Επισημάνσεις

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

 

Ο πρόεδρος της FED κ. Powell, με την ομιλία του στο Jackson Hole, την 26/8/2022 και η πρόεδρος της ΕΚΤ κα Lagarde, με τη συνέντευξη τύπου, της 7/8/2022, διέψευσαν κάθε ελπίδα, όσων εκτιμούσαν ότι θα μπορούσε να αποφευχθεί η περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων κατά τους προσεχείς μήνες. Έστω και με καθυστέρηση, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες, αναγνωρίζουν πλέον ότι ο παρών πληθωρισμός είναι ένα επίμονο και μακροχρόνιο φαινόμενο. Και ότι, απειλεί τις οικονομίες και τις κοινωνίες, περισσότερο απ’ ότι θα τις απειλούσαν τα υψηλότερα επιτόκια.

 

Ήδη, πρώτη η κα Lagarde, της ΕΚΤ, αναγνωρίζει ότι, και το έτος 2023, θα είναι έτος υψηλού πληθωρισμού και ότι, η εναντίον του μάχη, θα κριθεί κατά το έτος 2024. Βεβαίως, η κα Lagarde, διαχωρίζει ότι, ενώ ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ είναι “πληθωρισμός ζήτησης”, στην Ευρώπη είναι “πληθωρισμός προσφοράς” και βασική παράμετρός του είναι το αυξημένο κόστος της ενέργειας.

 

Η ομιλία του κ. Powell της 26/8/2022, διέκοψε την ανοδική πορεία των αγορών, που είχε ξεκινήσει στις 16/6/2022. Κατά το διάστημα αυτό, οι χρηματιστηριακοί δείκτες σε όλο το κόσμο είχαν καταγράψει σημαντική άνοδο, σε βαθμό που, πολλοί εκτίμησαν ότι ο “συναγερμός” είχε σταματήσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ο αμερικανικός δείκτης Nasdaq, κέρδισε +22,4%, από το χαμηλό της 16/6/2022.

 

Το επόμενο “τεστ” για τις χρηματιστηριακές αγορές θα γίνει στις 21/9/2022, όταν η FED θα ανακοινώσει το μέγεθος της νέας αύξησης του επιτοκίου της. Οι αγορές, ήδη εκτιμούν ότι, αυτή μπορεί να φτάσει μεταξύ του +0,50% έως +0,75%. Όμως, το κρίσιμο σημείο της ημέρας αυτής δεν είναι τόσο το ύψος της αύξησης του επιτοκίου, όσο η συνέντευξη του κ. Powell που θα ακολουθήσει. Αν αυτή κινηθεί στα πλαίσια της ομιλίας του στο Jackson Hole, τότε το κλίμα στις αγορές θα επιβαρυνθεί.

 

Η άλλη κρίσιμη ημερομηνία αυτού του μήνα, είναι η 13η Σεπτεμβρίου, όταν θα ανακοινωθεί ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ για το μήνα Αύγουστο. Κατά το μήνα Ιούλιο, ο πληθωρισμός είχε υποχωρήσει στο 8,5%, από 9,1% τον Ιούνιο. Δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί ο μέσος όρος των εκτιμήσεων των αναλυτών για την τιμή του δείκτη.

 

 

Επί δεκαετίες, πριν από το έτος 2001, το επιτόκιο της FED κυμαίνονταν μεταξύ του 4,0% και του 5,0%, ενώ αντίστοιχα ήταν και τα επιτόκια των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών, πριν δημιουργηθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Παράλληλα, οι αντιδράσεις των Κεντρικών Τραπεζών, κάθε φορά που ο πληθωρισμός εμφάνιζε μια μικρή αύξηση, ήταν ταχύτερες.

Τί συνέβη και -κατά τον 21ο αιώνα- παγιώθηκαν εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια; Οι συνθήκες της διεθνούς οικονομίας και οι αρνητικές δημογραφικές τάσεις, τουλάχιστον στα κράτη του ΟΟΣΑ, προκάλεσαν την πτώση του πληθωρισμού, σε επίπεδα που, οι χώρες αυτές, είχαν να δουν από τον 19ο αιώνα, όταν το διεθνές νομισματικό σύστημα βασίζονταν στον χρυσό και τον άργυρο.

Υπάρχει πιθανότητα να παγιωθούν τα υψηλότερα επιτόκια, όπως συνέβαινε στο παρελθόν; Καθώς οι συνθήκες που οδήγησαν στην παρούσα έξαρση του πληθωρισμού είναι έκτακτες, λογικά, η πιθανότητα αυτή υφίσταται. Όμως, η οικονομική θεωρία λέει πως, όταν οι συνθήκες ομαλοποιηθούν, η ανάγκη της οικονομικής ανάπτυξης, θα οδηγήσει και πάλι τις οικονομίες να λειτουργήσουν σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων. Και αυτό, αν γίνει, δε μπορεί να γίνει πριν παρέλθει ένα διάστημα μερικών ετών -όχι λιγότερα των τριών ή τεσσάρων. Όμως, η πιο αβέβαιη παράμετρος σε ένα τέτοιο σενάριο, είναι οι γεωπολιτικές μεταβολές που συμβαίνουν σήμερα και που ενδεχομένως να συμβούν στα επόμενα χρόνια. Αν ο βαθμός της παγκοσμιοποίησης και το μέγεθος του διεθνούς εμπορίου περιοριστούν, το σενάριο επιστροφής στα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια, του πρόσφατου παρελθόντος, θα είναι δύσκολο -αν όχι αδύνατο- να υλοποιηθεί.


Πώς συσχετίζεται η πορεία της αγοράς των ΗΠΑ (μέσα από το δείκτη S&P-500) και της Ευρώπης (μέσα από τους δείκτες Eurostoxx-50 και DAX); Δείτε το διάγραμμα, εδώ. Κατά το διάστημα από την 31/12/2021, έως την 7/9/2022, δεν παρατηρήθηκαν μεγάλες διαφορές (παρ’ όλα αυτά, σε συγκεκριμένες φάσεις αυτής της περιόδου, οι διαφορές ήταν μεγάλες). Στο διάστημα αυτό, ο S&P υποχωρεί κατά -16,5%, ο Eurostoxx κατά -18,5% και ο DAX κατά -18,7%.
Σε ένα πιο “στενό” χρονικό διάστημα, από τις 30/6/2022 μέχρι την 7/9/2022 (εδώ),  όλοι οι δείκτες είναι ανοδικοί: S&P +5,1%, Eurostoxx +1,4% και DAX +1,0%. Εκτιμάται ότι και η συνέχεια θα είναι παρόμοια, πλην όμως, οι διαφορές θα είναι μεγαλύτερες.

Κατά τους επόμενους μήνες, θα βιώσουμε μία σημαντική απόκλιση στην πορεία των οικονομιών των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης. Αυτό, θα οφείλεται στη μεγαλύτερη ένταση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες, λόγω της δομής και των χαρακτηριστικών τους, αλλά και των ειδικών συνθηκών της τρέχουσας κρίσης.

 

 

 

Η παγκόσμια αγορά ομολόγων φαίνεται να εισέρχεται σε μια πτωτική φάση για πρώτη φορά ύστερα από σαράντα χρόνια. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πίεση που άσκησαν και συνεχίζουν να ασκούν οι κεντρικές τράπεζες στην οικονομία μέσω των επανειλημμένων αυξήσεων επιτοκίων και της συσταλτικής νομισματικής πολιτικής. Ο δείκτης αποδόσεων ομολόγων του Bloomberg έχει υποχωρήσει κατά 16% το 2022, ενώ ο παγκόσμιος δείκτης μετοχών της MSCI Inc. έχει υποχωρήσει κατά 19% (στοιχεία της 2/9/222). Από πολλές απόψεις, οι οικονομικές και πολιτικές πραγματικότητες που αντιμετωπίζουν τώρα οι επενδυτές παραπέμπουν στην πτωτική φάση (bear market) που είχε εισέλθει η αγορά ομολόγων στα μέσα της δεκαετίας του 1960, όταν μια περίοδος χαμηλού πληθωρισμού και ανεργίας έφτασε ξαφνικά στο τέλος της. Καθώς ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οι αποδόσεις των ομολόγων αναφοράς αυξήθηκαν. Αργότερα έφτασαν σχεδόν στο 16% το 1981, αφού ο τότε πρόεδρος της Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ Paul Volcker είχε αυξήσει τα επιτόκια στο 20% για να τιθασεύσει τις πιέσεις των τιμών.

 

Σε άρθρο του, ο ιστορικός Νίαλ Φέργκιουσον (εδώ) αναφέρει τρεις μείζονες λόγους για τους οποίους φοβάται ότι η δεκαετία του 2020 θα είναι χειρότερη από εκείνη του 1970: στην παρούσα συγκυρία η παραγωγικότητα είναι χαμηλότερη, τα επίπεδα χρέους υψηλότερα και η δημογραφική κατάσταση λιγότερο ευνοϊκή από όσο ήταν πριν από 50 χρόνια. Δείτε το άρθρο, εδώ.




Αφού, για μία ακόμη φορά, στάθηκε αδύναμη να ξεπεράσει το “καταραμένο” σημείο των 900 μονάδων, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, υποχώρησε ταχύτατα, μετά την ομιλία Powell, της 26/8/2022. Βεβαίως, η ελληνική αγορά, έδειξε να επηρεάζεται και από το πολιτικό ρίσκο, λόγω της αναστάτωσης που προκάλεσε το θέμα των υποκλοπών. Όμως, όπως απέδειξε και η εξέλιξη του ΑΕΠ κατά το β’ τρίμηνο, αλλά και όπως -πιθανότατα- θα αποδείξει και κατά το γ’ τρίμηνο, η ελληνική οικονομία έχει έναν δυναμισμό που θα τη βοηθήσει να κινηθεί με “αξιοπρέπεια” μέσα στην κρίση. Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι εάν, η επιβράδυνση της ευρύτερης περιοχής της Ευρωζώνης κατά το 2023, θα επιδράσει σημαντικά και στην ελληνική οικονομία. Η λογική λέει ότι θα επιδράσει. Άλλωστε, η επιδείνωση των συνθηκών, διεθνώς, θα έχει συνέπειες και στα τουριστικά έσοδα του επόμενου έτους.

 

Παράλληλα, θα είναι πολύ δύσκολο να αναβαθμιστεί η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, στην επενδυτική βαθμίδα, εντός του 2023, παρά το ότι η εξέλιξη αυτή έχει αναχθεί σε “εθνικό στόχο” από την Κυβέρνηση. Το 2023, από πολιτικής απόψεως, πιθανότατα, θα είναι ένα ένα έντονο και αβέβαιο έτος. Και, όπως έχουμε αναφέρει και στο παρελθόν, αποτελεί πάγια πρακτική των οίκων αξιολόγησης, να μην προχωρούν σε σημαντικές αλλαγές στις αξιολογήσεις τους, κατά τη διάρκεια πολιτικών εντάσεων και αβεβαιοτήτων.

Από την άλλη πλευρά, η εξέλιξη των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων (τα οποία έχουν ήδη φτάσει στο επίπεδο που βρίσκονταν πριν από την κρίση του 2009 - δείτε εδώ), αυξάνει τους κινδύνους για την ελληνική οικονομία -και αυτό είναι κάτι που λειτουργεί ανασταλτικά στην κρίση των αξιολογητών.


Σύμπτωση που επαναλαμβάνεται, παύει να είναι σύμπτωση. Η -για ακόμη μία φορά- εμφάνιση “τεχνικών προβλημάτων” και η διακοπή των συναλλαγών, το μεσημέρι της Τρίτης 6 Σεπτεμβρίου, συνιστά μία ένδειξη της ατελούς λειτουργίας του Χρηματιστηρίου και ένα σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία του Χρηματιστηρίου της Αθήνας. Τέτοια περιστατικά, βαραίνουν σημαντικά στο σχηματισμό εντυπώσεων στη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

 

Το παρόν άρθρο, είναι τμήμα της ύλης του τεύχους 244 (Σεπτέμβριος 2022) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ. Δείτε τα πλήρη περιεχόμενα του τεύχους 244, εδώ.




Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text