Γιατί ηττήθηκε ο πρόεδρος Τραμπ

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Γιατί ηττήθηκε ο πρόεδρος Τραμπ

Ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2016 με το σύνθημα «America first» και με την υπόσχεση ότι θα είναι ένας διαφορετικός πρόεδρος από τους προηγούμενους, ένας unconventional, έξω από το κατεστημένο του Λευκού Οίκου, έξω από το «βαθύ κράτος», χωρίς τα παραδοσιακά πρωτόκολλα των προηγουμένων, ένας πρόεδρος που τα λέει «νέτα-σκέτα».

Μέχρι τον Ιανουάριο 2020 τα πήγαινε μια χαρά. Μειώνοντας τους εταιρικούς και προσωπικούς φόρους και απορυθμίζοντας μερικώς τις αγορές ανέβασε κατά την θητεία του το αμερικανικό ΑΕΠ κατά 7,9% (μεταβολή Q3 2017 - Q3 2020), έριξε την ανεργία στο ιστορικό χαμηλό του 3,5% (μηνιαία μεταβολή Ιανουαρίου 2020), ανέβασε το ωρομίσθιο στο ιστορικό υψηλό των 12 δολαρίων, έφθσασε τον χρηματιστηριακό δείκτη Dow Jones στο ιστορικό υψηλό των 31.097,97 (8/1/2021) μονάδων (απόδοση 56,0% από 20/1/2017 έως 19/1/2021)  και το μόνο που δεν κατάφερε, όπως και οι προηγούμενοι, είναι να βελτιώσει το επιδεινούμενο ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ. Δεν ξεκίνησε κανέναν πόλεμο αλλά αντίθετα απέσυρε αμερικανικά στρατεύματα από Ιράκ, Συρία, Αφγανιστάν ενώ καθησύχασε τις μη φιλικές προς τις ΗΠΑ χώρες (Ρωσία, Β Κορέα, Μέση Ανατολή). Σαν αποτέλεσμα, διατηρείτο μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 σαν φαβορί για τις εκλογές Νοεμβρίου τις οποίες τελικά έχασε συγκεντρώνοντας το 47% των ψήφων έναντι 53% του δημοκρατικού Μπάιντεν. Οκτώ είναι οι αιτίες της ήττας του Τραμπ.

1) Το ασύμβατο παρουσιαστικό του Προέδρου

Η συμπεριφορά του Τραμπ τελικά αποδείχτηκε ότι συχνά ήταν αλαζονική, ενίοτε επιθετική, το λεκτικό του σκληρό με ρατσιστική χροιά, με αυτοεπαίνους («I am a genius», «only I can fix it»), μιλούσε δημοσίως με μια ιδιόρρυθμη lingua franca με ακραίο τρόπο σαν μαφιόζος υβρίζοντας πολιτικούς τους αντιπάλους. Παράλληλα, βασιζόμενος στην ιδεολογία της «white supremacy» ακολούθησε μια μάλλον ρατσιστική πολιτική χτίζοντας το μεγάλο τείχος των συνόρων προς το Μεξικό και επιβάλλοντας περιορισμούς στην εισδοχή νέων μεταναστών, προκαλώντας έτσι αντιπάθεια από τους έγχρωμους Αμερικανούς ψηφοφόρους. Σαν συνέπεια, δημιουργήθηκε μια πόλωση, ένας διχασμός στην αμερικανική κοινωνία με άλλους πολίτες να τον μισούν (κυρίως οι μαύροι και οι μέτριου εισοδήματος λευκοί μορφωμένοι, ιδίως οι γυναίκες) και άλλους να τον λατρεύουν (κυρίως οι λόγω παγκοσμιοποίησης περιθωριοποιημένοι λευκοί). Η πόλωση αυτή είχε φτάσει και στην χώρα μας με την συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών και ΜΜΕ, ακόμα και των δεξιών, να λοιδορούν και υβρίζουν τον Αμερικανό πρόεδρο σαν «κλόουν», «πορτοκαλί», «σαλεμένο», «φασίστα» κλπ. Αυτός ήταν ο λόγος που ένα από τα κύρια προεκλογικά συνθήματα του νικητή των εκλογών Μπάιντεν ήταν το «όχι άλλο Τραμπ» και το «normalcy back to the country».

2) Η επιδημία του κοροναϊού

Ο Τραμπ ήταν πολύ άτυχος, στο τελευταίο έτος της θητείας του ξέσπασε η πανδημία του κορονοϊού την οποία αντιμετώπισε με μάλλον λανθασμένο επικοινωνιακό τρόπο υποβιβάζοντας τον κίνδυνο του ιού, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να είναι η ενδέκατη πλέον πληγείσα χώρα στο κόσμο με 1000 νεκρούς ανά εκατομμύριο πληθυσμού ή 340.000 νεκρούς συνολικά μέχρι το τέλος του 2020. Και το χειρότερο, η πανδημία κατέστρεψε το κυριότερο αφήγημά του, το strong economy, καθώς στην κρισιμότερη στιγμή, στην διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, το ΑΕΠ των ΗΠΑ έπεσε στο -8% και η ανεργία εκτινάχθηκε στο 15% προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στους ευάλωτους οικονομικά ψηφοφόρους.

3) Δημογραφία

Η φυλετική σύνθεση των Αμερικανών ψηφοφόρων από το 2016 έως το 2020 άλλαξε θεαματικά με τους λευκούς, που παραδοσιακά ψηφίζουν ρεπουμπλικάνους, από το 71% του σώματος να πέφτουν στο 65% και τους μαύρους συν λατίνους, που παραδοσιακά ψηφίζουν δημοκρατικούς, από 29% να ανεβαίνουν στο 35%, με καταλυτικές επιδράσεις στο αποτέλεσμα των εκλογών της 3ης Νοεμβριου 2020.

4) Αντιπαράθεση με Ευρώπη και Κίνα

Η κυβέρνηση Τραμπ ήρθε σε αντιπαράθεση με παραδοσιακά ισχυρή φίλη Ευρώπη. Αντετέθη με μεγαλύτερη βία από όσο η κυβέρνηση Ομπαμα, στον συμφέροντα για την Ευρώπη ρωσικό αγωγό North Stream φυσικού αερίου με την αιτιολογία ότι θα υπάρχει εξάρτηση από την Ρωσία ενώ παράλληλα πρότεινε τις ακριβότερες αμερικανικές πηγές ενέργειας. Και το κυριότερο, στην απέλπιδα προσπάθειά του να βελτιώσει το αμερικανικό εμπορικό ισοζύγιο και καταφερόμενος βιαίως κατά του World Trade Organization, επέβαλε anti-dumping, όπως σωστά τους χαρακτήρισε, δασμούς όχι μόνον σε κινεζικά αλλά και σε ευρωπαϊκά προϊόντα, κυρίως αυτά που επιδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (πχ ελαιόλαδο, προϊόντα σιδήρου, καλώδια κλπ). Επιπλέον, με φορτικό τρόπο επέμενε να αυξηθεί η ευρωπαϊκή συνεισφορά στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ, ανάλογη με το τρέχον (και όχι του 1950) ΑΕΠ κάθε χώρας, γεγονός που θα επιβάρυνε σημαντικά τους Ευρωπαϊκούς κρατικούς προϋπολογισμούς. Κάτω από το από δεκαετίες δυσβάσταχτο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ κήρυξε εμπορικό πόλεμο κατά της Κίνας χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα.

5) Αντιπαράθεση με τους στρατιωτικούς

Γενικά, ο Τραμπ μείωσε τις πολεμικές δαπάνες της χώρας του κατά 25% στην διάρκεια της θητείας του, από 4,66% επί του ΑΕΠ στο 3,11%, όπως μείωσε και την στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ σε διάφορα σημεία του πλανήτη με συνέπεια (προσωπική μου υπόθεση) να προκαλέσει δυσαρέσκεια στα αμερικανικά «γεράκια» αλλά και την αμυντική βιομηχανία της χώρας.

6) Αρνητικές επιδράσεις στην αμερικανική οικονομία

Το σύνθημα “America first” με μοχλό τους δασμούς λειτούργησε σαν μπούμερανγκ κατά του οικονομικού επιτελείου του Τραμπ καθώς οι τεράστιες εταιρίες ψηφιακής τεχνολογίας (AMAZON, GOOGLE, MICROSOFT, FACEBOOK, NETFLIX) που βασικά κάνουν πωλήσεις σε όλο τον κόσμο και διατηρούν αλυσίδες παραγωγής σε Άπω Ανατολή, ουσιαστικά βλάπτονται από στην βασιζόμενη στους δασμούς πολιτική «America first». Ο Τραμπ δίχασε όχι μόνον την κοινωνία αλλά και την οικονομία σε προστατευόμενους κλάδους π.χ. αυτοκινητοβιομηχανίες, ενέργεια, χημικά, χαλυβουργία, καταναλωτικά πολυτελείας, και σε κλάδους βασιζόμενους στην παγκοσμιοποίηση, κυρίως ψηφιακούς. Η δεύτερη ομάδα είναι πιο δυναμική και πιο κερδοφόρος και χρηματοδότησε τους δημοκρατικούς.

7) Ο Τραμπ υποτίμησε τον πολιτικό του αντίπαλο

Μέσα στην αλαζονεία του ο Τραμπ υποτίμησε (ονομάζοντας «untrustworthy opponent») τον Μπάιντεν, μια παλιά έμπειρη πολιτική καραβάνα με σημαντικό έργο στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Ο παλαίμαχος Μπάιντεν χτύπησε τον Τραμπ με τα ίδια όπλα, την οικονομία, παραμερίζοντας αριστερίζοντες συνεργάτες του όπως την μαχητική Ocasio Kortez και τον γκαλμπρεηθικό Bernie Sanders και προωθώντας την πιο συντηρητική Kamala Harris και, με το σύνθημα «staying center» απομακρύνθηκε από αριστερές τακτικές (αύξηση φόρων επί εισοδημάτων και κερδών, δωρεάν φοίτηση στα κολλέγια, δωρεάν υγεία, φόρο στις περιουσίες κλπ) με αποτέλεσμα να προσελκυσθούν οι πιο ισχυροί και εύποροι ψηφοφόροι.

8) Χρηματοδότηση προεκλογικού αγώνα

Ο Τραμπ δαπάνησε περί τα 1,5 δισ. δολαρίων των εισφορών πολιτικού αγώνα σχετικά νωρίς μέσα στο καλοκαίρι σε φιέστες και «ράλι» ενώ, αντίθετα, ο Μπάιντεν δαπάνησε έξυπνα το ποσό των 750 εκατ από Σεπτέμβριο και μετά «εξαγοράζοντας» κατά κάποιο τρόπο τα αμερικανικά ΜΜΕ (TV, ράδιο, ψηφιακά μέσα) ωθώντας το εκλογικό σώμα να μην ψηφίσει Τραμπ. Τέλος, οι μεγιστάνες του χρηματιστηριακού κεφαλαίου και των εταιριών υψηλής ψηφιακής τεχνολογίας που κινούνται σε παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, όπως οι Bloomberg, Gates, Zuckerberg, Bezos, Buffet κλπ χρηματοδότησαν, για τους προαναφερθέντες λόγους, δημοκρατικούς υποψηφίους.

Πηγές : BBC, WIKI, DW και γενικά διεθνές, όχι ελληνικό, διαδίκτυο.

Δημήτρης Δημόπουλος


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα: