Αρχική | Διάφορα | Τεύχη 2018-2023 (Νο 199 έως Νο 253) | Χ&Α - 239 | Ο πληθωρισμός, η εξέλιξή του και ο τρόπος που τον αντιλαμβάνονται οι αγορές

Ο πληθωρισμός, η εξέλιξή του και ο τρόπος που τον αντιλαμβάνονται οι αγορές

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Ο πληθωρισμός, η εξέλιξή του και ο τρόπος που τον αντιλαμβάνονται οι αγορές

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο πληθωρισμός, η εξέλιξή του και ο τρόπος που τον αντιλαμβάνονται οι αγορές

 

Όλες οι προβλέψεις για την εξέλιξη του πληθωρισμού, έχουν, μέχρι στιγμής, διαψευσθεί. Αυτό οφείλεται, κυρίως, σε δύο λόγους: α) Το περιβάλλον που είχε διαμορφωθεί στη διεθνή οικονομία, επί περισσότερο από δύο δεκαετίες, ήταν αντιπληθωριστικό. Γι’ αυτό και ο πληθωρισμός ουδέποτε αποτέλεσε απειλή κατά το διάστημα αυτό, ενώ, οι προσπάθειες των κυριότερων κεντρικών τραπεζών κατά την τελευταία 12ετία, καταβάλλονταν, όχι για τον περιορισμό του, αλλά για την αύξησή του, στο “επιθυμητό” όριο του 2,0%. β) Οι κυριότεροι παράγοντες που, συνήθως, καλλιεργούν τις πληθωριστικές συνθήκες (παραγωγικότητα, διεθνές εμπόριο, δημογραφικά κλπ), ήταν αρνητικοί για την ανάπτυξή του.

Έτσι, οι πρώτες πληθωριστικές πιέσεις που εμφανίστηκαν την περασμένη άνοιξη, θεωρήθηκε ότι προκλήθηκαν από την αιφνίδια αύξηση της ζήτησης, που φυσιολογικά εκδηλώθηκε, μετά το τέλος της πανδημίας. Και γι’ αυτό το λόγο, οι πιέσεις αυτές εκτιμήθηκαν ως “προσωρινές”. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, τα οποία, επίσης όλοι, θεώρησαν ως προσωρινά και “θεραπεύσιμα”. Την ίδια περίοδο, η ανάκαμψη των οικονομιών και η παγκόσμια προσπάθεια για την μείωση της χρήσης του άνθρακα, αύξαναν τη ζήτηση για ενέργεια -και κυρίως για φυσικό αέριο, ενώ οι παραγωγοί και οι εξαγωγείς των ενεργειακών εμπορευμάτων, μεθόδευσαν περιορισμούς στην προσφορά, ώστε οι τιμές να συγκρατηθούν σε υψηλά επίπεδα. Τέλος, τα προβλήματα που προέκυψαν στις σχέσεις Δύσης και Ρωσίας, επέτειναν το πρόβλημα του κόστους της ενέργειας, ενώ αυτό είχε ήδη αρχίσει να διαβρώνει τους οικονομικούς δείκτες των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και των οικονομιών.

 

Σήμερα, όπως τονίζαμε και στο προηγούμενο τεύχος (εδώ) οι περισσότερες οικονομίες του κόσμου, βρίσκονται σε μία καμπή: Θα μεταφερθούν οι πληθωριστικές πιέσεις στο κόστος εργασίας και θα μεταβληθεί η ψυχολογία των κοινωνιών, έτσι ώστε να επηρεαστούν οι μακροχρόνιες πληθωριστικές προσδοκίες των οικονομικών μονάδων; Μέχρι στιγμής, η απάντηση είναι, δυστυχώς, θετική.

Εάν ο χειρισμός των παραγόντων που προσδιόρισαν την ανάπτυξη των αρχικών πληθωριστικών πιέσεων ήταν περισσότερο εύκολος ή βέβαιος, θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε ότι, ο πληθωρισμός θα μπορούσε, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, να ελεγχθεί, μέσα από τις δυνάμεις της αγοράς, χωρίς μία ισχυρή παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών. Δηλαδή, οι μεν εφοδιαστικές αλυσίδες θα μπορούσαν -σταδιακά- να ρυθμιστούν και θα μπορούσε να ελεγχθεί η παραγωγή και η ροή του πετρελαίου (και άλλων ενεργειακών πόρων), έτσι ώστε οι τιμές της ενέργειας και άλλων αγαθών, να αποκλιμακωθούν. Όμως, με δεδομένη τη ρήξη μεταξύ Δύσης και Ρωσίας και με την πιθανή εξάπλωση των γεωπολιτικών εντάσεων και σε άλλες περιοχές, ο περιορισμός των αιτίων που προκαλούν τις ελλείψεις των προϊόντων και τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, φαίνεται δύσκολος και μακροχρόνιος.

 

Εξακολουθούμε να εκτιμούμε ότι, καθώς οι μακροχρόνιοι -και αργά κινούμενοι- παράγοντες που επιδρούν στο σχηματισμό του πληθωρισμού -με κυριότερο ανάμεσα σ’ αυτούς, τον δημογραφικό-, δύσκολα θα μεταβληθούν ώστε να είναι θετικοί για την ανάπτυξη του πληθωρισμού, αυτός δύσκολα θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ευρύ και μόνιμο φαινόμενο στη διεθνή οικονομία, όπως αποτέλεσε σε άλλες περιόδους της οικονομικής ιστορίας. Το φαινόμενο, παρά τις διαστάσεις που λαμβάνει και τη φθορά που ήδη έχει αρχίσει να επιφέρει στις οικονομίες και τις κοινωνίες, θα ελεγχθεί. Μόνο που, για τον έλεγχό του, δύσκολα θα αποφευχθούν καταστάσεις επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και -ενδεχομένως- και ύφεσης, τουλάχιστον στις μεγάλες διεθνείς και αναπτυγμένες οικονομίες. Και ότι τελικά, η παρούσα περίοδος, για την οικονομική ιστορία, θα αποτελέσει ένα σημαντικό συμβάν, στο οποίο, στο μέλλον, θα αναφερόμαστε και το οποίο θα μελετούμε.

 

Καθώς έχουν παρέλθει αρκετές δεκαετίες από την προηγούμενη -και πάλι αιφνίδια- εμφάνιση του πληθωρισμού, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, οι αγορές, δεν έχουν προηγούμενη εμπειρία, από τον τρόπο που το φαινόμενο εκδηλώνεται και τον τρόπο που επηρεάζει τις επιχειρήσεις. Ο αναγνώστης της οικονομικής ιστορίας, είναι πιθανό να κάνει συνειρμούς, που μπορεί να τον οδηγούν σε ορθά συμπεράσματα για τα αποτελέσματα που, μέσα στη διάρκεια του χρόνου, το φαινόμενο θα προκαλέσει σε οικονομίες και επιχειρήσεις, όμως, είναι δύσκολο να συνδέσει τα αποτελέσματα αυτά, με το χρόνο και τον τρόπο εμφάνισής τους.

Έτσι, συχνά απορούμε γιατί, ενώ οι κίνδυνοι για τις  οικονομίες είναι αυξημένοι, οι αγορές δείχνουν να τους παραβλέπουν και οι δείκτες να επιδεικνύουν μία μεγάλη αντοχή.

Αυτό, είναι μία “παγίδα λογικής” στην οποία συχνά πέφτει ένας αναλυτής. Ενώ “βλέπει” μία επερχόμενη κατάσταση, εκτιμά -λανθασμένα- ότι, το ίδιο ακριβώς βλέπουν και οι επενδυτές και όλοι οι συναλλασσόμενοι, ή ότι, όλοι, φυσιολογικά, έχουν την ίδια άποψη με αυτόν. Όμως, αυτό δε συμβαίνει. Η αγορά λειτουργεί με το δικό της τρόπο και τους δικούς της ρυθμούς. Και στο κάτω κάτω, όλοι κάνουμε υποθέσεις. Ουδείς γνωρίζει τί ακριβώς θα συμβεί. Οι αγορές θα δουν τα “επερχόμενα”, όταν αυτά θα είναι ορατά και βέβαια. Και τότε, θα αντιδράσουν, ανάλογα με τη γενικότερη κατάσταση και τις εξελίξεις, εκείνης της φάσης.

Επιστροφή στα περιεχόμενα, εδώ


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text