Αρχική | Οικονομία | Ελληνική Οικονομία | Standard & Poor's: Αναβάθμιση της Ελλάδας σε "ΒΒ-" από "B+"

Standard & Poor's: Αναβάθμιση της Ελλάδας σε "ΒΒ-" από "B+"

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Standard & Poor's: Αναβάθμιση της Ελλάδας σε "ΒΒ-" από "B+"

Της Αναστασίας Κυριανίδη και του  Γιώργου Δ. Παυλόπουλου

Το αξιόχρεο της Ελλάδας αναβάθμισε σε "BB-", από "Β+" προηγουμένως, η Standard & Poor's και έτσι γίνεται ο πρώτος οίκος αξιολόγησης που προχωρά μετεκλογικά σε αναβάθμιση της χώρας.

Παράλληλα, η S&P επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση "B" της Ελλάδας.

Το outlook της αξιολόγησης είναι θετικό, κάτι που σημαίνει ότι ο οίκος αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας νέας αναβάθμισης στο διάστημα των επόμενων 12 μηνών εάν η κυβέρνηση συνεχίσει να εφαρμόζει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. "Θα εξετάζαμε μια αναβάθμιση στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στις εναπομείνασες διαρθρωτικές προκλήσεις της οικονομίας. Ένας άλλος πιθανός καταλύτης για αναβάθμιση θα ήταν η σημαντική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs) στο επιβαρυμένο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας, που θα ωφελούσε, κατά την άποψή μας, τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής", αναφέρεται στην έκθεση.

Το σκεπτικό της αναβάθμισης

Η αναβάθμιση έρχεται μετά από διάφορες εξελίξεις που, σύμφωνα με την S&P, μειώνουν τους δημοσιονομικούς κινδύνους για την ελληνική κυβέρνηση. Ο οίκος αναφέρει, ειδικότερα, την απόφαση του ΣτΕ τον Μάιο ότι η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι αντισυνταγματική. Στη συνέχεια, τον Οκτώβριο του 2019, το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματική τη μεταρρύθμιση του 2016 που οδήγησε στη μείωση ορισμένων συντάξεων. Παρά το γεγονός ότι όλες οι συντάξεις θα πρέπει να επανυπολογιστούν στη βάση του ύψους των συντάξεων στις 31 Δεκεμβρίου του 2014, η απόφαση δεν έχει αναδρομική ισχύ, κάτι που σημαίνει ότι τα όποια αναδρομικά αφορούν μόνο την περίοδο μετά την απόφαση.

Ενώ, ως αποτέλεσμα πρόσφατων δικαστικών αποφάσεων, η συνολική κρατική δαπάνη για το συνταξιοδοτικό σύστημα θα αυξηθεί, ο οίκος αντιλαμβάνεται ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει νέο νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό, μέσω του οποίου θα καλύψει πλήρως τις σχετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις. Ο προτεινόμενος νόμος θα περιορίσει επίσης τις αυξήσεις στις συντάξεις οι οποίες προκύπτουν από τις αποφάσεις σε ένα σχετικά μικρό ενδιάμεσο χρονικό διάστημα.

Μια άλλη βασική εξέλιξη σχετική με την πιστωτική αναβάθμιση της χώρας, σημειώνει η Standard & Poors, ήταν η πλήρης άρση, τον Σεπτέμβριο του 2019, των capital controls. Οι έλεγχοι στην κίνηση των κεφαλαίων εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης του 2015 προκειμένου να στηριχθεί η σταθερότητα του τραπεζικού τομέα, μετά από μια ταχεία συρρίκνωση των τραπεζικών καταθέσεων, ενώ αργότερα χαλάρωσαν σταδιακά. Από τότε δεν παρατηρείται καμία ασυνήθιστη εκροή καταθέσεων, αν και οι καταθέσεις του τραπεζικού τομέα εξακολουθούν να κινούνται σε επίπεδα χαμηλότερα κατά 13% σε σχέση με το επίπεδο πριν την κρίση του 2015, δηλαδή στα τέλη του 2014.  Η S&P εκτιμά ότι η κατάργηση των κεφαλαιακών περιορισμών θα βελτιώσει το αίσθημα εμπιστοσύνης στην οικονομία, μειώνοντας ταυτόχρονα το σχετικό οικονομικό κόστος, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό για το επιχειρηματικό περιβάλλον του ιδιωτικού τομέα.

Η αξιολόγηση της Ελλάδας, σημειώνει ο οίκος, αντανακλά τις βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές της, οι οποίες συνοδεύονται από ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις και ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους της. Τα συγκεκριμένα στοιχεία, ωστόσο, βαρύνονται από το υψηλό εξωτερικό και δημόσιο χρέος της χώρας, ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο εξακολουθεί να πιέζεται λόγω των μεγάλων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs) και έναν αμφισβητούμενης λειτουργικότητας μηχανισμό μετάδοσης νομισματικής πολιτικής. Όσον αφορά τη μέση λήξη του χρέους της και το μέσο κόστος τόκων, η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο προνομιακά προφίλ χρέους στον κόσμο. Το εμπορεύσιμο τμήμα του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης της Ελλάδας αντιπροσωπεύει ποσοστό μικρότερο από το 20% του συνολικού χρέους της ή λιγότερο από το 40% του ΑΕΠ.

Η τελική εκταμίευση από το πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) παρείχε ένα αρκετά μεγάλο cash buffer (σ.σ. "μαξιλάρι"), το οποίo η S&P εκτιμά ότι επιτρέπει την εκπλήρωση των απαιτήσεων της κεντρικής κυβέρνησης για την εξυπηρέτηση του χρέους μέχρι το 2023. Οι προβολές του οίκου δείχνουν ότι οι λόγοι του ακαθάριστου και του καθαρού χρέους προς το ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης θα αρχίσουν να μειώνονται ήδη από το 2019, με την βοήθεια της ανάκαμψης στην ανάπτυξη του ονομαστικού ΑΕΠ και των μεγάλων πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

"Βλέπει" ανάπτυξη 2% φέτος

Μετά από ρυθμό αύξησης 1,9% του πραγματικού ΑΕΠ το 2018, ο οίκος αξιολόγησης αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα "τρέξει" με ρυθμό περίπου 2% το 2019, προτού σταδιακά επιταχύνει την περίοδο 2020-2022. Ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης παραμένει σταθερός, με την S&P να τον τοποθετεί περίπου στο 2% ετησίως έως το 2022, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού θα μπορούσε να επιφέρει επιβράδυνση στις προσλήψεις. Η οικονομία θα επωφελείτο από τον πολλαπλασιασμό των μόνιμων θέσεων απασχόλησης, ωστόσο, το 2018 και μέχρι στιγμής το 2019, λίγο πάνω από το 50% των νέων υπαλλήλων έχουν προσληφθεί με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.

Τον Ιούλιο του 2019, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές και απέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, με τον ηγέτη της, Κυριάκο Μητσοτάκη, να αναλαμβάνει πρωθυπουργός. Η Νέα Δημοκρατία, αναφέρει η Standard&Poors,  διεξήγαγε προεκλογική εκστρατεία με μια ατζέντα οικονομικής πολιτικής που περιελάμβανε σχέδια για μείωση φορολογικών βαρών στα νοικοκυριά, αλλά και στις επιχειρήσεις, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και διευκόλυνση της μείωσης των μεγάλων NPEs των τραπεζών. Ο οίκος εκτιμά ότι εάν υλοποιηθούν αυτά τα σχέδια, η μέχρι τώρα σχετικά συγκρατημένη οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας μπορεί να επιταχυνθεί.

Κατά τα επόμενα τρία χρόνια, η S&P αναμένει ότι η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα ξεπεράσει τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένου του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Επίσης, αναμένει ότι οι οικονομικές επιδόσεις θα παραμείνουν ισορροπημένες, βασιζόμενες κυρίως στην εγχώρια ζήτηση και τις εξαγωγές. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένεται εκ μέρους του οίκου μια σταθερή άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης, σε ένα περιβάλλον υψηλότερης απασχόλησης και αύξησης κατά σχεδόν 11% του μηνιαίου κατώτατου μισθού. Τα προγραμματισμένα φορολογικού χαρακτήρα μέτρα, όπως η μείωση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων για άτομα με χαμηλό εισόδημα, η μείωση του φόρου ακίνητης περιουσίας και το αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα για την πληρωμή των φορολογικών οφειλών που βρίσκονται σε καθυστέρηση αναμένεται επίσης να παίξουν υποστηρικτικό ρόλο όσον αφορά στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Η κυβέρνηση σχεδιάζει να επιταχύνει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, διευκολύνοντας παράλληλα σχέδια προς υλοποίηση από τον ιδιωτικό τομέα, όπως η ανακατασκευή του χώρου του πρώην Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Ελληνικό, σημειώνει η S&P. Τα assets που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν περιλαμβάνουν το 30% των μετοχών του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών (Ελευθέριος Βενιζέλος), το μερίδιο του ελληνικού κράτους στα ΕΛΠΕ, την ΔΕΠΑ, εκχωρήσεις στον αυτοκινητόδρομο της Εγνατίας Οδού και περιφερειακά λιμάνια. Η κυβέρνηση σκοπεύει να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις στο 4,3% του ΑΕΠ το 2020 έναντι περίπου 3,8% το 2019.

"Κλειδί" για τις επενδύσεις η μείωση των NPEs

Η Standard&Poor's προχωρεί στην εκτίμηση ότι το βελτιωμένο οικονομικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των όρων δανεισμού της κυβέρνησης και η κατάργηση των κεφαλαιακών ελέγχων θα ενισχύσουν τις επενδύσεις. Ωστόσο, κατά την άποψή της, το κλειδί για μια ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη είναι η μείωση των NPEs των τραπεζών, γεγονός που θα δώσει ώθηση στην τραπεζική πίστη προς τον ιδιωτικό τομέα. Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, ο θετικός αντίκτυπος των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων, όπως εκείνες στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, είναι απίθανο να γίνει αισθητός σε συνθήκες ύφεσης ή χαμηλής ανάπτυξης. Χωρίς πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, ο τομέας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων - ο μεγαλύτερος εργοδότης στην ελληνική οικονομία - παραμένει στον έναν ή στον άλλο βαθμό σε κίνδυνο. Η αθέτηση υποχρεώσεων του ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να είναι ευρέως διαδεδομένη, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών υποχρεώσεων.

Υπό την προϋπόθεση της απουσίας εξωτερικών κλονισμών, όπως ο εντεινόμενος παγκόσμιος προστατευτισμός ή μια απροσδόκητη μεγάλη ύφεση στην Ευρωζώνη, ο τομέας των εξαγωγών της Ελλάδας βρίσκεται σε καλή θέση προκειμένου να επωφεληθεί από την αυξημένη ανταγωνιστικότητά του. Η ανταγωνιστικότητα όσον αφορά το κόστος εργασίας έχει βελτιωθεί σε επίπεδα ανάλογα της περιόδου πριν το 2000, ενώ η εξωτερική ζήτηση έχει αυξηθεί. Κατά συνέπεια, το μερίδιο των εξαγομένων αγαθών και υπηρεσιών (εξαιρουμένων των ναυτιλιακών υπηρεσιών) σχεδόν διπλασιάστηκε, σε σχέση με το ποσοστό 19% του ΑΕΠ που εκπροσωπούσε το 2009. Τα μερίδια αγοράς της Ελλάδας στο παγκόσμιο εμπόριο αυξήθηκαν αντίστοιχα και ο οίκος αναμένει περαιτέρω αύξηση καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 2020-2022.

Εντούτοις, η Ελλάδα υστερεί ακόμη σε σχέση με άλλες χώρες, εξαιτίας των προσκομμάτων στον ανταγωνισμό των αγορών προϊόντων και επαγγελματικών υπηρεσιών (ασθενή δικαιώματα ιδιοκτησίας, περίπλοκη πτωχευτική διαδικασία, ανεπαρκές νομικό σύστημα). Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές εισροές από τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αν και βελτιωμένες, πιθανόν να είναι ανεπαρκείς για να χρηματοδοτήσουν μια ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη.

Θετική η αναθεώρηση του Συντάγματος για την εκλογή ΠτΔ

Ο οίκος αξιολόγησης θεωρεί θετικό στοιχείο την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση που διαχωρίζει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών. Οι λεπτομέρειες του νέου συστήματος προεδρικής εκλογής δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί οριστικά, ωστόσο, ο κίνδυνος κυβερνητικής αστάθειας λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από το κοινοβούλιο φαίνεται να έχει εξαλειφθεί.

Συνεπώς, η σημερινή κυβέρνηση θα έχει μια πιο σταθερή θητεία, χωρίς η προεδρική εκλογή και οι σχετικοί με αυτήν πολιτικοί ελιγμοί να υπονομεύουν την προβλεψιμότητα των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών.

Πρωτογενές πλεόνασμα-χρέος

Η Ελλάδα έχει δημιουργήσει μια πρόσφατη παράδοση υπέρβασης των δημοσιονομικών στόχων μέσω αυστηρών ελέγχων των δαπανών και βελτιωμένων εσόδων, μετά από μια μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή η οποία ακολούθησε μετά την έναρξη της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2015. Η S&P εκτιμά ότι το πλεόνασμα του προϋπολογισμού για το 2019 θα διαμορφωθεί περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ, έναντι 1% το 2018. Αυτό συνεπάγεται ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4,3% του ΑΕΠ, το οποίο υπερβαίνει σημαντικά τον στόχο του 3,5% που είχε συμφωνηθεί με τους πιστωτές.

Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα της γενικής κυβέρνησης μέχρι στιγμής φέτος υποδηλώνουν σταθερές επιδόσεις, παρά τα δημοσιονομικά μέτρα ελάφρυνσης που εφαρμόστηκαν τον Μάιο του 2019 από την προηγούμενη κυβέρνηση. Τα αποτελέσματα περιλαμβάνουν καλύτερη απόδοση σε σχέση με τον προϋπολογισμό εσόδων, ενισχυμένη και από εισπράξεις συνολικού ύψους €1,8 δισ. σχετικές με την επέκταση των δικαιωμάτων παραχώρησης του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών και με τα ANFA/SMP. Επιπλέον, οι δαπάνες της κεντρικής κυβέρνησης ήταν χαμηλότερες από τις προβλεπόμενες, λόγω των μειωμένων πληρωμών τόκων, δημoσίων επενδύσεων και μεταβιβάσεων προς άλλες κυβερνητικές βαθμίδες.

Ο οίκος προβλέπει πλεόνασμα προϋπολογισμού περίπου 0,8% του ΑΕΠ το 2020, με ένα πρωτογενές πλεόνασμα σύμφωνο με τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ που έχει συμφωνηθεί με τους επίσημους πιστωτές. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης σε περίπου 166% του ΑΕΠ το επόμενο έτος από λίγο κάτω από 174% φέτος. Το καθαρό δημόσιο χρέος θα μειωθεί περίπου στο 150% του ΑΕΠ το 2020 και κάτω από το 140% του ΑΕΠ το 2022. Η πορεία του συγκεκριμένου δείκτη κατά τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί από τη στρατηγική της κυβέρνησης σχετικά με τη στήριξη της μείωσης των NPEs των τραπεζών και από ενδεχόμενες εισροές από ιδιωτικοποιήσεις.

Παρά το μέγεθος του χρέους της Ελλάδας, η S&P εκτιμά ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα έχει διαμορφωθεί κατά μέσο όρο περίπου στο 1,6% στο τέλος του 2019, σημαντικά χαμηλότερα από το μέσο κόστος αναχρηματοδότησης για την πλειοψηφία των κρατικών ομολόγων που έχουν βαθμολογηθεί με "ΒΒ". Οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ συνέβαλαν επίσης στη μείωση των δαπανών για τόκους από πλευράς Ελλάδας, μέσω του χαμηλότερου κόστους δανεισμού. Για παράδειγμα, η Ελλάδα εξέδωσε πρόσφατα τριμηνιαία έντοκα γραμμάτια με αρνητική απόδοση. H S&P αναμένει ότι, ακόμη και με την αύξηση του εμπορεύσιμου τμήματος του χρέους, το τελευταίο θα παραμείνει κάτω από το 20% του συνολικού χρέους της γενικής κυβέρνησης μέχρι το 2021.

Επομένως, από τον οίκο αναμένεται σταδιακή ποσοστιαία μείωση των πληρωμών τόκων σε σχέση με τα έσοδα του δημοσίου. Μια δυνητική μερική προπληρωμή των ανεξόφλητων υποχρεώσεων ύψους περίπου 8,5 δισ. ευρώ (την 30ή Ιουνίου 2019) προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα μείωνε περαιτέρω τα βάρη, χωρίς να μειώνεται η ένταση της μεταπρογραμματικής παρακολούθησης της χώρας. Εκτιμάται εξάλλου ότι η μέση υπολειπόμενη διάρκεια του χρέους της Ελλάδας θα προσεγγίζει τα 21 έτη στο τέλος του έτους 2019, αν και αυτή πρόκειται να αυξηθεί με την εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που χορηγήθηκαν στη χώρα τον Ιούνιο του 2018.

Η μείωση των NPEs απαιτεί αποφασιστικά μέτρα

Η S&P κάνει εκτεταμένη αναφορά στις τράπεζες, επισημαίνοντας ότι έχουν κάνει πρόοδο στη μείωση των NPEs, τα οποία στις 30 Ιουνίου διαμορφώνονταν σε λίγο πάνω από 75 δισ. ευρώ, από 107,2 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016. Οι πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της μείωσης των NPEs περιλαμβάνουν τις διαγραφές, τον εξωδικαστικό μηχανισμό, την ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς και τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Η ρύθμιση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά αναμένεται να μειώσει τις στρατηγικές χρεοκοπίες και να επιταχύνει τους διακανονισμούς με τους δανειολήπτες.

Με βάση το πώς εξελίχθηκε η κατάσταση με τα υψηλά NPEs στην Ισπανία, την Ιρλανδία, τη Σλοβενία και την Κύπρο, ο οίκος πιστεύει ότι μια ταχύτερη μείωση των NPEs μπορεί να είναι μην είναι εφικτή χωρίς μια πιο αποφασιστική προσέγγιση και πιθανότατα την περαιτέρω στήριξη της κυβέρνησης. Η Κομισιόν ενέκρινε το σχέδιο "Ηρακλής" για τη μείωση των κόκκινων δανείων, ενώ το σχέδιο που πρότεινε η ΤτΕ για τη μεταφορά ορισμένων NPEs σε μια εταιρεία διαχείρισης παγίων έχει μπει στο "συρτάρι".

Η S&P εκτιμά ότι η εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων θα ενισχύσει σημαντικά την πιθανότητα οι τράπεζες να πετύχουν τον στόχο μείωσης των NPEs στο 20% ή και χαμηλότερα. Τέτοιου είδους μέτρα αναμένεται να βοηθήσουν να επιδιορθωθεί ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και να επιταχυνθεί η οικονομική ανάπτυξη. Ο οίκος παρατηρεί ότι, ενώ οι νέες χορηγήσεις προς μη χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς αυξάνονται, η συνολική πίστη προς μη χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και νοικοκυριά εξακολουθεί να μειώνεται (κατά περίπου 10% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο του 2019).

Ο οίκος συνεχίζει τονίζοντας ότι η ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα έχει βελτιωθεί, με τις τράπεζες να μην στηρίζονται πλέον από τον ELA. Οι καταθέσεις κινούνται ανοδικά, ωστόσο παραμένουν 13% χαμηλότερα σε σχέση με το επίπεδο που είχε καταγραφεί προτού η οικονομική και χρηματοοικονομική αναστάτωση οδηγήσουν στην επιβολή capital controls στον Ιούλιο του 2015.

Πηγή: www.capital.gr

Διαβάστε το άρθρο από την πηγή

Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text