Αρχική | Οικονομία | Διεθνής Οικονομία | The Economist:Η ανατομία του φετινού χάους στην αγορά

The Economist:Η ανατομία του φετινού χάους στην αγορά

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Μετά από ένα ξέφρενο ξεπούλημα κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι επενδυτές παίρνουν μια ανάσα. Ο δείκτης S&P 500 των αμερικανικών μετοχών, για παράδειγμα, έχει επιστρέψει περίπου στο επίπεδο που βρισκόταν στις αρχές Ιουνίου. Ωστόσο, με κάτι λιγότερο από πέντε μήνες να απομένουν για το 2022, θα χρειαζόταν μια ανατροπή εκπληκτικών διαστάσεων για να αποφευχθεί μια θυελλώδης χρονιά στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα διακριτικά χαρακτηριστικά της περιόδου είναι ήδη σαφή: η ύφεση ήταν ασυνήθιστα βαθιά και ασυνήθιστα ευρεία.

Αν το έτος τελείωνε τώρα, ένας επενδυτής στον παγκόσμιο δείκτη MSCI All Country World θα είχε χάσει 15%, τη χαμηλότερη απόδοση από το 2008. Η ευρεία πτώση σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων έχει προσθέσει και ένα άλλο στοιχείο οδύνης. Το πιο προφανές είναι ότι τόσο οι μετοχές όσο και τα ομόλογα έχουν υποστεί σφυροκόπημα. Τα καλά νέα είναι ότι ο κίνδυνος αφορά λίγους τύπους περιουσιακών στοιχείων και επιχειρήσεων. Το κατά πόσον αυτό το θετικό θα ισχύει μέχρι το τέλος του έτους είναι αβέβαιο.

Μια τέτοια ταυτόχρονη πτώση μετοχών και ομολόγων είναι σπάνια. Όταν οι τιμές των μετοχών πέφτουν λόγω της αποδυνάμωσης της οικονομίας, οι τιμές των ομολόγων συνήθως αυξάνονται λόγω των προσδοκιών για μείωση των επιτοκίων, ενισχύοντας ένα μικτό χαρτοφυλάκιο. Αντίστροφα, οι μετοχές συχνά επωφελούνται από μια ισχυρότερη οικονομία, ενώ τα ομόλογα πωλούνται. Η διπλή βουτιά αυτή τη φορά οφείλεται στον καλπάζοντα πληθωρισμό, τις αναμενόμενες αυξήσεις των επιτοκίων και την πεποίθηση ότι η οικονομική κατάσταση θα επιδεινωθεί. Μια επένδυση στον δείκτη FTSE Global World Government Bond θα έχει χάσει 13% μέχρι στιγμής μέσα στο 2022, καθιστώντας αυτό το έτος το πρώτο από το 1986, όταν δημιουργήθηκε ο δείκτης, κατά το οποίο σημειώθηκε διψήφια πτώση τόσο στις μετοχές όσο και στα ομόλογα παγκοσμίως.

Επιπλέον, οι αγορές μετοχών έχουν πληγεί σχεδόν παντού. Οι μετοχές στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και τις αναδυόμενες αγορές είναι όλες πτωτικές. Ως αποτέλεσμα, οι νικητές είναι ελάχιστοι. Ο Bloomberg Commodity Index, που περιλαμβάνει ενεργειακά, γεωργικά και βιομηχανικά εμπορεύματα, έχει αυξηθεί κατά 18% από τον Ιανουάριο. Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν ενισχυθεί από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη μαζική διακοπή των προμηθειών πετρελαίου και φυσικού αερίου που ακολούθησε. Οι δείκτες μετοχών MSCI για εξαγωγείς πετρελαίου όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ είναι ανοδικοί, όπως και εκείνοι της Βραζιλίας και της Ινδονησίας, που παράγουν άλλα εμπορεύματα. Ο δείκτης MSCI Χιλής σημειώνει άνοδο άνω του 20%, αλλά με κεφαλαιοποίηση αγοράς μικρότερη των 40 δισ. δολαρίων το γεγονός, δεν αποτελεί μεγάλη παρηγοριά για τους επενδυτές.

Αν σας παρουσιαζόταν αυτός ο βαθμός μιζέριας πριν από 20 χρόνια, θα περιμένατε οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες να αρχίσουν να ταλαντεύονται. Ίσως το πιο ασυνήθιστο από όλα είναι το πως ο πιο σοβαρός κίνδυνος μέχρι στιγμής έχει περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό σε δύο ομάδες – και οι δύο εκτός της επικρατούσας δυτικής χρηματοπιστωτικής αγοράς.

Η πρώτη είναι οι Κινέζοι κατασκευαστές ακινήτων, οι πωλήσεις των οποίων έχουν καταρρεύσει φέτος, λόγω των ανησυχιών για την οικονομική υγεία των εταιρειών και των οικονομικών επιπτώσεων των παρατεταμένων lockdowns εξαιτίας του Covid-19. Ένα ομόλογο που ωριμάζει τον Ιανουάριο του 2024 και έχει εκδοθεί από την Country Garden, μια κατασκευάστρια εταιρεία που μέχρι πρόσφατα είχε πιστοληπτική αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας, προσφέρει τώρα απόδοση άνω του 100%, από 5% πέρυσι τέτοια εποχή. Όμως, οι αυστηροί έλεγχοι κεφαλαίων της Κίνας σημαίνουν ότι, μέχρι στιγμής, η αναταραχή έχει προκαλέσει ελάχιστες αντιδράσεις εκτός της χώρας. Η δεύτερη ομάδα κινδύνου είναι τα κρυπτονομίσματα και η αποκεντρωμένη χρηματοδότηση. Η Celsius, εταιρεία δανεισμού κρυπτονομισμάτων, η Terra, ένα stablecoin και η Three Arrows Capital, ένα hedge fund που εστιάζει στα κρυπτονομίσματα, βρίσκονται σε δεινή θέση.

Το μεγάλο ερώτημα για το υπόλοιπο του έτους είναι αν οι θύλακες κινδύνου θα παραμείνουν απομονωμένοι. Ήδη η πίεση στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες έρχονται αντιμέτωπες με την αύξηση των παγκόσμιων επιτοκίων, καθώς και με τις αυξημένες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, γίνεται σαφής. Στα τέλη Ιουλίου, περίπου το 36% των εκδοτών του δείκτη ομολόγων αναδυόμενων αγορών της JPMorgan Chase είχε αποδόσεις άνω του 10%, ποσοστό που έφθασε μόλις στο 29% ως μέγιστο κατά τη διάρκεια του πανικού της αγοράς τον Μάρτιο του 2020. Ευτυχώς για τη Δύση, τα κύρια χρηματοπιστωτικά της ιδρύματα, με την πάροδο του χρόνου, βρίσκονται λιγότερο εκτεθειμένα στις αναδυόμενες αγορές.

Μια άλλη πηγή ανησυχίας, αν η ενεργειακή κρίση ενταθεί κατά τη διάρκεια του χειμώνα, θα μπορούσε να είναι η ευρωζώνη: κάτι που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσπάθησε να αποφύγει τον Ιούλιο δημιουργώντας έναν νέο μηχανισμό για να περιορίσει τη νευρικότητα στις αγορές ομολόγων. Και καθώς η έκδοση εταιρικών ομολόγων έχει γίνει όλο και πιο δύσκολη και ακριβή, οι απανταχού υπερχρεωμένες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πρόβλημα στη χρηματοδότηση των βασικών τους αναγκών. Μια από τις πιο «ασυνήθιστες», χρηματοοικονομικά, χρονιές των τελευταίων δεκαετιών δεν έχει ακόμα τελειώσει.

 

Πηγή:powergame.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text