελάφρυνσης του όγκου αυτού, όπως, π.χ., με τις πωλήσεις δανείων (τιμολόγηση, προβλέψεις κ.λπ.) ή τη μεταφορά τους σε AMC (bad bank).

Οι αναγκαίες αλλαγές στο επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας των τραπεζών και η στροφή στην "πράσινη" ανάπτυξη έρχονται να προστεθούν στο βάρος των "κόκκινων" δανείων, που πλέον αποτελούν πραγματικότητα για όλες τις τράπεζες στην Ευρώπη. Με ήδη "τρωτό σημείο" τη χαμηλή τους κερδοφορία και σε περιβάλλον σχεδόν μηδενικών επιτοκίων, οι τράπεζες καλούνται να αναζητήσουν πλάνο ανάπτυξης για την επόμενη μέρα.

Το πλάνο αυτό, κρίσιμο για τη θωράκιση του τραπεζικού "οχυρού" της Ευρώπης, έχει "ωριμάσει" ήδη σε επίπεδο σχεδιασμού και δρομολογείται πλέον σε επίπεδο προγραμματισμού για την επόμενη διετία σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη. Αρχίζει να ωριμάζει, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, "η ομαλή και ελεγχόμενη ενίσχυση των κεφαλαίων" των τραπεζών. Προδιαγράφεται ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα οδηγείται, από το 2021, σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και σε συγχωνεύσεις, με κυρίαρχο στόχο τον αναπτυξιακό τους χαρακτήρα.

Δεν πάει καιρός από τα τέλη Ιουνίου, οπότε ο επικεφαλής της εποπτικής Αρχής (SSM) της ΕΚΤ, Αντρέα Ένρια, δήλωνε ότι η κρίση του κορονοϊού θα δημιουργήσει χώρο για συγχωνεύσεις και εξαγορές μεταξύ των τραπεζών της Ευρωζώνης, τόσο στο εσωτερικό όσο και διασυνοριακά, από τη στιγμή που μειώνει τα περιθώρια κερδοφορίας. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Λουίς ντε Γκίντος, δήλωσε στα τέλη Ιουλίου και το επανέλαβε πρόσφατα ότι η διαδικασία ενοποίησης των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι αναπόφευκτη. Μιλώντας σε συνέδριο στη Μαδρίτη τον Ιούλιο, ο κ. Ντε Γκίντος είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ότι ελπίζει η διαδικασία συγχωνεύσεων μεταξύ τραπεζών, τόσο σε εγχώριο επίπεδο μεταξύ μικρών και μεσαίων τραπεζικών ιδρυμάτων όσο και σε ολόκληρη την Ευρώπη με διασυνοριακές συγχωνεύσεις, να ξεκινήσει τις επόμενες εβδομάδες ή τους επόμενους μήνες (!).

Τα μηνύματα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης και της συγκέντρωσης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος ακούγονται πλέον εντονότερα από επίσημα χείλη, με τις διαδικασίες των συγχωνεύσεων να αφορούν με άμεσο τρόπο χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία.

Η σχετική δημόσια ρητορική των αρμόδιων αξιωματούχων είναι πλέον σαφής και απροκάλυπτη, την ίδια στιγμή που έχουν πυκνώσει οι σχετικές συζητήσεις σε "τεχνικό επίπεδο" με τους κεντρικούς τραπεζίτες σε κάθε χώρα-μέλος της Ευρωζώνης. Με τα στοιχεία για την ύφεση του γ' τριμήνου να αναμένονται χειρότερα των αρχικών εκτιμήσεων για ευρωπαϊκές χώρες μεγάλου ειδικού βάρους, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία, και την αυξημένη πιθανότητα για τοπικά lockdowns το δ' τρίμηνο του έτους, τα οποία θα καταστήσουν ακόμα δυσκολότερη την επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας, είναι προφανές γιατί η υγεία και η ισχύς του τραπεζικού κλάδου απασχολούν πλέον έντονα. Και γιατί από επίσημα ευρωπαϊκά χείλη προφέρεται ως μόνη επιλογή η έναρξη των τραπεζικών συγχωνεύσεων, και μάλιστα σύντομα.

Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα

Για την Ελλάδα επικρατεί μια επιφυλακτικότητα όσον αφορά την ταχύτητα και το εύρος των κινήσεων που θα μπορούσαν να δρομολογηθούν, καθώς βρίσκεται σε ένα ειδικό περιβάλλον προστασίας και λειτουργίας λόγω των παρεμβάσεων αλλά και των φορέων (ΤΧΣ) μέσα από τους οποίους εκφράζεται η σχέση κράτους και τραπεζών, που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία δέκα-δώδεκα χρόνια. Αναμένονται, πάντως, με ιδιαίτερη προσοχή αφενός η πορεία της οικονομίας στο β' εξάμηνο και αφετέρου το αποτέλεσμα που θα επιτευχθεί από τις κινήσεις μέσω "Ηρακλή" αλλά και των oργανισμών asset management (AMC)  / (bad bank), που θα δρομολογηθούν εκτός απροόπτου, ώστε να "καταληχθεί" το πώς θα πρέπει να επηρεαστεί το εγχώριο τοπίο από τις ευρύτερες αλλαγές στο πεδίο της κεφαλαιακής αύξησης.

Το "σύνθημα" για συγχωνεύσεις και αυξήσεις κεφαλαίου με ιδιωτικά κεφάλαια στις ευρωπαϊκές τράπεζες φαίνεται ότι έχει "επιθετικό", αλλά και "αμυντικό" χαρακτήρα. Η "επίθεση" επιβάλλεται με στόχο την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και τη δυνατότητα συμβολής του στην οικονομική ανάκαμψη. Η "άμυνα" είναι αναγκαία καθώς οι πολύ χαμηλές τιμές στις οποίες διαπραγματεύονται διεθνώς οι τραπεζικές μετοχές μπορεί να καταστήσουν εύκολη την "άλωση" (και δη από Ανατολάς) ευρωπαϊκών τραπεζικών "οχυρών".

Οι αλλαγές στον νόμο του ΤΧΣ

Το "στοίχημα" των ευρωπαϊκών τραπεζών με φόντο τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και τις συγχωνεύσεις είναι βέβαιο ότι δεν θα αφήσει εκτός και τις ελληνικές τράπεζες μέσα στην επόμενη διετία.

Τα τέλη του 2022 αποτελούν ένα καταληκτικό σημείο, καθώς μέχρι τότε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα πρέπει να έχει αποχωρήσει από το μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών.

Το ΤΧΣ ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2010 (ν. 3864/2010) ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με σκοπό τη συνεισφορά στη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Ενεργεί σε συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις που απορρέουν από το Μνημόνιο Συνεννόησης της 15/3/2012, το σχέδιο του οποίου κυρώθηκε με τον ν. 4046/2012 (Α' 28), και από τη Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της 19/8/2015, το σχέδιο της οποίας κυρώθηκε με τον ν. 4336/2015 (Α' 94), όπως κάθε φορά επικαιροποιούνται.

Μετά και την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2015, η οποία έγινε και με κεφάλαια των Ελλήνων φορολογουμένων, το ΤΧΣ εκπροσωπεί το Δημόσιο στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών, με στόχο την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου και τη δημιουργία κέρδους από την επένδυσή του στις τράπεζες. Βάσει του νόμου που διέπει τη σύστασή του, το Ταμείο έχει διάρκεια ζωής μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2022, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι τότε οφείλει να έχει καταρτίσει και υλοποιήσει στρατηγική εξόδου από το μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών.

Οι εξελίξεις που δρομολογεί ο κορονοϊός στις τράπεζες πανευρωπαϊκά επιταχύνουν και τον σχεδιασμό της κυβέρνησης για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ούτως ώστε αυτό να παίξει έναν πολύ ουσιαστικό ρόλο στην προετοιμασία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για την επόμενη μέρα.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, άμεσα μπαίνει στο τραπέζι η αναμόρφωση του νόμου για το ΤΧΣ και οι αλλαγές θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους.

Είναι κοινή παραδοχή ότι το Ταμείο δεν έχει διαδραματίσει μέχρι στιγμής τον ενεργητικό ρόλο που απαιτούσαν οι περιστάσεις αλλά και ο λόγος της δημιουργίας του. Αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα και, σε συνεχή συνεργασία με την κυβέρνηση, τις τράπεζες και τον ESM, το Γενικό Συμβούλιο και η Εκτελεστική Επιτροπή του ΤΧΣ να καταστρώσουν το σχέδιο για την επαύριον των ελληνικών τραπεζών. Η αναθεώρηση του νόμου για το ΤΧΣ σε αυτό ακριβώς θα αποβλέπει: στην ενίσχυση του ρόλου, των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών του για την ουσιαστική παροχή βοήθειας στις ελληνικές τράπεζες στις συνθήκες που διαμορφώνονται.

Το ΤΧΣ θα πρέπει να συμβάλλει ενεργά στα ζητήματα της μείωσης των "κόκκινων" δανείων, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της εταιρικής διακυβέρνησης, της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών τραπεζών και της προσαρμογής τους στο νέο περιβάλλον. Θα πρέπει να καθοδηγήσει και το ίδιο τις τράπεζες στην ενίσχυση της κερδοφορίας τους μέσω διαδικασιών περαιτέρω μείωσης του λειτουργικού κόστους, χωρίς την εύκολη λύση των μειώσεων προσωπικού, που θα έχει αντίκτυπο στην απασχόληση. Προς την κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να αναπτυχθούν εναλλακτικά σχέδια, όπως, π.χ., η σύμπτυξη τραπεζικών υποδομών που δεν απασχολούν εργαζομένους (ενδεικτικά, ΑΤΜs ή back office για ταυτοποίηση πελατών που θα μπορούσαν να λειτουργούν από κοινού για τις τράπεζες).

Ο ρόλος του ΤΧΣ είναι πολύ κρίσιμο να αναβαθμιστεί στην παρούσα φάση που οι ελληνικές τράπεζες προχωρούν στη δημιουργία νέων τραπεζικών οντοτήτων με απόσχιση δραστηριοτήτων (hive-down) και έχουν μπροστά τους να αντιμετωπίσουν και το θέμα του χειρισμού του αναβαλλόμενου φόρου. Τα κεφάλαια του αναβαλλόμενου φόρου αντιστοιχούν σε περισσότερο από το ήμισυ των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών και το θέμα αυτό θα αποτελέσει "κλειδί" για τις επόμενες αυξήσεις κεφαλαίου. Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένο ότι το ΤΧΣ θα πρέπει να καταρτίσει στρατηγική εξόδου του από τις τράπεζες με ορίζοντα τα τέλη του 2022, η αναθεώρηση του νόμου του ΤΧΣ είναι κρίσιμη για την προάσπιση των συμφερόντων του ελληνικού Δημοσίου.

Σημειώνεται ότι η αναθεώρηση του νόμου του ΤΧΣ θα συνοδευτεί και από αναθεώρηση του νόμου 4346/2015 που ψηφίστηκε μετά τις ανακεφαλαιοποιήσεις του 2015, ορίζοντας τα κριτήρια επιλογής των μελών του δ.σ. των τραπεζών. Ο νόμος θέσπισε ιδιαίτερα αυστηρά κριτήρια για τη συμμετοχή μελών στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών, που, εντέλει, αποδείχθηκαν "αποστειρωμένα" και στέρησαν τις τράπεζες από πολύτιμη τεχνογνωσία που θα μπορούσαν να αντλήσουν από επιχειρηματίες και άλλα στελέχη της αγοράς. Η τεχνογνωσία αυτή καθίσταται πλέον πολύτιμο εφόδιο για τις τράπεζες στο περιβάλλον που διαμορφώνεται.

Το Ταμείο Ανάκαμψης

Όλες οι αλλαγές που κυοφορούνται στις τράπεζες πανευρωπαϊκά με ορίζοντα τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και τις συγχωνεύσεις προωθούνται και από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Η εισροή των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης θα αποτελέσει μια "χρυσή ευκαιρία" για τις ελληνικές τράπεζες και την ελληνική κεφαλαιαγορά, καθώς σε ευρωπαϊκό επίπεδο η προώθηση της ενιαίας κεφαλαιαγοράς αποτελεί επίσης βασική προτεραιότητα.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, το υπουργείο Οικονομικών έχει ετοιμάσει το σχέδιο προτάσεων που θα υποβάλει στην αρμόδια επιτροπή για τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης (ένα πρόπλασμα των προτάσεων χρηματοδότησης επιλέξιμων τομέων οικονομικής δραστηριότητας από όλα τα υπουργεία θα σταλεί από την επιτροπή στην Κομισιόν στις 15 Οκτωβρίου). Πρόκειται για μεταρρυθμίσεις σε κεφαλαιαγορά και τράπεζες, οι οποίες εστιάζουν σε δύο βασικούς άξονες: τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την "πράσινη" ανάπτυξη.

Σημειώνεται ότι η έμφαση που δίνεται στις μεταρρυθμίσεις στην κεφαλαιαγορά δεν είναι καθόλου ασύνδετη με τις μεταρρυθμίσεις στις τράπεζες, αλλά σε ευθεία συνάρτηση, καθώς στόχος είναι να ενισχυθούν εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις, πέραν του τραπεζικού δανεισμού, και τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι επενδυτές να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες άντλησης και επένδυσης κεφαλαίων στο Χρηματιστήριο.

Στο πλαίσιο αυτό και λαμβάνοντας υπ' όψιν τη μεταστροφή της οικονομίας στη βιώσιμη ανάπτυξη, οι πληροφορίες του Capital.gr αναφέρουν ότι οι προτάσεις του υπουργείου Οικονομικών για τη χρηματοδότηση από το Recovery Fund αφορούν:

- Ευνοϊκή φορολογική αντιμετώπιση για υπό σύσταση ή και υφιστάμενες "πράσινες" επιχειρήσεις.

- Κίνητρα για δημιουργία ΟΣΕΚΑ και Αμοιβαίων Κεφαλαίων με σύμπραξη δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων (ΣΔΙΤ) για θέματα βιώσιμης ανάπτυξης (π.χ. ανακύκλωση, ηλεκτροκίνηση, ευρυζωνικό δίκτυο κ.ά.).

- Παροχή κρατικών εγγυήσεων για επιδότηση επιτοκίου "πράσινων" ομολόγων.

- Έκδοση κρατικού "πράσινου" ομολόγου.

Οι μεταρρυθμίσεις στην κεφαλαιαγορά που προτείνεται να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης θα εξισορροπήσουν το τραπεζικό σύστημα και θα δώσουν κίνητρα για συγχωνεύσεις μικρότερων επιχειρήσεων.

Άμεσα στις τράπεζες οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα χρηματοδοτήσουν, πέραν των "πράσινων" δανειοδοτήσεων, την πλήρη μετάβαση στην ψηφιοποίησή τους. Αυτή κρίνεται αναγκαία όχι απλώς για λόγους καλύτερης εξυπηρέτησης του κοινού και ικανότητας των τραπεζών να αντιμετωπίσουν την επέλαση των εταιρειών fintech.

Η ισχυρή ανάγκη ψηφιοποίησης στις τράπεζες προβάλλει και από το πρόβλημα των "κόκκινων" δανείων. Ο έλεγχος της πορείας των δανείων που δεν εξυπηρετούνται, όσο και των δανείων που θα δίνουν στο μέλλον οι τράπεζες, είναι βασικό ζητούμενο τόσο για τις τράπεζες όσο και για τους επενδυτές. Μια καλύτερη ψηφιακή δομή των τραπεζών θα επιτρέπει την παρακολούθηση του συνόλου του δανεισμού και την ανά πάσα στιγμή ακριβή εικόνα για τη ροή ρευστότητας από τις τράπεζες στην οικονομία, με στοιχεία και για την εξυπηρέτηση των δανείων αυτών.

Αυτό είναι κρίσιμο για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες είναι ήδη "φορτωμένες" με "κόκκινα" δάνεια 60,9 δισ. ευρώ (στοιχεία 31/3/2020), με τον λόγο τους προς το σύνολο των δανείων να διαμορφώνεται στο 37,4%. Η δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει ξεκινήσει με "όχημα" το ελληνικό Asset Protection Scheme "Ηρακλής", στο οποίο οι τράπεζες θα έχουν μεταβιβάσει μέχρι τα τέλη του έτους τιτλοποιήσεις NPLs 30 δισ. ευρώ.

Η δυνατότητα ψηφιακής, ακριβούς και αξιόπιστης εικόνας για το προφίλ των δανειοληπτών θα διευκολύνει τις επόμενες τιτλοποιήσεις μέσω του "Ηρακλή" –αλλά και γενικότερα τη μεταβίβαση "κόκκινων" δανείων σε επενδυτές και με άλλα εργαλεία που επίσης συζητούνται σε επίπεδο Ε.Ε.–, διαμορφώνοντας επίσης υψηλότερα τιμήματα για τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.

 

Πηγή: capital.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text