Αρχική | Οικονομία | Ελληνική Οικονομία | Και για το 2020 οι προβλέψεις ανάπτυξης είναι χαμηλές

Και για το 2020 οι προβλέψεις ανάπτυξης είναι χαμηλές

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Και για το 2020 οι προβλέψεις ανάπτυξης είναι χαμηλές

Του Γ. Αγγέλη

Η "στασιμότητα” του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας στην Ελλάδα μετά το τέλος των μνημονίων, δεν φαίνεται να ακολουθεί την συνήθη απότομη αύξηση που έχει σημειωθεί στις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης που βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια σε μνημονιακή επιτήρηση.

Η σχετική πρόβλεψη για την Ελλάδα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών της ΤτΕ είναι ότι ο ρυθμός ανάπτυξης δεν θα υπερβεί το 2019 το 1,9%, ήτοι θα παραμείνει στάσιμος σε σχέση με το 2018, ενώ αντίθετα αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2020 ελαφρά στο 1,8% αντί να αυξηθεί περαιτέρω.

Οι σχετικές εκτιμήσεις ασφαλώς συνδέονται με την μνημονιακή υποχρέωση της παραγωγής δημοσιονομικών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% μέχρι και το 2022.

Αυτό άλλωστε επισημαίνει έμμεσα και ο διοικητής της ΤτΕ όταν υποστηρίζει την ανάγκη τα πλεονάσματα να περιορισθούν στο 2% από το 2022.

Ένας επιπλέον λόγος όμως είναι το γεγονός ότι τα υψηλά αυτά πλεονάσματα πρέπει να επιτευχθούν σε ένα αρνητικό διεθνές περιβάλλον, αντίθετο από εκείνο στο οποίο υπολόγιζαν οι Θεσμοί όταν τον Ιούνιο του 2018 κατέληγαν στις σχετικές συμφωνίες με την Ελλάδα.

Τότε, το 2018 η ΕΚΤ αλλά και η Κομισιόν προέβλεπαν συνέχιση την αναπτυξιακής πορείας της οικονομίας της Ευρωζώνης, ενώ από τα τέλη του 2018 έχουν αναθεωρήσει τις σχετικές προβλέψεις, υποστηρίζοντας ότι η ευρώ-οικονομία θα υποστεί μία απότομη επιβράδυνση με ρυθμό ανάπτυξης μόλις στο 1,1% (ΕΚΤ).

Η επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης "συντονίζεται” με ανάλογες προβλέψεις τόσο για την αμερικανική οικονομία όσο και την ασιατική, συνθέτοντας ένα συνολικά "χειρότερο” διεθνές περιβάλλον, που αφορά τόσο στην οικονομική δραστηριότητα όσο και στις συνθήκες αναχρηματοδότησης του ιδιωτικού κυρίως, αλλά και του δημόσιου χρέους...

Το παράδοξο είναι ότι η "αρνητική” πλευρά της εγχώρια οικονομίας, ήτοι το γεγονός ότι δεν είναι μία "πλήρως ανοικτή” οικονομία, λειτουργεί εν μέρει προστατευτικά έναντι της επιδείνωσης του ευρωπαϊκού και του διεθνούς περιβάλλοντος.

Όμως αυτό δεν αφορά στις επιπτώσεις από τις μνημονιακές "απαγορεύσεις” από την ΕΚΤ και τις "δεσμεύσεις” από το Eurogroup.

Όσον αφορά στις "απαγορεύσεις” η εγχώρια οικονομία παραμένει παρά την επιδείνωση των διεθνών συνθηκών "αποκλεισμένη” από την ΕΚΤ από όλες σχεδόν τις παρεμβάσεις στήριξης μέσω της νομισματικής πολιτικής, που απολαμβάνουν όλες οι άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.

Η μοναδική "εξαίρεση” σ' αυτό είναι η ανανέωση της συμμετοχής των ελληνικών τραπεζών στο πρόγραμμα των T-LTROs που πρόσφατα ανακοίνωσε ο Μάριο Ντράγκι.

Σε όλα τα άλλα, όπως επίσης και στα όρια κατοχής κρατικού χρέους από τις τράπεζες, η εγχώρια οικονομία παραμένει δέσμια των περιορισμών που είχε επιβάλει η ΕΚΤ στις αρχές του 2015... Και αυτό παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες που είχαν οδηγήσει στην επιβολή τους έχουν αλλάξει.

Όσο αφορά στις δεσμεύσεις, αυτές αφορούν τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που απορρέουν από την υποχρέωση επίτευξης υψηλών πλεονασμάτων σε ένα αρνητικό διεθνές περιβάλλον, όταν το δημοσιονομικό κανονιστικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου διακατέχεται από την λογική της ελαστικότητας μπροστά σε καταστάσεις περιόδων οικονομικής επιβράδυνσης.

Πηγή:www.capital.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text