Αρχική | Οικονομία | Ελληνική Οικονομία | Πακτωλός χρηματοδοτήσεων το 2020, κλειστές «στρόφιγγες» το 2021

Πακτωλός χρηματοδοτήσεων το 2020, κλειστές «στρόφιγγες» το 2021

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Πακτωλός χρηματοδοτήσεων το 2020, κλειστές «στρόφιγγες» το 2021

Εντυπωσιακή αύξηση των παροχών ρευστότητας από τις τράπεζες και το κράτος καταγράφηκε το 2020, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες της πανδημίας, ενώ τη φετινή χρονιά οι «στρόφιγγες» κλείνουν, καθώς ο ρυθμός αύξησης της πιστωτικής επέκτασης έχει γίνει αρνητικός, σύμφωνα με τα αποκαλυπτικά στοιχεία που παρουσίασε χθες στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας της Ελλάδος, Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει η ΤτΕ, η καθαρή ροή της τραπεζικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, δηλαδή τα νέα δάνεια που χορηγήθηκαν αφαιρουμένων των αποπληρωμών, εκτινάχθηκε στα 6,7 δισ. ευρώ το 2020, εκ των οποίων 4,5 δισ. κατευθύνθηκαν σε μεγάλες επιχειρήσεις και 2,2 δισ. στις μικρές και μεσαίες. Φέτος, όμως, η καθαρή είναι μόλις 0,1 δισ. ευρώ προς τις ΜμΕ και έχει γίνει αρνητική προς τις μεγάλες επιχειρήσεις (-0,2 δισ. ευρώ).

Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο κ. Μαλλιαρόπουλος στη Βουλή,

Η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις σημείωσε σημαντική επιτάχυνση κατά τη διάρκεια του 2020, αντανακλώντας την ενίσχυση τόσο της ζήτησης (λόγω των έκτακτων αναγκών ρευστότητας που δημιούργησε η πανδημία) όσο και της προσφοράς τραπεζικών δανείων, η οποία υποβοηθήθηκε από τα προγράμματα χρηματοδότησης της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ).

Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της πιστωτικής επέκτασης προς τις ΜΧΕ επιταχύνθηκε σε διψήφιο ποσοστό το 2020 (σε 10% περίπου), το οποίο διατηρήθηκε  μέχρι και τις αρχές του 2021, ενώ έκτοτε, και μέχρι το τέλος Αυγούστου του 2021 επιβραδύνεται (Αύγουστος 2021: 3,2%).

Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2021, η καθαρή ροή χρηματοδότησης προς τις ΜΧΕ, ήταν ελαφρώς αρνητική (-90 εκατ. ευρώ έναντι θετικής ροής 6,7 δισεκ. ευρώ συνολικά το 2020 και 1,9 δισεκ. ευρώ το 2019).

Εξηγώντας τη μείωση της καθαρής ροής το 2021, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΤτΕ ανέφερε ότι οφείλεται, μεταξύ άλλων:

Στη λήξη της αναστολής πληρωμών χρεολυσίων μετά το τέλος του 2020 (για το μεγαλύτερο μέρος των δανείων που είχαν τεθεί σε αναστολή) καθώς, στο βαθμό που αυτά επανήλθαν σε κανονική ή μερική εξυπηρέτηση, σταμάτησαν να επιδρούν αυξητικά στην καθαρή ροή και τον ετήσιο ρυθμό μεταβολής των πιστώσεων,

στο γεγονός ότι το 2021 ήταν πλέον διαθέσιμοι λιγότεροι πόροι από τα προγράμματα της ΕΑΤ μετά την ικανοποιητική απορρόφησή τους το 2020,

στην αποκλιμάκωση της ζήτησης για δάνεια καθώς πολλές επιχειρήσεις διαθέτουν αυξημένο επίπεδο ρευστότητας, κυρίως λόγω των μέτρων στήριξης αλλά και της ανάκαμψης των ταμιακών τους ροών τους τελευταίους μήνες, ενώ οι μεγαλύτερες σε μέγεθος επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων και από τις αγορές,

στην επιφυλακτική πολιτική των τραπεζών για χορήγηση νέων δανείων λόγω μιας σειράς παραγόντων, όπως, μεταξύ άλλων του πιστωτικού κινδύνου, της αβεβαιότητας που διαγράφεται ως προς την εξέλιξη του πληθωρισμού διεθνώς και της επίπτωσής του στο κόστος δανεισμού, της επίπτωσης του νέου δανεισμού στην κεφαλαιακή επάρκεια, και της καταγραφής ικανοποιητικών αποδόσεων από εναλλακτικές επενδυτικές επιλογές (όπως κρατικά και εταιρικά ομόλογα).

Ο κ. Μαλλιαρόπουλος τόνισε, όμως, ότι οι επιχειρήσεις ενισχύθηκαν από πολλές πλευρές, ιδιαίτερα το 2020, καθώς ενεργοποιήθηκαν προγράμματα που υποστήριξαν την παροχή ρευστότητας από το κράτος (όπως η επιστρεπτέα προκαταβολή και τα προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας), καθώς και από ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς φορείς.

Έτσι, όπως ανέφερε, «συνολικά, η ακαθάριστη χρηματοδότηση προς τις ΜΧΕ από διάφορες πηγές (τραπεζικές και μη) ανήλθε σε 24,4 δισεκ. ευρώ το 2020 και σε 9,8 δισεκ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2021. Επιπλέον από τα ποσά αυτά, οι επιχειρήσεις άντλησαν από τις αγορές εταιρικών ομολόγων (διεθνείς και εγχώριες) 1.3 δισεκ. ευρώ το 2020 και 3 δισεκ. ευρώ το οκτάμηνο του 2021. Τέλος, οι επιχειρήσεις άντλησαν το 2020 επιπλέον 1,1 δισεκ. ευρώ υπό μορφή equity financing, κυρίως από Άμεσες Ξένες Επενδύσεις. Κατά συνέπεια, η συνολική χρηματοδότηση των εταιριών από τράπεζες, Δημόσιο και κεφαλαιαγορές ανήλθε σε 26,8 δισεκ. ευρώ για το 2020 (16% του ΑΕΠ) και πάνω από 12,8 δισεκ. ευρώ το οκτάμηνο του 2021».

Η χρηματοδότηση των ΜμΕ: Το πρόβλημα και το «αντίδοτο»

Η Τράπεζα της Ελλάδος επιβεβαιώνει ότι τη «μερίδα του λέοντος» στις χρηματοδοτήσεις λαμβάνουν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Όπως τόνισε ο κ. Μαλλιαρόπουλος, «αν και αυξήθηκε το μερίδιο της χρηματοδότησης που κατευθύνθηκε προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις το 2021, σε απόλυτα μεγέθη οι μεγάλες επιχειρήσεις συνέχισαν να αντλούν συνολικά υψηλότερα ποσά. Προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (οι οποίες ορίζονται ως επιχειρήσεις με 0 έως 249 εργαζόμενους και αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων στη χώρα) κατευθύνθηκε περίπου το 41%  της ακαθάριστης ροής του 2021. Τα ποσοστά αυτά, υπολείπονται της συνεισφοράς των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην οικονομία σε όρους προστιθέμενης αξίας, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις παράγουν το 63,5% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του ιδιωτικού τομέα».

Όμως, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΤτΕ σημείωσε ότι αυτή η άνιση κατανομή δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. «Σύμφωνα με μελέτες του ΟΟΣΑ», ανέφερε, «το ποσοστό χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη συνολική χρηματοδότηση του τραπεζικού τομέα ανερχόταν το 2018 σε 30,4% για τις χώρες μεσαίου εισοδήματος και σε 52,5% για τις χώρες υψηλού εισοδήματος)».

Ειδικά για την Ελλάδα, όπως σημείωσε, θα δικαιολογούνταν περισσότερες χρηματοδοτήσεις στις ΜμΕ, καθώς συνεισφέρουν πολύ περισσότερο στην απασχόληση (88% έναντι 67% στην ΕΕ-27), καθώς είναι επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, όμως οι τράπεζες παραμένουν επιφυλακτικές καθώς οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται από υψηλότερο κίνδυνο.

«Ενδεικτικά», ανέφερε, «το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι διαχρονικά πολλαπλάσια υψηλότερο από το αντίστοιχο των μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων. Συνεπώς, λόγω του υψηλού πιστωτικού κινδύνου, ακόμη και όταν οι επιχειρήσεις αυτές πληρούν τα κριτήρια τραπεζικού δανεισμού, το κόστος δανεισμού είναι υψηλό και επιχειρηματικά ασύμφορο».

Η λύση που υποδεικνύεται από την ΤτΕ για να ξεπερασθεί το βασικό πρόβλημα που δημιουργεί στη χρηματοδότηση των ΜμΕ ο υψηλός πιστωτικός κίνδυνος είναι η παρέμβαση του κράτους για την ανάληψη ενός μέρους του κινδύνου. Όπως τόνισε ο κ. Μαλλιαρόπουλος, «δεν είναι τυχαίο ότι οι ρυθμοί χρηματοδότησης προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις επιταχύνθηκαν σημαντικά από τα μέσα του 2020 και μετά όταν μέσω των προγραμμάτων της ΕΑΤ υπήρξε επιμερισμός του κινδύνου μεταξύ τραπεζών και Δημοσίου. Ο επιμερισμός κινδύνου αυξάνει τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση δανείων καθώς σημαίνει ότι αφενός οι τράπεζες αναλαμβάνουν μικρότερο ρίσκο λόγω των εγγυήσεων του Δημοσίου, αφετέρου οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κόστος δανεισμού».

Σε αυτό το πλαίσιο, καταλυτικό ρόλο στην επιτάχυνση της πιστωτικής επέκτασης προς τις ΜμΕ μπορεί να διαδραματίσει η αξιοποίηση των φθηνών δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως ένα βασικό εργαλείο για τον επιμερισμό του κινδύνου ανάμεσα σε δημόσιο τομέα και τράπεζας. Όπως τόνισε ο κ. Μαλλιαρόπουλος,

Σημαντική ώθηση στην τραπεζική χρηματοδότηση αναμένεται με την έναρξη αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, εκτιμάται ότι  θα χορηγηθούν σωρευτικά μέχρι το τέλος του 2026 δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 12,7 δισεκ. ευρώ τα οποία προβλέπεται να χρηματοδοτήσουν συνολικές ιδιωτικές επενδύσεις περίπου 32 δισεκ. ευρώ. Για την χρηματοδότηση αυτών των επενδύσεων θα χρειαστεί να κινητοποιηθούν δάνεια από εγχώρια και ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα ύψους περίπου 13 δισεκ. ευρώ την επόμενη εξαετία.

Δεδομένου ότι το ασφάλιστρο πιστωτικού κινδύνου -- ιδιαίτερα μικρομεσαίων επιχειρήσεων -- θα παραμείνει υψηλό στο προσεχές διάστημα, ο επιμερισμός κινδύνου μέσω των χαμηλότοκων δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης θα συμβάλει σημαντικά στην επιτάχυνση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία και την υλοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να μπει σε μια τροχιά υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης».

 

Πηγή:businessdaily.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text