Αρχική | Οικονομία | Ελληνική Οικονομία | Γιατί δεν αντέδρασε η αγορά στις εξαιρετικές επιδόσεις του ελληνικού ΑΕΠ

Γιατί δεν αντέδρασε η αγορά στις εξαιρετικές επιδόσεις του ελληνικού ΑΕΠ

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Γιατί δεν αντέδρασε η αγορά στις εξαιρετικές επιδόσεις του ελληνικού ΑΕΠ

Το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 16,2% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020. Γιατί λοιπόν η αγορά έκλεισε με αρνητικό πρόσημο; Απαντήσεις αλλά και παρατηρήσεις – κλειδιά για τις «πονηρές» μέρες που έρχονται. Όλες οι συνισταμένες που συνέθλιψαν στην κυριολεξία τα καλά ελληνικά νέα.

Στις ανακοινώσεις για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης η Ελλάδα ήταν στις πρωταγωνίστριες χώρες από πλευράς επιδόσεων, καθώς το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 16,2% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020.

Πρόκειται για εντυπωσιακή επίδοση αν σκεφτούμε ότι οι αναλυτές ανέμεναν ανάπτυξη πέριξ του 13% στο δεύτερο τρίμηνο, ενώ στην επίδοση αυτή δεν περιλαμβάνεται η ισχυρή ώθηση από τον τουρισμό, η οποία αναμένεται να εκτινάξει τον ρυθμό επέκτασης της ελληνικής οικονομίας στο τρίτο τρίμηνο.

Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι αναλυτές πλέον αισιοδοξούν ότι χάρη στις επιδόσεις του β’ και γ’ τριμήνου, η ελληνική οικονομία θα καταφέρει να εμφανίσει ίσως και πάνω από 6% ρυθμό ανάπτυξης σε ετήσια βάση.

Αν πετύχουμε αυτόν τον στόχο θα είναι εξαιρετικά σημαντικό, πρώτον γιατί θα έχουμε καλύψει τα «σπασμένα» της πανδημίας και δεύτερον, γιατί θα έχουμε χώρο για μια δημοσιονομική ευελιξία ενόψει ενός δύσκολου χειμώνα κάτω από το χαμηλό βαρομετρικό του πληθωρισμού.

Μετά την ανακοίνωση λοιπόν των στοιχείων, θα περίμενε αν μη τι άλλο κανείς έστω ένα ελαφρώς θετικό πρόσημο στο κλείσιμο του ελληνικού χρηματιστηρίου. Πόσο μάλλον μετά και το θετικό κλίμα που δημιούργησε η απόφαση της Fitch Ratings να αναβαθμίσει τα ομόλογα Εθνικής, Eurobank και Πειραιώς.

Οι αγορές όμως είναι προσανατολισμένες πάντα στην επόμενη ημέρα, αγαπούν τις λεπτομέρειες, ενώ ας μην ξεχνάμε ότι κανένα χρηματιστήριο δεν λειτουργεί σε απόλυτα αποστειρωμένο περιβάλλον σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις.

Πράγματι, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ένα εντυπωσιακό διψήφιο ρυθμό κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Η υψηλή καταναλωτική δαπάνη και οι αυξημένες επενδύσεις μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Όπως σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν και οι κρατικές στηρίξεις, αλλά και η ευνοϊκή βάση σύγκρισης. Βλέπετε την αντίστοιχη περσινή περίοδο είχαμε lockdown.

Μπορούμε να αποκλείσουμε όμως μια αντίστοιχη συνθήκη για τον φετινό χειμώνα; Σίγουρα θα το επιδιώξουμε, αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε.

Εισερχόμαστε στην χειμερινή περίοδο με πάνω από 2500 ημερήσια κρούσματα την ημέρα και 388 διασωληνωμένους συμπολίτες μας. Και όλα αυτά πριν το άνοιγμα των σχολείων, στα οποία υπόψιν ότι τα τμήματα θα κλείνουν με 50% συν ένα κρούσματα, δηλαδή με πάνω από τους μισούς μαθητές να έχουν διαγνωστεί με Covid-19. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει ένα πολύ κακό τέταρτο τρίμηνο.

Ανεξαρτήτως λοιπόν από τις λαμπρές μακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας τις οποίες έχουμε αναλύσει πολλάκις, εντούτοις έχουμε κάποιους δύσκολους μήνες μπροστά μας.

Ο ρόλος του timing

Τα νούμερα για το ΑΕΠ βγήκαν την ίδια εβδομάδα που περιμένουμε τη συνεδρίαση της ΕΚΤ. Δεδομένου ότι η άνοδος του πληθωρισμού έχει πυροδοτήσει συζητήσεις για πιθανή σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, κάθε φορά που θα συνεδριάζουν οι Κεντρικές Τράπεζες εφεξής, η επενδυτική κοινότητα θα μπαίνει σε μια φάση «αναμονής», μέχρι να διαπιστώσει αν το κουβαδάκι του tapering θα πάει κάποιους μήνες παρακάτω.

Το ενδιαφέρον των επενδυτών λοιπόν έχει ήδη εστιάσει στην αυριανή συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Μάλιστα η συνεδρίαση αυτή θα γίνει μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις για ετήσια αύξηση 3% των τιμών καταναλωτή στην Ευρωζώνη τον Αύγουστο. Πρόκειται για μια σοβαρή απόκλιση από τον στόχο του «πέριξ ή ελαφρώς υψηλότερα του 2%».

Εκ των πραγμάτων, το μεγάλο ερώτημα που πλανάται στην επενδυτική κοινότητα από τις αρχές της εβδομάδας είναι το εξής: Ποιές θα είναι οι αποφάσεις της ΕΚΤ όσον αφορά τον ρυθμό με τον οποίον εφεξής θα κινηθεί το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της πανδημίας (PEPP) στο οποίο μετέχουν και τα ελληνικά ομόλογα;

Πλην της ΕΚΤ όμως, αρκετές Κεντρικές Τράπεζες θα συνεδριάσουν το επόμενο διάστημα, κάτω από τις προειδοποιήσεις πολλών αναλυτών ότι η χαλαρή νομισματική και δημοσιονομική πολιτική έχουν ήδη τονώσει υπερβολικά τη συνολική ζήτηση. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τα αρνητικά σοκ προσφοράς λόγω των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες εξαιτίας της πανδημίας που συνεχίζεται και την κλιματική αλλαγή, μας έχει οδηγήσει ήδη προς στα μονοπάτια της πληθωριστικής υπερθέρμανσης. Ποιά μπορεί να είναι η επόμενη «προβολή»; H επιβράδυνση της ανάπτυξης, το αυξημένο κόστος παραγωγής και ο στασιμοπληθωρισμός.

Εκ των πραγμάτων λοιπόν, το χρονικό ορόσημο του tapering μας πλησιάζει ολοένα και περισσότερο. Το θέμα είναι πόσο κοντά είμαστε στην σχετική απόφαση. Αυτός είναι ο λόγος που κάθε μήνα οι αγορές λίγο πριν τις συνεδριάσεις των Κεντρικών Τραπεζών θα μπαίνουν σε απόλυτη στάση αναμονής μέχρι να βεβαιωθούν ότι η «καυτή πατάτα» μεταφέρεται στον επόμενο μήνα.

Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην ατζέντα του φθινοπώρου προστίθεται η αντιπαράθεση στις ΗΠΑ για το δημόσιο χρέος και η εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία με την Μέρκελ ν’ αποχωρεί από την Καγκελαρία μετά από 16 χρόνια.

Και όλα αυτά, τη στιγμή που αναθεωρούνται επί τα χείρω για τρίτη φορά μέσα σε λίγες εβδομάδες οι προβλέψεις για το ΑΕΠ των ΗΠΑ.

Η εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα, οδήγησαν την Morgan Stanley και την Goldman Sachs να μειώσουν τις εκτιμήσεις τους για το αμερικανικό ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου. Η πρώτη πλέον μιλάει για ανάπτυξη πέριξ του 2,9% από τις προηγούμενες εκτιμήσεις για 6,5%.

Η δεύτερη, μετά και τα τελευταία στοιχεία από την αγορά απασχόλησης των ΗΠΑ και την απότομη συρρίκνωση των λιανικών πωλήσεων, προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 3,5% για το τρίτο τρίμηνο, ενώ σε ετήσια μέση βάση, η πρόβλεψη αύξησης του ΑΕΠ για το 2021 είναι τώρα 5,7% -έναντι συναίνεσης 6,2%. (Σ.Σ: H στήλη τον Ιούλιο είχε διεξοδικά αναλύσει τους λόγους για τους οποίους είναι πιθανή η ανατροπή όχι μόνο του αμερικανικού αλλά και του παγκόσμιου ρυθμού ανάπτυξης. Λεπτομέρειες μπορείτε να δείτε εδώ).

Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να διαπιστώσει κανείς ότι η δυναμική της παγκόσμιας ανάπτυξης συνεχίζει να υποχωρεί. Αρκεί να μελετήσει τα πρόσφατα στοιχεία για τους δείκτες PMI της Κίνας, των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης, τα οποία υποδηλώνουν μια υποχώρηση 2 μονάδων του παγκόσμιου PMI τον Αύγουστο, στις 53,5 μονάδες, από τα υψηλά επίπεδα 15 ετών και τις 59 μονάδες που είχαν σημειωθεί τον Μάιο.

Κατανοεί λοιπόν κανείς γιατί όλες οι συνισταμένες που αναλύσαμε παραπάνω συνέθλιψαν στην κυριολεξία τα ελληνικά καλά νέα.

 

Μαίρη  Βενέτη

Πηγή: liberal.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text