Αρχική | Χρηματιστήριο | Διεθνείς Αγορές | Oι αποδόσεις των ομολόγων και τι «δείχνουν»

Oι αποδόσεις των ομολόγων και τι «δείχνουν»

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

Από τον Ηλία Μπέλλο.   Στον ρυθμό της ροής των ειδήσεων αναφορικά με το ζήτημα της διευθέτησης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μοιάζουν να κινούνται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα. Ομως οι αποδόσεις των ομολόγων και ειδικά της δεκαετίας, που κινούνται πέριξ της περιοχής του 6%, έχουν αυξηθεί σημαντικά από τα πρόσφατα χαμηλά τους, παραπέμποντας σε επιφυλακτικότητα αναφορικά με την προοπτική συμπερίληψής τους στο πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ. Αλλά κομβικής σημασίας είναι η συμπεριφορά της απόδοσης, του κόστους δανεισμού δηλαδή του ελληνικού Δημοσίου, του ομολόγου που λήγει τον Απρίλιο του 2019.

Και αυτό διότι ένα εκ των βασικών σεναρίων που εξετάζει η κυβέρνηση με στόχο την επιστροφή της χώρας στις κεφαλαιαγορές είναι η αναχρηματοδότηση του συγκεκριμένου χρεογράφου.

Αυτό εξηγούν στην «Κ» τραπεζικές πηγές του εξωτερικού με αναλυτική γνώση των σχετικών σχεδιασμών, επισημαίνοντας πως για να κριθεί επιτυχημένο το συγκεκριμένο εγχείρημα θα πρέπει κατ’ ελάχιστον το ελληνικό Δημόσιο να αναχρηματοδοτήσει την έκδοση αυτή με επιτόκιο χαμηλότερο έστω και οριακά του υφιστάμενου. Τον Απρίλιο του 2014, οπότε και η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στις αγορές, δανείστηκε με το συγκεκριμένο ομόλογο 3 δισ. ευρώ με ονομαστικό επιτόκιο 4,75%. Κάποιοι Ελληνες διαχειριστές μάλιστα το αποκαλούν και «ομόλογο Σαμαρά». Αυτή την περίοδο το χρεόγραφο τελεί υπό διαπραγμάτευση με απόδοση περί τις 100 μονάδες βάσης υψηλότερη και ειδικότερα 5,8%. Με βάση τους υπό συζήτηση σχεδιασμούς θα αναζητηθούν τα 3 δισ. που απαιτούνται για την ανταλλαγή των παλαιών ομολόγων με νέα και επιπλέον κεφάλαια της τάξης του 1 με 2 δισ. ευρώ.

Αλλά αυτά αφορούν τη θεωρία. Διότι στην πράξη θα χρειαστεί να έχει προηγηθεί η συμφωνία για τα μέτρα για το χρέος και να κριθούν αυτά επαρκή από την ΕΚΤ για το QE. Και για να γίνει η έξοδος στις αγορές, θα χρειαστεί και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης.

Τα αρχικά σχέδια της Αθήνας στόχευαν σε έξοδο ακόμη και αυτό το καλοκαίρι, αλλά η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων σε συνδυασμό με τις ευρύτερες πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη έχουν οδηγήσει ήδη ορισμένους από τους συμβούλους της κυβέρνησης να υποδεικνύουν ως καταλληλότερη χρονική στιγμή τα τέλη του έτους. Και αυτό διότι εκτιμούν πως τότε τα παραπάνω ζητήματα θα έχουν ενδεχομένως ολοκληρωθεί. Οι λιγότερο αισιόδοξοι όμως, και δεν είναι λίγοι, μιλούν για «2018 και βλέπουμε».

Σε κάθε περίπτωση, στην αγορά εμφανίζονται να υπάρχουν αρκετοί πρόθυμοι επενδυτές να «παίξουν» το συγκεκριμένο στόρι ποντάροντας στο γεγονός πως θα υπάρχει σίγουρος αγοραστής για τα ομόλογα που θα αποκτήσουν.Στον ρυθμό της ροής των ειδήσεων αναφορικά με το ζήτημα της διευθέτησης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μοιάζουν να κινούνται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα. Ομως οι αποδόσεις των ομολόγων και ειδικά της δεκαετίας, που κινούνται πέριξ της περιοχής του 6%, έχουν αυξηθεί σημαντικά από τα πρόσφατα χαμηλά τους, παραπέμποντας σε επιφυλακτικότητα αναφορικά με την προοπτική συμπερίληψής τους στο πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ. Αλλά κομβικής σημασίας είναι η συμπεριφορά της απόδοσης, του κόστους δανεισμού δηλαδή του ελληνικού Δημοσίου, του ομολόγου που λήγει τον Απρίλιο του 2019.

Και αυτό διότι ένα εκ των βασικών σεναρίων που εξετάζει η κυβέρνηση με στόχο την επιστροφή της χώρας στις κεφαλαιαγορές είναι η αναχρηματοδότηση του συγκεκριμένου χρεογράφου.

Αυτό εξηγούν στην «Κ» τραπεζικές πηγές του εξωτερικού με αναλυτική γνώση των σχετικών σχεδιασμών, επισημαίνοντας πως για να κριθεί επιτυχημένο το συγκεκριμένο εγχείρημα θα πρέπει κατ’ ελάχιστον το ελληνικό Δημόσιο να αναχρηματοδοτήσει την έκδοση αυτή με επιτόκιο χαμηλότερο έστω και οριακά του υφιστάμενου. Τον Απρίλιο του 2014, οπότε και η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στις αγορές, δανείστηκε με το συγκεκριμένο ομόλογο 3 δισ. ευρώ με ονομαστικό επιτόκιο 4,75%. Κάποιοι Ελληνες διαχειριστές μάλιστα το αποκαλούν και «ομόλογο Σαμαρά». Αυτή την περίοδο το χρεόγραφο τελεί υπό διαπραγμάτευση με απόδοση περί τις 100 μονάδες βάσης υψηλότερη και ειδικότερα 5,8%. Με βάση τους υπό συζήτηση σχεδιασμούς θα αναζητηθούν τα 3 δισ. που απαιτούνται για την ανταλλαγή των παλαιών ομολόγων με νέα και επιπλέον κεφάλαια της τάξης του 1 με 2 δισ. ευρώ.

Αλλά αυτά αφορούν τη θεωρία. Διότι στην πράξη θα χρειαστεί να έχει προηγηθεί η συμφωνία για τα μέτρα για το χρέος και να κριθούν αυτά επαρκή από την ΕΚΤ για το QE. Και για να γίνει η έξοδος στις αγορές, θα χρειαστεί και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης.

Τα αρχικά σχέδια της Αθήνας στόχευαν σε έξοδο ακόμη και αυτό το καλοκαίρι, αλλά η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων σε συνδυασμό με τις ευρύτερες πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη έχουν οδηγήσει ήδη ορισμένους από τους συμβούλους της κυβέρνησης να υποδεικνύουν ως καταλληλότερη χρονική στιγμή τα τέλη του έτους. Και αυτό διότι εκτιμούν πως τότε τα παραπάνω ζητήματα θα έχουν ενδεχομένως ολοκληρωθεί. Οι λιγότερο αισιόδοξοι όμως, και δεν είναι λίγοι, μιλούν για «2018 και βλέπουμε».

Σε κάθε περίπτωση, στην αγορά εμφανίζονται να υπάρχουν αρκετοί πρόθυμοι επενδυτές να «παίξουν» το συγκεκριμένο στόρι ποντάροντας στο γεγονός πως θα υπάρχει σίγουρος αγοραστής για τα ομόλογα που θα αποκτήσουν.


Πηγη : kathimerini.gr

23

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text