Η αγορά δεν περιμένει τις τράπεζες - Η άνοδος έχει ξεκινήσει
(Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα της ύλης του τεύχους 203 του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ - Δημοσιεύθηκε στις 8/2/2019)
Το Χρηματιστήριο πίσω από τους δείκτες
Η γενικότερη εικόνα -ακόμη και ανάμεσα σε μεγάλη μερίδα των επενδυτών- είναι ότι, κατά τα τελευταία χρόνια, το Χρηματιστήριο συνεχίζει την υποχώρησή του. Αυτό άλλωστε δείχνει και ο Γενικός Δείκτης τιμών.
Μεταξύ του τέλους του 2016 και του τέλους του 2018, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου της Αθήνας υποχώρησε κατά 4,7% (από τις 643,64 μονάδες, υποχώρησε στις 613,30 μονάδες). Σ’ αυτό το διάστημα των δύο ετών, η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου (το άθροισμα του αριθμού των μετοχών κάθε εταιρίας επί την τιμή της κάθε μετοχής), υποχώρησε κατά 0,5% (από τα 45,1 δισ. ευρώ, υποχώρησε στα 44,8 δισεκατομμύρια).
Η λογική λέει ότι, το -4,7% απεικονίζει, λίγο έως πολύ, την εικόνα της χρηματιστηριακής αγοράς κατά την προηγούμενη διετία. Ότι, δηλαδή, σε μέσο επίπεδο, οι μετοχές υποχώρησαν κατά 4,7%.
Όμως, τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Η πτώση είναι φαινομενική και αυτό οφείλεται στον τραπεζικό κλάδο. Αν εξαιρέσουμε τις τραπεζικές μετοχές, κατά τη διετία 2016-2018, οι τιμές στη μεγάλη πλειοψηφία των μετοχών, βελτιώθηκε.
Δυσαρμονία μεταξύ μετοχών και δεικτών
Ας δούμε τα στοιχεία των μετοχών. Επειδή ποσπαθούμε να συγκρίνουμε όμοια στοιχεία, για τον υπολογισμό τους, δεν λαμβάνουμε υπ’ όψη τις -ούτως ή άλλως, ελάχιστες- εταιρίες που εισήχθησαν στο Χρηματιστήριο κατά το διάστημα αυτό, αλλά ούτε και αυτές που διαγράφηκαν.
Από τις 173 μετοχές που διαπραγματεύονταν στο Χρηματιστήριο στο τέλος του 2016 και που εξακολουθούν να διαπραγματεύονται και σήμερα, οι 53 σημείωσαν πτώση, οι 8 παρέμειναν αμετάβλητες (πρόκειται κυρίως γι’ αυτές που βρίσκονταν σε αναστολή διαπραγμάτευσης) και οι 112 σημείωσαν άνοδο.
Αν αυτό δε δίνει μία πλήρη εικόνα για το πώς κινήθηκε η ευρύτερη αγορά, η εξερεύνηση της εξέλιξης της κεφαλαιοποίησης, είναι περισσότερο κατατοπιστική.
Μεταξύ του 2016 και του 2018, η συνολική κεφαλαιοποίηση που περιλαμβάνει όλες τις διαπραγματευόμενες μετοχές, μειώθηκε κατά 0,5%. Αν βασιστούμε μόνον στις 173 μετοχές που διαπραγματεύονταν και στο τέλος του 2016, αλλά και στο τέλος του 2018, τότε, η μεταβολή της συνολικής κεφαλαιοποίησής τους είναι θετική. Αυξήθηκε από τα 42,56 δισ. στο τέλος του 2016, σε 44,45 δισ. στο τέλος του 2018 (+4,4%).
Ας κάνουμε ένα βήμα παραπέρα. Αν από τις 173 αυτές μετοχές, αφαιρέσουμε τις τραπεζικές μετοχές (συνολικά 6 μετοχές), τότε η κατάσταση δείχνει εντελώς διαφορετική: Η συνολική κεφαλαιοποίηση των μετοχών αυτών αυξήθηκε κατά 17,9%! Από 33,8 δισ. στο τέλος του 2016, ανέβηκε στα 39,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτή η δυσαρμονία μεταξύ Γενικού Δείκτη και του κυρίως όγκου των εισηγμένων μετοχών, παρατηρείται επί σειρά ετών, ενώ συνεχίζεται και κατά το τρέχον έτος. Τον Ιανουάριο του 2019, ο Γενικός Δείκτης σημείωσε άνοδο κατά 3,4%, ενώ οι εισηγμένες μετοχές (μετά την αφαίρεση των τραπεζικών) σημείωσαν άνοδο κατά 6,9%!. Δείτε τον παρακάτω πίνακα.
Ο Γενικός Δείκτης τιμών του Χρηματιστηρίου, απαρτίζεται από 60 εταιρίες (δείτε εδώ) που, με βάση τη συνολική κεφαλαιοποίησή τους, καλύπτουν περίπου το 90% της συνολικής κεφαλαιοποίησης της αγοράς. Όμως, μετά από τις σταθμίσεις που σημειώνονται στη συμμετοχή κάθε μετοχής στο δείκτη, το ποσό που εκφράζεται από τις μετοχές που απαρτίζουν το δείκτη καταλήγει να αποτελεί περίπου το 25% της συνολικής κεφαλαιοποίησης της αγοράς.
Ο δείκτης, δείχνει αρκετά ικανοποιητικά την εξέλιξη της αγοράς από μέρα σε μέρα, ιδίως στις μετοχές με μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση και συναλλακτική δραστηριότητα. Όμως, με την πάροδο των ετών, τις μεταβολές στη σύνθεσή του, τις αλλαγές στη στάθμιση των μετοχών που τον απαρτίζουν και -ειδικά για την περίοδο 2013-2015- τις μεγάλες αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποίησαν οι τράπεζες (γεγονός που άλλαξε τη βάση υπολογισμού), ο Δείκτης δεν παρουσιάζει με ικανοποιητικό τρόπο και επάρκεια τις μεταβολές που συντελούνται στη χρηματιστηριακή αγορά. Και η ανεπάρκεια αυτή εκδηλώνεται κυρίως στις μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης και χαμηλού ύψους συναλλαγών.
Η “ακτινογραφία” των μετοχών
Τί συμβαίνει στη χρηματιστηριακή αγορά και δεν το έχουμε δει στο Γενικό Δείκτη; Απλούστατα, η αγορά έχει -επιτέλους- αποστασιοποιηθεί από τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο και την αρνητική κατάσταση της θέσης των τραπεζών, έχει ήδη προσαρμοστεί στα δεδομένα της ύφεσης και προεξοφλεί τη βελτίωση των συνθηκών της οικονομίας.
Οι μετοχές πλέον πουλιούνται πιο διστακτικά από τους κατόχους τους, αγοράζονται πιο εύκολα και κυρίως, διαχρονικά κινούνται ανοδικά. Αυτοί που, αυτή την περίοδο, ασχολούνται με το Χρηματιστήριο, έχουν παύσει να χάνουν -και κυρίως να χάνουν τόσο εύκολα, όπως στο παρελθόν- κινούνται “επιθετικά” προς ομάδες μετοχών που μπορούν να “χειραγωγηθούν”εύκολα και τοποθετούνται εν όψει μίας καλύτερης χρηματιστηριακής φάσης, στοιχεία που φανερώνουν πώς η ψυχολογία τείνει να μεταβληθεί.
Καθώς η αλλαγή της ψυχολογίας δύσκολα ανιχνεύεται στα στατιστικά του Γενικού Δείκτη ή του όγκου των συναλλαγών, πρέπει να την αναζητήσουμε σε άλλα στοιχεία, περισσότερο “απτά”, αντικειμενικά και αδιαμφισβήτητα:
α) στην άνοδο ενός μεγάλου αριθμού μετοχών, κυρίως μετοχών της χαμηλής κεφαλαιοποίησης
β) στην αλλαγή στις “ομάδες τιμών” των μετοχών
γ) στην αλλαγή στις “ομάδες κεφαλαιοποίησης” των μετοχών
Εξετάσαμε τις μετοχές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, για να δούμε την εξέλιξή τους μέσα στα χρόνια της κρίσης και για να διαπιστώσουμε τη φάση στην οποία βρίσκονται σήμερα. Τα ευρήματά μας είναι σημαντικά και αποκαλυπτικά.
Ως χρονική αφετηρία χρησιμοποιούμε το έτος 2009, επειδή πρακτικά, τότε ξεκίνησε η ελληνική κρίση και από τότε άρχισε να επιταχύνεται η κατάρρευση του Χρηματιστηρίου, αλλά και της ευρύτερης Κεφαλαιαγοράς.
Ανάλυση με βάση την κεφαλαιοποίηση
Διαχωρίσαμε τις μετοχές του Χρηματιστηρίου, από το 2009 έως και σήμερα, με βάση την κεφαλαιοποίησή τους, σε επτά ομάδες: α) κεφαλαιοποίηση έως 20 εκατ. ευρώ, β) από 20 έως 40 εκατομμύρια, γ) από 40 έως 70 εκατομμύρια, δ) από 70 έως 100 εκατομμύρια, ε) από 100 έως 200 εκατομμύρια, στ) από 200 έως 300 εκατομμύρια και ζ) πάνω από 300 εκατομμύρια ευρώ. Εξετάσαμε την εξέλιξη των ομάδων κατά την τελευταία μέρα κάθε έτους, κατά την περίοδο από το 2009 έως και σήμερα . Τα αποτελέσματα εμφανίζονται παρακάτω:
Ξεκινώντας από το έτος 2009, παρατηρούμε τη σταδιακή μετατόπιση των εταιριών (μετοχών) προς τα αριστερά, δηλαδή τη διαρκή πτώση της κεφαλαιοποίησης σε ομάδες χαμηλότερου ύψους κεφαλαιοποίησης. Δηλαδή, υποχώρηση των τιμών τους. Αυτό ισχύει έως το 2016. Από το 2016 η τάση αντιστρέφεται. Αυτό γίνεται περισσότερο φανερό αν δούμε τον παραπάνω πίνακα ως ποσοστό επί του κάθε φορά συνολικού αριθμού μετοχών κάθε έτος.
Η εξήγηση του παραπάνω πίνακα είναι εμφανής. Βλέπουμε ότι, το έτος 2009 στο Χρηματιστήριο διαπραγματεύονταν 296 μετοχές. Από αυτές, το 49% ανήκαν στην ομάδα κεφαλαιοποίησης έως 20 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 57,2% κατά το 2010 και στο 64,7% κατά το 2011. Δηλαδή, μειώνονταν διαρκώς η κεφαλαιοποίηση όλο και μεγαλύτερου αριθμού μετοχών. Η τάση αυτή φάνηκε ότι διακόπηκε κατά το 2012, αλλά μόνο προσωρινά. Η χειρότερη θέση των μετοχών (από άποψης ύψους κεφαλαιοποίησης) εμφανίζεται στο τέλος του 2015. Από το 2016 αρχίζει μία τάση βελτίωσης που συνεχίζεται έως και σήμερα.
Όμως, η από χρόνο σε χρόνο μεταβολή του αριθμού και του ποσοστού των μετοχών που ανήκουν σε μία ομάδα κεφαλαιοποίησης, δείχνουν μόνον ένα μέρος της πραγματικής εικόνας της χρηματιστηριακής αγοράς. Η εικόνα ολοκληρώνεται αν δούμε και το μέσο όρο της κεφαλαιοποίησης σε κάθε μία από τις ομάδες αυτές.
Σε αυτόν τον πίνακα παρατηρούμε ότι, από το έτος 2009, κάθε χρόνο μειώνεται ο μέσος όρος της κεφαλαιοποίησης της κάθε ομάδας. Δηλαδή, στην πρώτη ομάδα κεφαλαιοποίησης έως 20 εκατομμύρια (η παρατήρηση της οποίας έχει και τη μεγαλύτερη σημασία), δεν αυξάνεται απλά ο αριθμός των μετοχών (εταιριών) που κατατάσσονται σε αυτή, αλλά διαρκώς μειώνεται και ο μέσος όρος της κεφαλαιοποίησης. Έτσι, για παράδειγμα και με τη χρήση των τριών μέχρι τώρα πινάκων, ενώ το 2009 στην ομάδα της χαμηλής κεφαλαιοποίησης (έως 20 εκατ. ευρώ) υπήρχαν 145 μετοχές (49% του συνόλου) με μέσο όρο κεφαλαιοποίησης στα 8,814 εκατομμύρια ευρώ, το 2015, στην ομάδα αυτή υπήρχαν (156 εταιρίες ή το 65,3% του συνόλου) με μέσο όρο κεφαλαιοποίησης που είχε υποχωρήσει στα 4,513 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό βεβαίως είναι αποτέλεσμα της διαρκούς μείωσης της τιμής των μετοχών κάθε εταιρίας. Γενικά, ο παραπάνω πίνακας, μας δείχνει το μέγεθος της πτώσης των τιμών.
Η τάση αυτή διαρκεί έως το 2016. Και μεταβάλλεται σημαντικά στα επόμενα χρόνια. Τί σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι, αφ’ ενός μειώνεται το ποσοστό των μετοχών (εταιριών) που ανήκει στην πρώτη ομάδα της πολύ χαμηλής κεφαλαιοποίησης, ενώ παράλληλα, οι εταιρίες της ομάδας αυτής αυξάνουν την κεφαλαιοποίησή τους.
Ανάλυση με βάση τις τιμές των μετοχών
Η ανάλυση της προηγούμενης παραγράφου βασίζεται στην κατηγοριοποίηση των μετοχών με βάση την κεφαλαιοποίησή τους. Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει η ανάλυση με βάση τις τιμές των μετοχών.
Ας εξετάσουμε όμως και το μέσο όρο της τιμής της κάθε εξεταζόμενης κατηγορίας. Δείτε τον πίνακα:
Στον πίνακα αυτόν φαίνεται ότι, στην κατηγορία των μετοχών που είχαν τιμή κάτω από 0,50 ευρώ, ο μέσος όρος της τιμής τους ήταν 0,280 ευρώ. Ο μέσος όρος υποχωρούσε διαρκώς μέχρι και το 2015. Στο τέλος της χρονιάς εκείνης, ο μέσος όρος της τιμής των μετοχών που βρίσκονταν σε αυτή την ομάδα είχε υποχωρήσει στο 0,171 ευρώ. Από το 2016 όμως, άρχισε να βελτιώνεται. Στο τέλος του ο 2016 βρέθηκε στο 0,177 και στο τέλος Ιανουαρίου του 2019 είχε φθάσει στο 0,194. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αφού δείχνει ότι, από το 2016, όχι μόνον μειώνεται το ποσοστό των μετοχών που έχουν τιμή κάτω από 0,50 ευρώ ή μεταξύ 0,50 και 1,00 ευρώ (προηγούμενος πίνακας), αλλά παράλληλα αυξάνεται και η μέση τιμή τους. Το ίδιο φαινόμενο βελτίωσης, παρατηρείται και στις άλλες κατηγορίες (ομάδες) τιμών.
Σημαντικά είναι επίσης και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εξέταση της στήλης με τον αριθμό των μετοχών που διαπραγματεύονται κάτω από την ονομαστική τους αξία. Ο αριθμός αυτός, από 81 (27,4% του συνόλου) στο τέλος του 2009, έφθασε στις 143 (59,8% του συνόλου) στο τέλος του 2015 και σήμερα έχει υποχωρήσει στις 77 (41,6% του συνόλου).
Άποψή μας είναι ότι, η συνέχιση της πορείας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, η εξεύρεση μίας αποτελεσματικής λύσης στο ζήτημα των “κόκκινων” δανείων των τραπεζών και η εκλογική διαδικασία που θα γίνει σε μία ή σε δύο φάσεις εντός του έτους, θα επιτρέψουν τη διατήρηση αυτής της ανατιμητικής διαδικασίας και κατά το 2019 και ότι, η κίνηση αυτή, ενδεχομένως να αποτελέσει τη βάση για την ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς και τη σταδιακή αύξηση του αριθμού των επενδυτών, δημιουργώντας παράλληλα τις βάσεις για μία περισσότερο υγιή χρηματιστηριακή αγορά, η οποία θα μπορέσει να προσελκύσει περισσότερους επενδυτές και εταιρίες.
Δείτε το τεύχος 203 του περιοδικού "Χ&Α"
(ζητήστε δωρεάν κωδικό εισόδου από το xa.eurocapital@gmail.com )
- Χρηματικές διανομές εισηγμένων εταιριών κατά το έτος 2024
- Επίπεδα Κλεισιμάτων Γενικού Δείκτη 2016 - σήμερα
- Το επενδυτικό σχόλιο του κ. Γιάννη Σιάτρα, θα δημοσιευθεί, αύριο το πρωί, στις 9:00 πμ.
- Data centers: Ποιες εταιρείες πρωταγωνιστούν – Ο χάρτης της ελληνικής αγοράς
- Βιομηχανία: Βουτιά 7,4% στις τιμές παραγωγού στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο
- Γιώργος Μυλωνάς (Alumil): Είμαι σε ομηρία από τους servicers- Πνίγουν τις υγιείς επιχειρήσεις
- Χρηματικές διανομές εισηγμένων εταιριών κατά το έτος 2024
- Το επενδυτικό σχόλιο του κ. Γιάννη Σιάτρα, θα δημοσιευθεί, αύριο το πρωί, στις 9:00 πμ.
- Data centers: Ποιες εταιρείες πρωταγωνιστούν – Ο χάρτης της ελληνικής αγοράς
- Βιομηχανία: Βουτιά 7,4% στις τιμές παραγωγού στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο
Σχόλια (0)
Σχολιάστε το άρθρο