Αρχική | Χ&Α | Χ&Α - Επικαιρότητα | 2007 - 2020: Εξαΰλωση ποσού € 135,7 δισεκατομμυρίων από τον τραπεζικό κλάδο!

2007 - 2020: Εξαΰλωση ποσού € 135,7 δισεκατομμυρίων από τον τραπεζικό κλάδο!

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
2007 - 2020: Εξαΰλωση ποσού € 135,7 δισεκατομμυρίων από τον τραπεζικό κλάδο!

Οι δραματικές εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο τα τελευταία χρόνια, στοίχισαν στους επενδυτές των τραπεζικών μετοχών το ασύλληπτο ποσό των € 135,7 δισεκατομμυρίων, ποσό που είναι 20πλάσιο από τη σημερινή αποτίμηση των 6 τραπεζών (συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος) που εξακολουθούν να διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήρο.

Ποσό € 60,8 δισεκατομμυρίων, που αντλήθηκε μέσω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου (δείτε εδώ) κατά τα χρόνια 2008-2015, χάθηκε για πάντα στο “άπατο πηγάδι” που ονομάζεται ελληνικός τραπεζικός κλάδος. Αν στο ποσό αυτό προστεθεί και η συνολική κεφαλαιοποίηση του κλάδου στο τέλος του 2007 (81,3 δισεκατομμύρια ευρώ) και ληφθεί υπ’ όψη (αφαιρεθεί) η σημερινή πενιχρή κεφαλαιοποίηση των τραπεζών που απέμειναν (€ 6,3 δισεκατομμύρια), τότε οι συνολικές απώλειες που υπέστησαν οι μέτοχοι των τραπεζών κατά το διάστημα 2008-2020 φθάνουν στα 135,73 δισεκατομμύρια ευρώ! (Δείτε τον παρακάτω πίνακα). Πρόκειται για ένα κολοσσιαίο ποσό, τεράστιο ακόμη και για τα διεθνή δεδομένα -και πόσο μάλλον για μία μικρή και χρεοκοπημένη οικονομία όπως η ελληνική.


Το ότι αυτά τα χρήματα χάθηκαν από τους μετόχους, ας μη μας κάνει να νομίζουμε ότι δεν αφορά το σύνολο της κοινωνίας. Μέτοχοι των τραπεζών ήταν, σε μεγάλο ποσοστό έλληνες πολίτες, όλων των οικονομικών και κοινωνικών κατηγοριών. Μέτοχοι ήταν η Εκκλησία, διάφορα ιδρύματα, σύλλογοι και ιδρύματα. Εκατοντάδες χιλιάδες φυσικά και νομικά πρόσωπα. Οι απώλειες, οι οποίες είναι οριστικές, επηρέασαν την καταναλωτική και επενδυτική συμπεριφορά όλων, με ανυπολόγιστες πολλαπλασιαστικές επιδράσεις για το σύνολο της οικονομίας. Όμως, μέτοχοι ήταν και ξένοι επενδυτές, οι οποίοι, μετά τις κολοσιαίες απώλειες που κατέγραψαν -μάλιστα σε μία περίοδο που οι άλλες αγορές γνώριζαν άνθιση- θα τους κάνει σκεπτικούς, αν όχι αρνητικούς, για μελλοντικές επενδύσεις στη χώρα μας.

Κατά την καταστροφική δεκαετία 2008-2018, τα κεφάλαια των τραπεζών χάθηκαν από τρεις αιτίες:

 

α) Από τις απώλειες που προκάλεσε η χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Οι απώλειες αυτές ήταν κεφαλαιακές (απώλειες χαρτοφυλακίου αξιογράφων), αλλά και λειτουργικές (λόγω αύξησης των επισφαλών δανείων). Τελικά, ως μέγεθος υπήρξαν μικρές και δεν επηρέασαν τους δείκτες κεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Για την κάλυψη των απωλειών αυτών και τη γενικότερη ενίσχυση των κεφαλαίων των τραπεζών, πραγματοποιήθηκαν οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου του 2008, συνολικού ύψους 3,9 δισεκατομμυρίων ευρώ.

 

β) Από τις τρομακτικά μεγάλες απώλειες που προκάλεσε το “κούρεμα” των ελληνικών ομολόγων (PSI) κατά το 2012. Εκτιμάται ότι στο PSI της άνοιξης του 2012 “κουρεύτηκαν” ομόλογα ύψους 46,9 δισεκατομμυρίων ευρώ και καταγράφηκαν απώλειες 28,4 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί “φόρτωσαν” οι ελληνικές τράπεζες τα χαρτοφυλάκιά τους με ομόλογα κατά την περίοδο 2010-2012, την περίοδο δηλαδή που όλες οι διεθνείς τράπεζες τα πουλούσαν; Κατά τα φαινόμενα, στο ερώτημα αυτό δε θα λάβουμε ποτέ απάντηση, αν και σ’ αυτό, κρύβεται η μεγάλη αλήθεια για την ελληνική κρίση -μήνυσή μας εναντίον των τραπεζών για το ζήτημα αυτό (δείτε εδώ) δεν έφθασε ποτέ στο ακροατήριο. Για την κάλυψη των απωλειών αυτών, οι τράπεζες, κατά τα έτη 2010 - 2013, πραγματοποίησαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου 28,0 δισεκατομμυρίων ευρώ. Όμως, μετά από το 2012, πέραν των κεφαλαιακών απωλειών προκλήθηκε αναστάτωση σε όλα τα μεγέθη των ισολογισμών τους, ενώ ανατράπηκαν τα επιχειρηματικά τους πλάνα και αναγκάστηκαν να μειώσουν το μέγεθός τους και τη δράση τους (πώληση θυγατρικών εξωτερικού κλπ).

 

γ) Από τα αποτελέσματα της κρίσης στην οικονομία, δηλαδή, από την εξαιρετικά μεγάλη αύξηση των επισφαλών (“κόκκινων”) και μη εξυπηρετούμενων δανείων τους. Από το πρόβλημα αυτό, οι τράπεζες, δεν έχουν ακόμη απεμπλακεί. Στα πλαίσια της ενίσχυσης των κεφαλαίων τους (τα οποία φθίνουν διαρκώς λόγω των μεγάλων προβλέψεων και καταγραφής ζημιών που είναι υποχρεωμένες να κάνουν) κατά την περίοδο 2014-2015 πραγματοποίησαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου συνολικού ύψους 18,7 δισεκατομμυρίων ευρώ.


Έτσι, οι τράπεζες, ο πλέον παραδοσιακός επιχειρηματικός και χρηματιστηριακός κλάδος της χώρας μας, ο οποίος στα τέλη του 2007 είχε κεφαλαιοποιηση ύψους 81,3 δισεκατομμυρίων ευρώ και οποίος κατά την τελευταία δεκαετία ενισχύθηκε με κεφάλαια ύψους 58,3 δισεκατομμυρίων, φθάνει σήμερα να αποτιμάται κάτι περισσότερο από 6 δισεκατομμύρια, ποσό που ήταν περίπου το μισό, όταν στις αρχές Νοεμβρίου, η τιμή του τραπεζικού δείκτη (ΔΤΡ) είχε αγγίξει το χαμηλότερο σημείο της! Ένα ποσό 135 δισεκατομμυρίων, που αντιστοιχεί περίπου 75% του ΑΕΠ της χώρας, ή στο 42% του συνολικού δημοσίου χρέους, πετάχτηκε σε μία απύθμενη “μαύρη τρύπα. Και βέβαια, αυτό είναι το άμεσο κόστος της κρίσης και -κυρίως- της κακής πολιτικής που ασκήθηκε κατά τη διάρκειά της. Υπάρχει και το έμμεσο, το “αποθετικό” κόστος, δηλαδή τα διαφυγόντα κέρδη για την οικονομία, την κοινωνία, το Κράτος, αλλά και τις ίδιες τις τράπεζες, από το γεγονός ότι οι τράπεζες δε μπόρεσαν να εκτελέσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο τους στην οικονομία, ενώ υπήρξαν πηγή πολλών κοινωνικών και πολιτικών εντάσεων.


Το παρόν άρθρο αποτελεί προδημοσίευση τμήματος της ύλης του τεύχους 223 (Δεκέμβριος 2020) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ.

 

 

 


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text