Αρχική | Χ&Α | Χ&Α - Επικαιρότητα | Μελέτη: Η συμπεριφορά του Γενικού Δείκτη, σε ακραίες πτωτικές φάσεις, στην περίοδο 1988-2020 (Μέρος Α')

Μελέτη: Η συμπεριφορά του Γενικού Δείκτη, σε ακραίες πτωτικές φάσεις, στην περίοδο 1988-2020 (Μέρος Α')

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Μελέτη: Η συμπεριφορά του Γενικού Δείκτη, σε ακραίες πτωτικές φάσεις, στην περίοδο 1988-2020 (Μέρος Α')

Στην παρούσα μελέτη, θέλουμε να εξετάσουμε τη συμπεριφορά του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, κατά την περίοδο από την έναρξη της λειτουργίας του (4/1/1988) έως και σήμερα, κατά τις περιπτώσεις που αυτός υποχωρεί σε “ακραίες τιμές”.

 

Ο ορισμός της “ακραίας τιμής”, είναι σχετικά αυθαίρετος. Μπορούμε όμως να θεωρήσουμε ότι, ο ορισμός της, ως την περίπτωση που “η απόσταση του Γενικού Δείκτη (ΓΔ) σε σχέση με την καμπύλη του Κινητού Μέσου Όρου των 200 ημερών του Γενικού Δείκτη (ΚΜΟ-200), ξεπερνάει το 50%, χρησιμοποιώντας ως βάση μέτρησης, την τιμή του Γενικού Δείκτη”, θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός από την πλειοψηφία των επενδυτών.
Για παράδειγμα, αν μετά από μία ξαφνική υποχώρηση των τιμών, η τιμή του Γενικού Δείκτη βρεθεί στις 666 μονάδες, ενώ η τιμή του ΚΜΟ-200, παραμένει στις 1000 μονάδες (όπως είναι εύκολα κατανοητό, η καμπύλη του ΚΜΟ-200 κινείται πιο αργά από την τιμή του ΓΔ), τότε η διαφορά των δύο, ισούται με -50%. Ο τύπος έχει ως εξής: (ΓΔ-ΚΜΟ200) / ΓΔ ή αριθμητικά: (666-1000)/666 = -333/666 = -50%.

 

Η μέτρηση της απόστασης της τιμής της καμπύλης του Γενικού Δείκτη, από την καμπύλη του Κινητού Μέσου Όρου 200 ημερών (ΚΜΟ-200), είναι, για όσους παραλουθούν “στενά” την κίνηση του ΚΜΟ-200, πολύ μεγάλης σημασίας. Αυτό επειδή, η απόσταση μεταξύ των δύο, συχνά μας δίνει πολύ αξιόπιστα στοιχεία για τη φάση που διανύει η χρηματιστηριακή αγορά και το μέγεθος της υποχώρησης των τιμών.

 

Όπως είδαμε και πιο πάνω, η μέτρηση, συνήθως εκφράζεται ως “επί της εκατό” (%), λαμβάνοντας ως βάση την τιμή του Γενικού Δείκτη. Φέρνοντας ακόμη ένα παράδειγμα, αν η τιμή του Γενικού Δείκτη είναι 600 μονάδες και η (τελευταία) τιμή του ΚΜΟ-200 είναι 540 μονάδες, τότε λέμε ότι, η απόσταση μεταξύ των δύο καμπυλών είναι -11,11% (αριθμητικά: (540-600)/540 = -11,11%). Ή, με βάση το κλείσιμο της Παρασκευής 27/11/2020, ο Γενικός Δείκτης έκλεισε στις 736,60 μονάδες και η τιμή του ΚΜΟ-200 ημερών ήταν 645,93 μονάδες. Στην περίπτωση αυτή, η απόκλιση μεταξύ των δύο καμπυλών φτάνει στο +12,31%, δηλαδή είναι θετική, κάτι που σημαίνει ότι, η καμπύλη του Γενικού Δείκτη, έχει βρεθεί πάνω από την καμπύλη του ΚΜΟ-200 ημερών.

 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ, ΚΜΟ-200, 52 ΕΒΔΟΜΑΔΩΝ

 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ, ΚΜΟ-200, ΑΠΟΣΤΑΣΗΣ ΓΔ ΑΠΟ ΚΜΟ-200, ΕΤΟΥΣ 2020

Στο παραπάνω διάγραμμα, δείτε πώς, η ξαφνική πτώση του Γενικού Δείκτη, την άνοιξη του 2020, διεύρυνε σημαντικά την απόσταση μεταξύ των καμπυλών του Γενικού Δείκτη και του ΚΜΟ-200 ημερών. Η απόσταση αυτή, διαγραμματικά απεικονίζεται από τη μαύρη έντονη γραμμή. Καθώς η απόσταση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200 "έκλεινε" κατά τους επόμενους μήνες, η καμπύλη πλησίαζε προς το σημείο 0% (του δεξιού κάθετου άξονα). Όταν η καμπύλη του ΓΔ διέσπασε την καμπύλη του ΚΜΟ-200 ημερών, η (μαύρη) καμπύλη της απόστασης, διέσπασε το επίπεδο 0% και πλέον, η διαφορά (απόκλιση) είναι θετική.

 

Οι όποιες απαντήσεις βρεθούν στα ζητήματα που ερευνά η μελέτη, μετά την εξέταση των περιπτώσεων που οι τιμές υποχώρησαν τόσο, ώστε η απόσταση μεταξύ των καμπυλών του Γενικού Δείκτη και του ΚΜΟ-200 να είναι μεγαλύτερη του -50%, θα είναι εμπειρικές και όχι επιστημονικά στατιστικά τεκμηριωμένες. Όμως, δε νομίζουμε ότι μπορεί να υπάρξει στατιστική τεκμηρίωση σε μία τέτοια περίπτωση, όπου οι περιπτώσεις “ακραίων τιμών” του Γενικού Δείκτη είναι ελάχιστες -μόλις 5. Στην παρούσα εξέταση, θα βασιστούμε στα στοιχεία που προκύπτουν από την ανά περίπτωση εξέταση, στην εμπειρία και τη λογική.

 

(Για την καλύτερη κατανόηση των περιπτώσεων, μπορείτε να παρακολουθείτε το παρακάτω διάγραμμα. Στο διάγραμμα αυτό,  που καλύπτει την περίοδο από το 1988 έως το 2020, εμφανίζονται: α) ο Γενικός Δείκτης (μπλε γραμμή), με άξονα αναφοράς του, τον αριστερό κάθετο (τιμές με μπλε στοιχεία). β) Η καμπύλη του Κινητού Μέσου Όρου 200 ημερών του ΓΔ (κόκκινη γραμμή). γ) η καμπύλη που σχηματίζεται από τον καθημερινό υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ των δύο καμπυλών ((α) και (β)). Η καμπύλη αυτή παριστάνεται με τη μαύρη γραμμή και ο άξονας αναφοράς τους είναι ο δεξιός κάθετος άξονας (τιμές με μαύρα στοιχεία). Δώστε προσοχή στο σημείο 0% του δεξιού άξονα. Κάθε φορά που η μαύρη καμπύλη διαπερνά το σημείο αυτό, σημαίνει ότι τέμνονται η καμπύλη του ΓΔ με την καμπύλη του ΚΜΟ-200 (πτωτικά όταν η φορά της “μαύρης” καμπύλης είναι από πάνω προς τα κάτω και ανοδικά, όταν η φορά είναι από κάτω προς τα πάνω).

 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ, ΚΜΟ-200, ΑΠΟΣΤΑΣΗΣ ΓΔ ΑΠΟ ΚΜΟ-200, 1988-2020

(δείτε το διαδραστικό διάγραμμα - εδώ)

 

Παρατηρήσεις:

Οι παρατηρήσεις μας, έχουν ως εξής:

 

α) Από το παραπάνω διάγραμμα, διαπιστώνουμε ότι, ενώ στις μεγάλες πτώσεις, η τιμή της (αρνητικής) απόκλισης μεταξύ των δύο καμπυλών μπορεί να είναι πολύ μεγάλη (η μεγαλύτερη τιμή της έχει φτάσει και το -114,7%), στις ανόδους, η (θετική) απόκλιση, ουδέποτε υπερέβει σπάνια υπερβαίνει μόλις το 40%. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Συμβαίνει επειδή, γενικότερα, οι άνοδοι είναι περισσότερο ομαλές. Εξελίσσονται πιο αργά, έτσι ώστε ο ΚΜΟ-200 ακολουθεί ομαλά και, συνήθως, σε σταθερή απόσταση. Έτσι, δεν υπάρχει το περιθώριο για να σχηματιστεί μεγάλη απόκλιση μεταξύ των δύο καμπυλών. Αντίθετα, οι πτώσεις, συνήθως είναι απότομες, δηλαδή εξελίσσονται ταχύτερα, έτσι ώστε η καμπύλη του ΚΜΟ-200 να μην προλαβαίνει να ακολουθεί σε σταθερή απόσταση.

Εκτιμούμε ότι η παρατήρηση αυτή έχει μεγάλη σημασία, στη γνώση ενός επενδυτή για τον τρόπο που κινείται η αγορά μέσα στο χρόνο.

 

β) Όλες οι περιπτώσεις των “ακραίων τιμών”, καταγράφονται κατά την τελευταία 12ετία -από το 2008 και μετά. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Συμβαίνει επειδή, μετά το 2008, άλλαξαν, ο αριθμός των επενδυτών, οι όγκοι των συναλλαγών, και -κυρίως- η ποιοτική σύνθεση των επενδυτών.

Μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000, η πλειοψηφία όσων συμμετείχαν στη χρηματιστηριακή αγορά της Αθήνας, ήταν έλληνες επενδυτές. Αυτό αποδεικνύεται από τα στοιχεία του Αποθετηρίου, στην έκδοσή του “Axia Numbers” (άρχισε να εκδίδεται από το 2001). (δείτε εδώ)

Από τους έλληνες επενδυτές, οι ιδιώτες αποτελούσαν τη συντρηπτικά μεγαλύτερη μερίδα. Οι επενδυτές αυτού του τύπου, δεν είναι μαθημένοι στις “ψυχρά υπολογισμένες” πράξεις. Συνηθισμένοι στις καταστάσεις των προηγούμενων δεκαετιών, ακολουθούσαν την αγορά και στα πάνω και στα κάτω της, έτσι, οι κινήσεις της αγοράς δεν ήταν τόσο βίαιες ή απότομες.

Όμως, όταν -στα μέσα της δεκαετίας του 2000-  αυτοί άρχισαν να αποχωρούν και οι αλλοδαποί (στην πλειοψηφία τους θεσμικοί) κατέστησαν η πλειοψηφία (με βάση τα διακινούμενα κεφάλαια), η μεταβλητότητα της αγοράς αυξήθηκε σημαντικά. Σε μία αγορά με μεγάλη μεταβλητικότητα, αυξήθηκαν οι διακυμάνσεις και η ταχύτητα κίνησης των τιμών. Έτσι, άρχισαν να παρατηρούνται ταχύτατες πτώσεις, όπου οι εξελίξεις γίνονταν τόσο γρήγορα, ώστε ο σχετικά “αργός” δείκτης ΚΜΟ-200 δε μπορούσε να “παρακολουθήσει” και έτσι το μέγεθος της διαφοράς της καμπύλης του από τη καμπύλη του Γενικού Δείκτη, μπορούσε να πάρει πολύ μεγάλες τιμές. Η κατάσταση αυτή ισχύει έως και σήμερα.

 

γ) Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες, μετά από μία βίαιη υποχώρηση του Γενικού Δείκτη, σχηματίστηκε απόσταση -50% ή και μεγαλύτερη, στις καμπύλες του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ήταν οι παρακάτω:

 

i) Στις 24/10/2008, η απόκλιση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, έφτασε στο -114,74% (με βάση την τιμή του ΓΔ). Είναι η μεγαλύτερη απόκλιση που έχει σημειωθεί ποτέ. Πρόκειται για τη φάση της μεγάλης χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008. Τον Οκτώβριο εκείνου του έτους, κατέρρεαν οι αγορές σε όλο το κόσμο. Στις 24/10/2008, μετά από μία πτώση -9,71%, η τιμή του ΓΔ βρέθηκε στις 1728,49 μονάδες, ενώ η τιμή του ΚΜΟ-200 ημερών ήταν στις 3.711,28 μονάδες. Επαναλαμβάνουμε ότι, τέτοιες αποκλίσεις σημειώνονται σε πολύ μεγάλες και πολύ απότομες πτώσεις του Γενικού Δείκτη. (Σημειώνουμε ότι, στην περίπτωση αυτή, το σύστημα συναλλαγών του ΚΜΟ-200, είχε δώσει σήμα πωλήσεων, ήδη από τις 10 Ιανουαρίου 2008, με το Γενικό Δείκτη στις 4.962,53 μονάδες).
Στην περίπτωση αυτή η απόκλιση μεταξύ των καμπυλών του ΓΔ και του ΚΜΟ-200 ημερών, παρέμεινε πάνω από το -50% μέχρι και τις αρχές Μαρτίου του 2009.

 

Στους επόμενους μήνες, η τιμή του Γενικού Δείκτη κινήθηκε ανοδικά και τελικά, στις 19/5/2009, ο ΓΔ διέσπασε ανοδικά τον ΚΜΟ-200, στις 2.253,73 μονάδες.

 

ii) Στις 8/6/2010 η απόσταση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, έφτασε στο -55,99%. Ήταν η “ταραγμένη” περίοδος της υπογραφής του α’ μνημονίου. Εκείνη τη μέρα, ο ΓΔ βρέθηκε στις 1.408 μονάδες, ενώ η τιμή της καμπύλης του ΚΜΟ-200 ήταν 2.197,70  μονάδες. Η απόσταση μεταξύ των δύο καμπυλών παρέμενε κάτω από το -50,0%, για δύο συνεδριάσεις.

 

Στους επόμενους μήνες, η τιμή του ΓΔ κινήθηκε πλαγιοανοδικά και στις 26/1/2011, ο ΓΔ διέσπασε ανοδικά την τον ΚΜΟ-200, στις 1.567,05 μονάδες.
Όμως, η χώρα διένυε τη χειρότερη κρίση στην ιστορία της, έτσι, η ανοδική κίνηση που επιχείρησε τότε ο Γενικός Δείκτης, δε διατηρήθηκε για μεγάλο διάστημα.

 

iii) Στις 4/10/2011, η απόσταση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, έφτασε στο -79,39%. Ήταν η περίοδος της πτώσης της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου και της πρωθυπουργοποίησης του Λ. Παπαδήμου. Εκείνη τη μέρα, κορυφώθηκε η πτώση που είχε ξεκινήσει επί περισσότερο από ένα μήνα νωρίτερα. Η τιμή του ΓΔ έπεσε στις 730,3 μονάδες, ενώ τη τιμή της καμπύλης του ΚΜΟ-200 ήταν 1.309,51 μονάδες. Η “περιπέτεια” του Γενικού Δείκτη συνεχίστηκε μέχρι και τον Ιούνιο του 2012 (ο ΓΔ έως τότε είχε υποχωρήσει στις 476,36 μονάδες), μετά την εκλογική νίκη της Ν. Δημοκρατίας και το σχηματισμό της Κυβέρνησης Σαμαρά. Μέχρι εκείνο το διάστημα, η απόσταση μεταξύ των καμπυλών του ΓΔ και του ΚΜΟ-200 ημερών, στις περισσότερες φορές βρισκόταν κάτω από το -50%.

 

Μετά τον Ιούνιο του 2012, ο Γενικός Δείκτης κινήθηκε έντονα ανοδικά και στις 4/9/2012, διέσπασε ανοδικά την καμπύλη του ΚΜΟ-200, στις 651,77 μονάδες. Κινήθηκε ανοδικά έως το καλοκαίρι του 2013, οπότε στις 8/6/2013 έδωσε “σήμα εξόδου”, στις 867,08 μονάδες.

 

iv) Στις 11/2/2016, η απόσταση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, έφτασε στο -54,83%. Ήταν η περίοδος των διαπραγματεύσεων για την οικονομική στήριξη της χώρας, στα πλαίσια της εφαρμογής του γ’ μνημονίου και της “μεγάλης στροφής” της πολιτικής της τότε Κυβέρνησης, και της απρόσκοπτης εφαρμογής των επιταγών των ευρωπαίων δανειστών. Την ημέρα εκείνη, ο Γενικός Δείκτης έφτασε στο επίπεδο των 440,88 μονάδων, που ήταν τότε -και εξακολουθεί να είναι μέχρι και σήμερα- η χαμηλότερη τιμή από το Σεπτέμβριο του 1989. Την ημέρα εκείνη, η τιμή της καμπύλης του ΚΜΟ-200 ημερών είχε φτάσει στις 682,60 μονάδες.

 

Στις επόμενες εβδομάδες, ο Γενικός Δείκτης κινήθηκε ήπια ανοδικά και στις 10/5/2016, διέσπασε ανοδικά τον ΚΜΟ-200 ημερών, στις 629,29 μονάδες.

 

v) Στις 16/3/2020, η απόσταση μεταξύ του ΓΔ και του ΚΜΟ-200, έφτασε στο -77,67%. Πρόκειται για την τελευταία περίπτωση μεγάλης πτώσης του Γενικού Δείκτη, που αναφέραμε και παραπάνω και η οποία προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού.
Μετά από το χαμηλό κλείσιμο εκείνης της ημέρας, κατά τους επόμενους μήνες, ο Γενικός Δείκτης, διαρκούσης της πανδημίας, κινήθηκε ήπια ανοδικά και στις 16/11/2020, διέσπασε ανοδικά τον ΚΜΟ-200 ημερών, στις 691,36 μονάδες.

 

δ) Μετά την πτώση του Φεβρουαρίου του 2020, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, κατά το μήνα Μάρτιο, κατέγραψε τιμές, που συγκαταλέγονται ανάμεσα στις χαμηλότερες των τελευταίων 27 ετών. Πιο συγκεκριμένα, στις 16/3/2020, ο Γενικός Δείκτης υποχώρησε στις 484,40 μονάδες. Η τιμή αυτή, ήταν από τις πιο χαμηλές τιμές του ΓΔ κατά τα τελευταία 30 χρόνια! Πιο συγκεκριμένα, ήταν το 12ο πιο χαμηλό κλείσιμο από την 5/1/1990. Παράλληλα, ήταν και το 12ο πιο χαμηλό κλείσιμο της περιόδου της κρίσης χρέους της Ελλάδας, το οποίο μετράται από την 21/10/2009.

 

Την ημέρα εκείνη, την 16/3/2020, που ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου βρέθηκε στις 484,40 μονάδες, η τιμή της καμπύλης του Κινητού Μέσου Όρου 200 ημερών βρισκόταν στις 860,65  μονάδες (η διαφορά αυτή οφείλεται στην εξαιρετικά απότομη πτώση του ΓΔ κατά το διάστημα από την 20/2/2020 έως την 16/3/2020 -ο ΓΔ υποχώρησε από τις 913,08 μονάδες στις 484,40 μονάδες). Η απόσταση μεταξύ των δύο καμπυλών (του ΓΔ και του ΚΜΟ-200) βρέθηκε στο -77,67% (λαμβάνοντας ως βάση την τιμή του ΓΔ). Η απόσταση αυτή είναι από τις μεγαλύτερες που έχουν καταγραφεί στην ιστορία του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου της Αθήνας.

 

Επίσης, πρέπει να σημειώσουμε ότι, σε όλες τις περιπτώσεις ακραίων πτώσεων που προέκυψαν από την εξέταση, το “απόλυτο σύστημα συναλλαγών”, το οποίο βασίζεται στην κίνηση του ΚΜΟ-200, είχε δώσει σήμα πωλήσεων, μεγάλο διάστημα πριν εμφανιστεί η “ακραία πτώση”.

 

Από τα παραπάνω, μπορούμε να οδηγηθούμε στις παρακάτω εκτιμήσεις:

 

Η πτώση του Γενικού Δείκτη σε επίπεδα κάτω από τις 500 μονάδες του Γενικού Δείκτη, είναι ένα αρκετά σπάνιο φαινόμενο. Δε συνέβη στις δεκαετίες του 1990 ή του 2000 (αν ο Γενικός Δείκτης εμφανίζεται να κινείται από τις 400 προς τις 500 μονάδες στις πρώτες εβδομάδες του 1990, είναι επειδή τότε βρισκόταν στη διαδικασία της πρώτης ανόδου του πάνω από τα επίπεδα αυτά -όπως και τελικά ανέβηκε). Ξαναβρέθηκε όμως, κάτω από τα επίπεδα αυτά, σε 3 περιπτώσεις, κατά τη δεκαετία του 2010 (κατά τα έτη 2012, 2016 και 2020). Συνολικά, κατά τις 2.741 συνεδριάσεις, από την 21/10/2009 (ημέρα κατά την οποία θεωρείται ότι ξεκίνησε η ελληνική “κρίση χρέους”), ο Γενικός Δείκτης έκλεισε κάτω από τις 500 μονάδες, μόλις 25 φορές, οι οποίες κατανέμονται σε τρεις από τις παραπάνω περιπτώσεις “ακραίων” τιμών: στην (iii) την άνοιξη του 2012, στην (iv) στις αρχές του 2016 και στην (v), φέτος την άνοιξη.

Κάθε φορά που ο ΓΔ υποχωρούσε στις 500 μονάδες -αυτό συνέβαινε μετά από κύρια γεγονότα- με τέτοια ταχύτητα, ώστε ο ΚΜΟ-200 δεν προλάβαινε να αντιδράσει και να ακολουθήσει την πτώση με ομαλότητα, δημιουργώντας έτσι τις μεγάλες αποκλίσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω. Όμως, ο ΓΔ παρέμενε στις τιμές αυτές, για μικρό μόνο διάστημα και στη συνέχεια αντιδρούσε ανοδικά.

Δε γνωρίζουμε εάν ο Γενικός Δείκτης θα ξαναβρεθεί ποτέ σε τιμές κάτω από τις 500 μονάδες. Όμως, μπορούμε, με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι, η παραμονή του σ’ αυτά τα “ακραία” επίπεδα τιμών, θα είναι ολιγοήμερη και συνεπώς, το επίπεδο αυτό μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για κερδοσκοπικές ή για μακροχρόνιες τοποθετήσεις (η επιλογή των μετοχών που μπορεί κάποιος να τοποθετηθεί σ’ αυτή την περίπτωση αποτελεί αντικείμενο άλλης έρευνας).

 

Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε και για το επίπεδο τιμών μεταξύ των 500 και των 600 μονάδων. Πριν από την “επεισοδιακή” δεκαετία του 2010, ο Γενικός Δείκτης είχε βρεθεί κάτω από τις 600 μονάδες, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, δηλαδή στη φάση που αυτός ανέβαινε. Τελευταία φορά που η τιμή κλεισίματος του ΓΔ ξεκινούσε από “5”, ήταν στις 27/11/1992, όταν είχε κλείσει στις 594,53 μονάδες.

Ξαναβρέθηκε στα επίπεδα αυτά, στη δεκαετία του 2010. Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου από την 21/10/2009 έως και σήμερα, 27/11/2020, (2.741 συνεδριάσεις), ο ΓΔ βρέθηκε στα επίπεδα τιμών μεταξύ των 500 και 600 μονάδων, επί 244 συνεδριάσεις, ή το 8,9% των συνεδριάσεων.

Ο Γενικός Δείκτης  υποχώρησε σ’ αυτές τις τιμές, σε 4 περιπτώσεις. Οι 3 απ’ αυτές, που συγκεντρωτικά καλύπτουν τις 240 από τις παραπάνω αναφερόμενες 244 συνεδριάσεις, ανήκουν σε 3 από τις παραπάνω αναφερόμενες περιπτώσεις πτώσεις του ΓΔ στην περιοχή των 400 - 500 μονάδων (πριν ο ΓΔ υποχωρήσει κάτω από τις 500 μονάδες, πρώτα υποχωρεί κάτω από τις 600 και το αντίστροφο όταν φεύγει από την περιοχή των 400 μονάδων).
Υπάρχουν και 4 “μεμονωμένες” συνεδριάσεις, το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο του 2018, οπότε ο ΓΔ υποχώρησε κάτω από τις 600 μονάδες και αντέδρασε ταχύτατα ανοδικά, χωρίς να υποχωρήσει και κάτω από τις 500 μονάδες.

 

Διαβάστε τη συνέχεια (μέρος Β') και τα συμπεράσματα εδώ.










































































































































Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα: