Αρχική | Διάφορα | Τεύχη 2018-2023 (Νο 199 έως Νο 253) | Χ&Α - 204 | Η χρηματιστηριακή κρίση τελείωσε. Και τώρα, τί κάνουμε;

Η χρηματιστηριακή κρίση τελείωσε. Και τώρα, τί κάνουμε;

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Η χρηματιστηριακή κρίση τελείωσε. Και τώρα, τί κάνουμε;

Η αλλαγή σκηνικού

 

Η Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018 ήταν μία δύσκολη μέρα για το Χρηματιστήριο της Αθήνας. Μέσα σε μία ευρύτερα γιορτινή ατμόσφαιρα, σε περιβάλλον χαμηλών συναλλαγών, οι ανησυχίες για τη διαχείριση του τραπεζικού προβλήματος των κόκκινων δανείων, προκάλεσαν πτώση κατά 1,77% στο Γενικό Δείκτη και τον έριξαν στις 597,83 μονάδες. Ήταν η δεύτερη φορά που ο δείκτης υποχωρούσε κάτω από τις 600 μονάδες, μέσα στο 2018. Οι απαισιόδοξοι -και υπήρχαν πάρα πολλοί λόγοι για να είναι κάποιος απαισιόδοξος τα τελευταία εννέα χρόνια- μιλούσαν για νέα προβλήματα στην οικονομία και για μία νέα περιπέτεια της αγοράς η οποία θα μπορούσε να υποχωρήσει ακόμη και κάτω από τις 500 μονάδες.

Όμως τα πράγματα δεν είχαν έτσι. Ούτε για το Χρηματιστήριο, αλλά ούτε και για τη χώρα. Πολλά είχαν αλλάξει στη κατεύθυνση που κινούνταν η χώρα, ήδη από το 2016. Και στο Χρηματιστήριο, η αλλαγή αυτή είχε γίνει αντιληπτή. Και είχε, από τότε, ξεκινήσει μία -αργή και δειλή στην αρχή- κίνηση ανάκαμψης. Οι μετοχές με τα καλύτερα θεμελιώδη άρχισαν να σημειώνουν καλύτερες τιμές. Οι μετοχές της χαμηλής κεφαλαιοποίησης άρχισαν να ξεφεύγουν από τα πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα στα οποία είχαν μέχρι τότε βρεθεί (στο τέλος του 2015, 135 μετοχές (το 56,5% του συνολικού αριθμού των μετοχών) είχαν τιμή χαμηλότερη από πενήντα λεπτά και 27 (το 11,3% του συνόλου)  χαμηλότερη από ένα ευρώ). (Δείτε σχετικό άρθρο)

 

Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν, οι μετοχές κινήθηκαν ανοδικά. Αυτό δε φάνηκε τόσο ξεκάθαρα στις τιμές του Γενικού Δείκτη, αφού ο -επί μία δεκαετία προβληματικός- τραπεζικός κλάδος εξακολούθησε να υποχωρεί, υπό το βάρος των προβλημάτων του. Φάνηκε όμως στις αποτιμήσεις των μεγάλων μη τραπεζικών εταιριών και στα στατιστικά αποτιμήσεων των “μικρομεσαίων” εταιριών.

 

Την Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου, στην προτελευταία συνεδρίαση της χρονιάς, η αγορά αντέδρασε ανοδικά. Και επανήλθε πάνω από τις 600 μονάδες. Καθ’ όλο το μήνα Ιανουάριο πραγματοποιούνταν συναντήσεις και διαπραγματεύσεις για το χαρακτήρα της λύσης που θα επιλέγονταν για τις τράπεζες, οι οποίες αντί να γίνουν η ατμομηχανή της ανάπτυξης στην οικονομία που σταδιακά αναρρώνει, κατέληξαν να είναι βαρίδι που θα μπορούσε να την ξανατραβήξει στο βυθό.

Στις 21 Ιανουαρίου 2019, ο χρηματιστηριακός δείκτης των τραπεζών (ΔΤΡ) βρέθηκε στις 372,20 μονάδες (προκειται για τη χαμηλότερη τιμή στην ιστορία του δείκτη) και η συνολική κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών κάτω  από τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ. Την ίδια μέρα, ο Γενικός Δείκτης βρισκόταν στις 619 μονάδες, όμως όλα έδειχαν ότι η κατάσταση θα ξεκαθάριζε γρήγορα. Καθώς τα μηνύματα για την εξέλιξη της οικονομίας ήταν ικανοποιητικά θετικά, οι μη τραπεζικές μετοχές συνέχιζαν να δείχνουν -καθημερινά- τάσεις περαιτέρω ανόδου. Και, όπως γράφαμε στο εξώφυλλο του προηγούμενου τεύχους μας, “η αγορά δεν θα περιμένει τις τράπεζες”.

 

 

Από εκείνη τη μέρα, ο Γενικός Δείκτης κινήθηκε ανοδικά. Δειλά στην αρχή και με ταχύτητα στη συνέχεια. Στις 26 Φεβρουαρίου, ο Γενικός Δείκτης διέσπασε ανοδικά τον Κινητό Μέσο Όρο του 200 ημερών. Πρόκειται για τον -παγκόσμια- πιο δημοφιλή δείκτη που προσδιορίζει τη μεσομακροπρόθεσμη τάση της αγοράς. Τις επόμενες μέρες, η κίνηση του δείκτη ήταν έντονα ανοδική, με συναλλαγές που, κατά μέσο όρο, έφθασαν στα 90 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 37 εκατομμυρίων από την αρχή του έτους. Ο Γενικός Δείκτης την Παρασκευή 1 Μαρτίου έκλεισε στις 712,61 μονάδες, ενώ ο δείκτης των τραπεζών, έχει καταγράψει άνοδο κατά 47,5% από την 21η Ιανουαρίου. Από τις 30 συνεδριάσεις που μεσολάβησαν μεταξύ 21ης Ιανουαρίου και 1ης Μαρτίου, οι 24 ήταν ανοδικές και μόλις οι 6 ήταν πτωτικές. Θα πρέπει να ψάξουμε στατιστικά στοιχεία πολλών ετών για να ξαναβρούμε μία τέτοια αναλογία. Παράλληλα, τις ίδιες μέρες, το επιτόκιο του 10ετούς ελληνικού ομολόγου βρέθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2006, η Moody’s αναβάθμισε κατά δύο μονάδες την ελληνική οικονομία και ο δείκτης PMI βιομηχανίας, βρίσκεται σταθερά σε φάση μεγέθυνσης.

 

Το παράδοξο είναι ότι, ακόμη δεν έχουν αποφασιστεί ούτε οι τελικές λεπτομέρειες του νέου νόμου που θα προστατεύει τους αδύναμους δανειολήπτες, αλλά ούτε και ο ακριβής τρόπος που θα ρυθμιστούν τα “κόκκινα” δάνεια. Όμως, αυτά δεν έχουν σημασία για την αγορά η οποία έχει αντιληφθεί τη διάθεση όλων των εμπλεκόμενων φορέων να δώσουν λύση στο πρόβλημα και έχει προεξοφλήσει τις εξελίξεις.

 

Ως αφετηρία αυτής της πρωτοφανούς -σχεδόν 10ετούς-  κρίσης της ελληνικής οικονομίας, θεωρείται η 20η Οκτωβρίου του 2009, την ημέρα που ο τότε Υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε στο Ecofin ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 θα έφθανε στο 12,5% του ΑΕΠ, αντί του 6% που είχε δηλώσει η προηγούμενη Κυβέρνηση. Από τότε ξεκίνησε η πτώση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου της Αθήνας. Ο δείκτης, σημείωσε την κατώτερη τιμή, κατά τη διάρκεια της κρίσης, στις 440,88 μονάδες, την 11η Φεβρουαρίου 2016. Οι αναλυτές στο μέλλον, αλλά και όσοι ασχολούνται με την ιστορία του Χρηματιστηρίου, θα θεωρούν την 21η Ιανουαρίου, ως την ημέρα που η χρηματιστηριακή κρίση της αγοράς της Αθήνας τερματίστηκε.

 

Και τώρα, τί κάνουμε;

Είχαμε πολλά χρόνια στη διάθεσή μας για να μετρήσουμε τις απώλειές μας και να αναλογιστούμε τα λάθη μας. Οι περισσότεροι απ’ όσους είχαμε ασχοληθεί με το Χρηματιστήριο στην προηγούμενη ανοδική φάση, δεν είχαμε εμπειρία προηγούμενης μεγάλης πτώσης. Τώρα έχουμε. Η νέα γενιά επενδυτών, δεν έχει εμπειρία μεγάλης ανόδου και ό,τι έχει ακούσει για το Χρηματιστήριο είναι αρνητικό. Έτσι, οι παλαιότεροι έχουμε ακόμη σημάδια φόβου και δυσπιστίας μέσα μας, ενώ για η νέα γενιά, θα είναι πολύ διστακτική στο να πλησιάσει την αγορά. Παράλληλα, διστακτικοί θα είναι και οι επιχειρηματίες για να εισάγουν στο Χρηματιστήριο τις επιχειρήσεις τους. Άλλωστε και οι επιχειρήσεις της χώρας εξακολουθούν να μετρούν τις πληγές της κρίσης και να είναι σε δυσχερή θέση. Τέλος, στο εξωτερικό, η εικόνα της χώρας είναι τραυματισμένη. Οι μνήμες των πρωτοσέλιδων του 2010 και του 2012, ή ακόμη και του καλοκαιριού του 2015 και οι φωτιές της Αθήνας του 2011, των “Greek statistics” και της απάτης της Folli Follie, θα παραμένουν ενεργές για αρκετό διάστημα.

 

Η κρίση πιθανότητα τελείωσε -και για το Χρηματιστήριο. Όμως, ας μην περιμένουμε ότι από αύριο το πρωί, έλληνες ή ξένοι επενδυτές θα κάνουν ουρά για να αγοράσουν ελληνικές μετοχές. Για να έρθει και πάλι ο κόσμος στο Χρηματιστήριο θα πρέπει να υπάρξουν “εμφανείς ανισορροπίες”. Ανισορροπίες μεταξύ της τιμής και της αξίας των επιχειρήσεων. Ανισορροπίες μεταξύ των αποδόσεων των μετοχών και των αποδόσεων του τραπεζικών καταθέσεων (όταν αυτές θα αρχίσουν και πάλι να αυξάνονται). Θα πρέπει να ξεθωριάσουν οι μνήμες του 1999 και να βελτιωθεί η φήμη του χώρου -και δυστυχώς η απάτη της Folli Follie μέσα στο 2018 δε βοηθάει καθόλου σ’ αυτό. Θα πρέπει να υπάρξουν εισοδήματα για τους εργαζόμενους, κάτι που  προϋποθέτει ότι, θα πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις και ανάπτυξη του επιχειρηματικού τομέα. Και τέλος, θα πρέπει να υπάρξει ηρεμία και ασφάλεια στην περιοχή μας. Με μία λέξη, θα πρέπει να υπάρξει ανάπτυξη της χώρας. Και η ανάπτυξη θέλει ομαλότητα, θέλει κεφάλαια, θέλει ένα Κράτος που θα λειτουργεί αποτελεσματικά και θέλει και χρόνο.

 

Ως τότε, ο Γενικός Δείκτης θα έχει ισορροπήσει σε ψηλότερα επίπεδα, θα έχει περιορίσει τις διακυμάνσεις του και η αγορά θα έχει σταθεροποιήσει το “κοινό” της. Και όταν κάποια μέρα διαβάσουμε ότι μερικές καλής ποιότητας, κερδοφόρες εταιρίες κατέθεσαν αίτηση για την εισαγωγή τους στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι έφθασε η ώρα για την επόμενη μεγάλη κίνηση της αγοράς.

 

Χ&Α

 

 

ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ
Τεύχος 204 - 4/3/2019
Περιεχόμενα τεύχους 204

 


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text