Χρηματιστήριο της Αθήνας - Στατιστικά στοιχεία Απριλίου 2020
Μετά την καταστροφική πτώση του Μαρτίου 2020, ο μήνας Απρίλιος ήταν ανοδικός. Ο Γενικός Δείκτης σημείωσε άνοδο κατά 12,53%. Όσο περίεργο και αν φαίνεται, σε μία τόσο αρνητική φάση της αγοράς, ο μήνας Απρίλιος κατέγραψε τη μεγαλύτερη άνοδο από τον Φεβρουάριο του 2015. Μία τέτοιου μεγέθους ανοδική αντίδραση της αγοράς, είναι ένα σύνηθες φαινόμενο που συμβαίνει μετά από μεγάλες πτώσεις. Όμως, παρά την εντυπωσιακή άνοδο του Απριλίου, από την αρχή του έτους, ο Γενικός Δείκτης υποχωρεί κατά 31,5%.
Στις 30 Απριλίου 2020, η τιμή του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου ήταν 628,25 μονάδες.
Η ανώτερη τιμή του Γενικού Δείκτη κατά το μήνα Απρίλιο ήταν οι 644,39 μονάδες και σημειώθηκε την τελευταία μέρα του μήνα (30/4/2020). Η κατώτερη τιμή ήταν οι 537,79 μονάδες και καταγράφηκε την πρώτη μέρα του μήνα (1/4/2020). Η διακύμανση (η απόσταση μεταξύ κατώτατης και ανώτατης τιμής) ήταν 20,49% και θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αρκετά υψηλή, αλλά όχι και ασυνήθιστη.
Από τις 18 συνεδριάσεις του μήνα, οι 10 ήταν ανοδικές και οι 8 πτωτικές. Από την αρχή του έτους, μέχρι και την 30/4/2020, είχαν υπάρξει 79 χρηματιστηριακές συνεδριάσεις. Από αυτές, οι 40 ήταν ανοδικές και οι 39 πτωτικές. Ο Απρίλιος ήταν ο πρώτος ανοδικός μήνας του έτους και διέκοψε ένα πτωτικό σερί 3 μηνών. Κατά τους 12 τελευταίους μήνες, οι 8 ήταν ανοδικοί και οι 4 πτωτικοί.
Στις 30/4/2020, η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου ήταν 44,07 δισεκατομμύρια και είχε υποχωρήσει κατά 28,0% από την αρχή του έτους.
Δείτε το διάγραμμα εδώ.
Καθώς η διαχείριση και η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης υπήρξε ικανοποιητική, η προσοχή του επενδυτικού κοινού μετατοπίστηκε προς την κατάσταση της οικονομίας. Τα θέματα που κυρίως απασχόλησαν τη χρηματιστηριακή αγορά, ήταν το μέγεθος της βλάβης που θα καταγραφεί σ’ αυτήν κατά τη διάρκεια του 2020 και ποιά θα είναι τα χαρακτηριστικά της νέας ύφεσης στην οποία, κατά τα φαινόμενα, εισέρχεται η ελληνική οικονομία. Κατά τη διάρκεια του μήνα, οι αντιδράσεις της αγοράς της Αθήνας ακολουθούσαν -ως προς την κατεύθυνση- τις αντιδράσεις της αγοράς της Νέας Υόρκης. Η άνοδος που κατέγραψε ο Γενικός Δείκτης από το χαμηλότερο σημείο της πτώσης (469,55 κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της 17/3/2020) ήταν -μέχρι το τέλος του Απριλίου- 33,16%, μέγεθος ιδιαίτερα εντυπωσιακό.
Εν τούτοις, παρά το γεγονός ότι, η πανδημία στη χώρα μας δεν πέτυχε να λάβει μεγάλες -και επικίνδυνες- διαστάσεις, εν τούτοις, η εξέλιξή της είναι ακόμη άγνωστη, όπως άγνωστη παραμένει και η επιστροφή της οικονομίας σε μία κανονικότητα.
Στο τέλος του Απριλίου, στο Χρηματιστήριο διαπραγματεύονταν 174 μετοχές, 168 εταιρών. Από αυτές, 31 ανήκαν στην κατηγορία “υψηλής εμπορευσιμότητας”, 77 στην κατηγορία “μέσης εμπορευσιμότητας” και 20 στην κατηγορία “χαμηλης εμπορευσιμότητας”. Σε καθεστώς “επιτήρησης” βρίσκονταν 28 μετοχές (25 εταιριών) και σε καθεστώς “αναστολής διαπραγμάτευσης” 18.
Από τις 156 μετοχές (δεν υπολογίζουμε όσες βρίσκονται σε αναστολή διαπραγμάτευσης), 120 σημείωσαν άνοδο. 43 μετοχές σημείωσαν άνοδο μέχρι 10,0% και 77 σημείωσαν άνοδο από 10,0% έως 82,6%. Ο μέσος όρος ανόδου των ανοδικών μετοχών υπολογίζεται σε 15,1%. Τη μεγαλύτερη άνοδο κατέγραψαν οι μετοχές των: ΠΕΡΣ (+82,65), ΣΙΔΜΑ (+54,3%) και ΚΟΥΑΛ (+35,3%). Από τις μετοχές αυτές, μόνον η μετοχή της ΣΙΔΜΑ εμφάνισε αξιόλογη εμπορευσιμότητα. Χωρίς μεταβολή παρέμειναν 18 μετοχές. Πτώση κατέγραψαν 18 μετοχές. Από αυτές, πτώση έως 10,0% κατέγραψαν 11 μετοχές και πάνω από 10,0%, κατέγραψαν 7 μετοχές. Ο μέσος όρος της πτώσης υπολογίζεται σε 10,7%. Τη μεγαλύτερη πτώση σημείωσαν οι μετοχές: ΑΚΡΙΤ (-36,0%), ΜΙΝ (-35,4%%) και ΕΠΙΛΚ (-17,1%).
Η αξία των συναλλαγών, κατά το μήνα Απρίλιο έφθασε στα 1.018,6 εκατ. ευρώ και ήταν κατά 37,1% μειωμένη σε σχέση με το Μάρτιο. Ο μέσος όρος των συναλλαγών ήταν 56,5 εκατομμύρια ευρώ, ενώ, ο μέσος όρος κατά τους 4 πρώτους μήνες του 2020 έφτασε στα 77,4 εκατομμύρια ευρώ. Ο μέσος όρος συναλλαγών του Απριλίου είναι περίπου ίσος με το μέσο όρο των ετών 2017 και 2018. Το μέγεθος αυτό δεν επαρκεί για να στηρίξει μία βιώσιμη άνοδο στηνα αγορά. Σε έναν τόσο ανοδικό μήνα, ένας αυξημένος όγκος συναλλαγών θα ήταν ένα στοιχείο θετικό.
Στο διάγραμμα του κάτω μέρους της σελίδας, παρατηρούμε την πτώση της καμπύλης του ΚΜΟ-200 ημερών της αξίας των συναλλαγών και την υποχώρησή του κάτω από τα επίπεδα των ΚΜΟ-90 και ΚΜΟ-20 ημερών, κάτι που επιβεβαιώνει την αρνητικότητα που αναφέραμε παραπάνω.
Δείτε το διάγραμμα εδώ
To 93,0% της συνολικής αξίας των συναλλαγών πραγματοποιήθηκε από μετοχές υψηλής εμπορευσιμότητας (έτσι κατηγοριοποιούνται από το Χ.Α. 31 μετοχές), έναντι 95,4% κατά το μήνα Μάρτιο. Το ποσοστό αυτό βρίσκεται κοντά στο μέσο όρο του τελευταίου έτους. Σε μετοχές μέσης εμπορευσιμότητας πραγματοποιήθηκε το 4,8% της αξίας των συναλλαγών.
Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες συμμετείχαν στις συναλλαγές με ποσοστό 34,6%, ποσοστό το οποίο παραμένει χαμηλότερο από το ποσοστό που οι τράπεζες συμμετείχαν στις συναλλαγές κατά το τελευταίο 12μηνο -το οποίο κυμαίνεται κοντά στο 40%. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι το επενδυτικό κοινό εξακολουθεί να είναι επιφυλακτικό απέναντι στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές των τραπεζικών μετοχών, μία αντίληψη που επιδρά στη συνολική πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς.
Κατά το μήνα Απρίλιο διακινήθηκαν 761,9 εκατομμύρια τεμάχια μετοχών, έναντι 1.092,3 εκατομμυρίων κατά το μήνα Μάρτιο. Ο μέσος ημερήσιος όρος ήταν 42,3 εκατομμύρια, έναντι 54,6 εκατομμυρίων κατά το Μάρτιο και 40,3 εκατομμυρίων κατά το Φεβρουάριο. Ο μειωμένος αριθμός μετοχών σε μία περίοδο όπου σημειώθηκε τόσο μεγάλη άνοδος των τιμών (12,53%) δείχνει ότι, η άνοδος υπήρξε αντανακλαστική της προηγούμενης πτώσης, χωρίς κάποια ιδιαίτερη δύναμη, στοιχείο που την καθιστά επισφαλή.
Ο αριθμός των πράξεων κατά το μήνα Απρίλιο επίσης σημείωσε πτώση, φθάνοντας συνολικά στις 623.182 πράξεις, έναντι 1.012.585 πράξεων κατά το μήνα Μάρτιο. Ο μέσος ημερήσιος όρος έφτασε στις 34.621 πράξεις, έναντι 50.629 πράξεων κατά το μήνα Μάρτιο και 35.195 κατά το μήνα Φεβρουάριο. Παράλληλα, μεταξύ αρχής και τέλους του μήνα, ο ρυθμός πραγματοποίησης πράξεων υπήρξε πτωτικός.
Η μέση αξία πράξεων επίσης υποχώρησε, φτάνοντας στα 1.538 ευρώ, έναντι 1.607 ευρώ κατά το μήνα Μάρτιο και 2.085 ευρώ κατά τον Φεβρουάριο. Βεβαίως, η διαφορά στη μέση αξία οφείλεται και στη διαφορά των τιμών μεταξύ των μηνών.
Σχόλια (0)
Σχολιάστε το άρθρο