Αρχική | Εταιρίες | Τράπεζες | Το διπλό όφελος για Δημόσιο και τράπεζες από τις ανταλλαγές ομολόγων

Το διπλό όφελος για Δημόσιο και τράπεζες από τις ανταλλαγές ομολόγων

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Το διπλό όφελος για Δημόσιο και τράπεζες από τις ανταλλαγές ομολόγων

«Καύσιμο» για την επιτάχυνση των συναλλαγών μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μέσω του σχεδίου «Ηρακλής», θα αποτελέσουν τα κέρδη, ύψους 1,034 δισ. ευρώ, από τις ανταλλαγές ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.

Πρόκειται για σημαντική κεφαλαιακή ένεση για το τραπεζικό σύστημα, σε μια δύσκολη συγκυρία που δημιουργούν οι προκλήσεις της πανδημίας, καθώς τα νέα κεφάλαια θα επιτρέψουν στις διοικήσεις των τραπεζών να προχωρήσουν σε πρόσθετες τιτλοποιήσεις και πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων αξιοποιώντας τις δυνατότητες του σχεδίου «Ηρακλής».

Από τις εν λόγω συναλλαγές, ωστόσο, το μεγαλύτερο όφελος έχει το Ελληνικό Δημόσιο που πετυχαίνει τη σημαντική μείωση του μέσου κόστους δανεισμού και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, κάτι που επιδρά ιδιαίτερα θετικά στη δυναμική του χρέους. Το Ελληνικό Δημόσιο με τις συναλλαγές που έχει πραγματοποιήσει με τις τράπεζες ανταλλάσσει ομόλογα που ήταν στην κατοχή των ελληνικών τραπεζών με νέα πολύ μεγαλύτερης διάρκειας.

Σημειώνεται ότι όλες οι συναλλαγές ανταλλαγής ομολόγων που έχουν πραγματοποιηθεί από το 2020 μεταξύ Δημοσίου και Συστημικών τραπεζών έχουν σχεδιαστεί και εκτελεστεί από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) στο πλαίσιο της βελτίωσης του προφίλ χρέους της χώρας.

Κεντρικό σημείο στον σχεδιασμό του ΟΔΔΗΧ για την  βελτίωση του προφίλ χρέους της χώρας είναι η επιμήκυνση των λήξεων του χρέους σε μεγάλο βάθος χρόνου και η εξομάλυνση των αποπληρωμών, δηλαδή να μην σχηματίζονται χρονικές περίοδοι όπου συσσωρεύονται μεγάλες αποπληρωμές ομολόγων. Παράλληλα οι συναλλαγές σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να επιτρέψουν στις τράπεζες να αποκομίσουν κέρδη, εκμεταλλευόμενες τη θεαματική βελτίωση των συνθηκών για τα ελληνικά ομόλογα μετά την απόφαση της ΕΚΤ να τα εντάξει στο πρόγραμμα αγορών.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, στον σχεδιασμό του ΟΔΔΗΧ περιλαμβάνεται, όταν οι συνθήκες κριθούν ώριμες και ελκυστικές, να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων 10 ετούς διάρκειας.

Κέρδη 1 δισ. ευρώ για τις τράπεζες

Η ανταλλαγή των ομολόγων αποτελεί μια win – win κατάσταση και για τις δυο πλευρές (κάτι που συμβαίνει σπάνια) λόγω των διαφορετικών λογιστικών μεθόδων που ακολουθούν Δημόσιο και τράπεζες. Ουσιαστικά τα δυο συστήματα επιτρέπουν και στις δυο πλευρές να λογιστικοποιήσουν κέρδη από την συναλλαγή.

Σημειώνεται ότι οι τράπεζες, θέλοντας να θωρακίσουν τους ισολογισμούς τους από διακυμάνσεις στις τιμές των ομολόγων (υπενθυμίζεται ότι τα προηγούμενα χρόνια τα εγχώρια ομόλογα εμφάνιζαν μεγάλη μεταβλητότητα), είχαν τοποθετήσει τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου στην κατηγορία «διακράτηση». Έτσι, οι τράπεζες δεν τα αποτιμούσαν σε τρέχουσες τιμές (εξουδετερώνοντας τον κίνδυνο αγοράς) αλλά ταυτόχρονα δεν μπορούσαν να τα ρευστοποιήσουν και έπρεπε να τα κρατήσουν μέχρι τη λήξη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι τράπεζες να μην μπορούν να λογιστικοποιήσουν τα σημαντικά κεφαλαιακά κέρδη από τη μεγάλη πτώση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων.

Με τις παραπάνω συναλλαγές, που γίνονται κατόπιν πρωτοβουλίας του εκδότη, δηλαδή του ΟΔΔΗΧ, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τα ομόλογα που βρίσκονταν στο χαρτοφυλάκιο προς διακράτηση με νέους τίτλους, κάτι που τους επιτρέπει να λογιστικοποιήσουν τα κέρδη που έχουν προκύψει λόγω των ιδιαίτερα θετικών συνθηκών στην αγορά.

Έτσι με την χθεσινή συναλλαγή με την Τράπεζα Πειραιώς το Δημόσιο αντάλλαξε ομόλογα που έληγαν σε περίπου 7,5 έτη με νέα που λήγουν σε 30 χρόνια, ενώ παράλληλα πέτυχε τη μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης κατά περίπου 620 εκατ. ευρώ. Από την πλευρά της, η Πειραιώς λογιστικοποίησε κέρδη 220 εκατ. ευρώ τα οποία διευρύνουν τις δυνατότητες της διοίκησης για την υλοποίηση των τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Είχε προηγηθεί, στις αρχές του 2020, ανάλογη συναλλαγή της Εθνικής Τράπεζας μέσω της οποίας επέτυχε κέρδη ύψους 489 εκατ. ευρώ, τα υψηλότερα μεταξύ όλων των συστημικών τραπεζών. Η ΕΤΕ αντάλλαξε ομόλογα που  θα έληγαν τα έτη 2023, 2025 και 2026 με ένα ομόλογο 30ετούς διάρκειας (λήξη στις 20 Μαρτίου 2050).

Η Alpha Bank προχώρησε στις 7 Δεκεμβρίου σε ανταλλαγή ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου, ονομαστικής αξίας 1,67 δισ. ευρώ με νέους τίτλους, 30ετούς διάρκειας (λήξη στις 20/03/2050), με κεφαλαιακό όφελος για την τράπεζα 170 εκατ. ευρώ

Η Eurobank προχώρησε σε swap στις 18 Δεκεμβρίου, αποκομίζοντας από τη συναλλαγή ένα κεφαλαιακό όφελος ύψους 155 εκατ. ευρώ, καθώς αντάλλαξε ομόλογα ονομαστικής αξίας 1,2 δισ. ευρώ, λήξεων από 7 έως 21 έτη, με νέους τίτλους 30ετούς διάρκειας

Τα έκτακτα αυτά κέρδη ενισχύουν την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών ανοίγοντας το δρόμο για την επίτευξη του βασικού στρατηγικού στόχου των διοικήσεων των τραπεζών για τη διετία 2021 -2022: τη μείωση των δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό, από περίπου 35% που είναι σήμερα, χωρίς να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου. Υπογραμμίζεται ότι, με εξαίρεση την Τράπεζα Πειραιώς όπου έχει ήδη ανακοινωθεί η πρόθεση για την υλοποίηση αύξησης κεφαλαίου μέσα στο 2021, ο σχεδιασμός των τραπεζών δεν περιλαμβάνει αυξήσεις κεφαλαίου αλλά την αξιοποίηση κεφαλαίων που θα δημιουργηθούν εσωτερικά (από την κερδοφορία, κέρδη ομολόγων, μείωση προβλέψεων, επέκταση ενεργητικού).

 

 

Γιάννης Παπαδογιάννης

Πηγή: businessdaily.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text