Αρχική | Διάφορα | Τεύχη 2018-2023 (Νο 199 έως Νο 253) | Χ&Α - 244 | Το θετικό παράδοξο του πληθωρισμού

Το θετικό παράδοξο του πληθωρισμού

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το θετικό παράδοξο του πληθωρισμού

 

Η επανεμφάνιση του πληθωρισμού, σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά από μια μακρά περίοδο απουσίας του, αποτελεί το “φλέγον” -και επείγον- ζήτημα, που οι Κεντρικές Τράπεζες  καλούνται να αντιμετωπίσουν. Η υπαρξη του πληθωρισμού, ορθά έχει αποτυπωθεί στην σκέψη των περισσότερων ανθρώπων, ως μια “κακή” κατάσταση, η οποία είναι “επικίνδυνη” για την οικονομία και αυτό διότι, πρώτον, οι Κεντρικές Τράπεζες, καλούνται να λάβουν περιοριστικά μέτρα -αύξηση των επιτοκίων- που αυξάνουν το κόστος χρηματοδότησης των νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κρατών και δεύτερον, επειδή ο πληθωρισμός καταλήγει να μειώνει την αγοραστική δύναμη των πολιτών, τους κάνει να “νιώθουν” -και να είναι- φτωχότεροι, ενώ, μέσα στο χρόνο, αποσαθρώνει τις δομές των οικονομιών και των κοινωνιών.

 

Όμως, δεν είναι για όλους έτσι. Υπάρχει μια γενική αρχή που λέει ότι, “ο πληθωρισμός είναι καλός γι’ αυτούς που χρωστούν και κακός γι’ αυτούς που δανείζουν”.

Μέσα απ’ αυτή την οπτική, η επανεμφάνιση του, θα ωφελήσει τις χώρες με υψηλό χρέος -μεταξύ αυτών και την Ελλάδα. Αυτό επειδή, στον υπολογισμό της πολύ βασικής σχέσης “Χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ”, το ΑΕΠ αποτυπώνεται σε τρέχουσες και όχι σε αποπληθωρισμένες τιμές. Η -λόγω του πληθωρισμού- αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, πρόκειται να βελτιώσει την απεικόνιση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, καθώς ο δεικτης υπολογίζεται με το ονομαστικό ΑΕΠ και όχι με το πραγματικό.

 

Παράλληλα, ειδικά για την Ελλάδα, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, το 65% του χρέους της κατέχεται από θεσμικά όργανα και κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, με “κλειδωμένα” χαμηλά επιτόκια και με παράλληλη ισχύ μιας “περιόδου χάριτος” μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, ενώ το μέσοσταθμικό χρονικό διάστημα λήξης του, φτάνει σε 19 χρόνια. Το γεγονός αυτό, μειώνει σημαντικά τις τρέχουσες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, οι οποίες αφορούν μόνο το χρέος που διαπραγματεύεται στις διεθνείς αγορές.

 

Σύμφωνα με τα δελτία τύπου του δημοσίου χρέους, που δημοσιεύει το Υπουργείο Οικονομικών (εδώ), το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης (διαφέρει από το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης), στο τέλος του 2020, ήταν € 374,0 δισεκατομμύρια και ο λόγος χρέους προς ονομαστικό ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 226%. Στο τέλος του 2021, το χρέος έφτασε στα € 388,3 δισ. και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 213%. Σε αυτό το σημείο, τονίζουμε ότι η έναρξη της αύξησης του πληθωρισμού τοποθετείται τον Μάιο του 2021. Κατά το α΄ τρίμηνο του 2022, το χρέος ανήλθε στα € 394,5 δισ. και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ, συρρικνώθηκε στο 209%.

 

Δείτε στο παρακάτω διάγραμμα με την εξέλιξη του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές (μπλε γραμμή) και τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ (κόκκινη γραμμή).

 

 

Στην πρόσφατη έκθεση, της Τράπεζας της Ελλάδος, για την Νομισματική Πολιτική (εδώ σελ. 102), προβλέπεται η περαιτέρω αποκλιμάκωση του λόγους χρέους προς ΑΕΠ το 2022, η οποία θα προκύπτει από την βελτίωση του ονομαστικού ΑΕΠ, ενώ εκτιμάται εντονότερη αποκλιμάκωση τα επόμενα έτη, υπό την προϋπόθεση της σταδιακής επαναφοράς του πρωτογενούς δημοσιονομικού αποτελέσματος σε πλεόνασμα και της διατήρησης των υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης.


- - - - - - - -

 

Τί είναι ο “αποπληθωριστής” του ΑΕΠ;

Στην εξέταση του ΑΕΠ, είναι επίσης χρήσιμο, να παρακολουθούμε τον αποπληθωρισμένο δείκτη ΑΕΠ ή αλλιώςτον “αποπληθωριστή” του ΑΕΠ.

Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ, ισούται με τον λόγο του ονομαστικού ΑΕΠ σε ένα συγκεκριμένο έτος, προς το πραγματικό ΑΕΠ στο έτος, που έχουμε επιλέξει ως βάση, πολλαπλασιασμένο επί 100. Ο αριθμοδείκτης, μετρά τις μεταβολές των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών, που παράγονται σε μια οικονομία μεταξύ δύο διαφορετικών ετών. Ουσιαστικά υπολογίζει την αύξηση του πληθωρισμού, στα παραγόμενα αγαθά μιας οικονομίας. Η διαφορά του με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, είναι ότι αποπληθωριστής ΑΕΠ, αφορά στις τιμές των αγαθών που παράγονται, ενώ ο ΔΤΚ αντανακλά τις τιμές των αγαθών που αγοράζονται. Επίσης, ο αποπληθωριστής ΑΕΠ αφορά στις τιμές των αγαθών που παράγονται εγχώρια, ενώ ο ΔΤΚ, αφορά στα αγαθά που αγοράζονται από τους καταναλωτές τα οποία είναι εισαγόμενα και εγχωρίως παραγόμενα. Λόγω αυτών των διαφορών, ο ΔΤΚ τείνει να είναι υψηλότερος σε σχέση με τον αποπληθωριστή ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, για το ΑΕΠ και επιλέγοντας ως έτος βάσης το 2015 = 100, ο αποπληθωριστής ΑΕΠ στο α΄τρίμηνο του 2022 υπολογίζεται στο 107 δηλαδή έχει σημειωθεί αύξηση τιμών +7%, από το 2015, ενώ, στο ίδιο διάστημα, ο ΔΤΚ διαμορφώθηκε στο +8,8%.

 

Το παρόν άρθρο, είναι τμήμα της ύλης του τεύχους 244 (Σεπτέμβριος 2022) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ. Δείτε τα πλήρη περιεχόμενα του τεύχους 244, εδώ.



Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text