Αρχική | Διάφορα | Τεύχη 2018-2023 (Νο 199 έως Νο 253) | Χ&Α - 246 | Intel Corporation (INTC): Σταδιακά, δημιουργούνται οι συνθήκες για μια δυναμική ανάκαμψη

Intel Corporation (INTC): Σταδιακά, δημιουργούνται οι συνθήκες για μια δυναμική ανάκαμψη

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font

 

 

 

 

 

 

Intel Corporation (INTC)

Σταδιακά, δημιουργούνται οι συνθήκες για μια δυναμική ανάκαμψη

 

Η Intel είναι μια αμερικανική πολυεθνική εταιρία του τεχνολογικού κλάδου, με έδρα την Σάντα Κλάρα της Καλιφόρνια. Ιδρύθηκε το 1968 (δείτε περισσότερα εδώ). Η Intel, ήταν μια από τις εταιρίες που συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάδειξη της Silicon Valley, ως κέντρο υψηλής τεχνολογίας. Κατά τη δεκαετία του 1990, η εταιρία επένδυσε μεγάλο όγκο κεφαλαίων στην ανάπτυξη και τον σχεδιασμό μικροεπεξεργαστών, συμβάλλοντας έτσι στην ταχεία ανάπτυξη της βιομηχανίας των υπολογιστών. Σταδιακά αναδείχθηκε σε ηγέτιδα εταιρία του κλάδου των μικροεπεξεργαστών για προσωπικούς υπολογιστές, ενώ, ακόμη και σήμερα, οι μικροεπεξεργαστές που κατασκευάζει και σχεδιάζει βρίσκονται στους περισσότερους προσωπικούς υπολογιστές του κόσμου.

 

H Intel προμηθεύει μικροεπεξεργαστές για κατασκευαστές υπολογιστικών συστημάτων όπως η Dell, η Lenovo, η HP και η Acer. Παράλληλα, κατασκευάζει και σχεδιάζει ημιαγωγούς (chip) και διάφορες άλλες συσκευές που σχετίζονται με τις επικοινωνίες και τους υπολογιστές. Τα προϊόντα της είναι βασικής σημασίας για την σύγχρονη ζωή και τη λειτουργία της οικονομίας, αφού οι ημιαγωγοί και οι μικροεπεξεργαστές αποτελούν βασικό στοιχείο για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και μία εξαιρετικά μεγάλη λίστα προϊόντων. Πρακτικά, χρησιμοποιούνται από κάθε κλάδο της οικονομίας.

 

Η παγκόσμια κρίση στις αλυσίδες εφοδιασμού ανέδειξε την αναγκαιότητα των συσκευών αυτών και έφερε στο προσκήνιο ένα, για καιρό, “παραμελημένο” θέμα: την σημασία της τεχνολογικής αυτονομίας.

Στην βιομηχανία των μικροτσίπ, οι ΗΠΑ είχαν κυρίαρχη θέση, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Σταδιακά όμως, καθώς οι αμερικανικές επιχειρήσεις έριξαν το κύριο βάρος τους στο λογισμικό και στην ανάπτυξη εφαρμογών και απομακρύνθηκαν από την παραγωγή hardware, η κατάσταση αυτή μεταβλήθηκε. Το 2007, η βιομηχανία ημιαγωγών της Ταϊβάν ξεπέρασε, σε όρους παραγωγής, εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών και κατέλαβε την δεύτερη θέση στην σχετική κατάταξη, πίσω από την Ιαπωνία. To 2009 η Ταϊβάν κατέλαβε την πρώτη θέση και η παραγωγή του κλάδου μικροτσίπ της χώρας έφτασε τα 39 δισεκατομμύρια δολάρια.

 

Η ανάπτυξη του κλάδου των μικροτσίπ των Ασιατικών οικονομιών επιτεύχθηκε κυρίως λόγω του φθηνού εργατικού δυναμικού της περιοχής και των υπέρογκων επιδοτήσεων που είχαν θέσει σε εφαρμογή οι κυβερνήσεις. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι Ασιατικές χώρες κατάφεραν να ξεπεράσουν τις ΗΠΑ σε αρκετούς τομείς του τεχνολογικού κλάδου.

 

Κατά τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ αντιλήφθηκαν την απειλή της τεχνολογικής εξάρτησης από τρίτες χώρες και διαμόρφωσαν νέα οικονομική - γεωπολιτική στρατηγική. Την 28η Ιουλίου 2022, το Κογκρέσο ενέκρινε το νομοσχέδιο “Chip Act”, το οποίο προέβλεπε τη χορήγηση 53 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε εταιρίες για κατασκευή εγκαταστάσεων παραγωγής μικροτσίπ στις ΗΠΑ (δείτε εδώ). Παράλληλα, την 21η Οκτωβρίου 2022, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έθεσε σε εφαρμογή μια σειρά σημαντικών περιορισμών στις αμερικανικές εξαγωγές τεχνολογίας τσιπ προς την Κίνα (δείτε εδώ). Οι ενέργειες αυτές σηματοδοτούσαν πως οι βασικές τεχνολογίες, όπως τα τσιπ και μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, πρέπει να κατασκευάζεται στις ΗΠΑ αντί στην Ασία.

 

Οι παραπάνω αποφάσεις πολιτικής της αμερικανικής κυβέρνησης ευνοούν εξαιρετικά την Intel. Ο μεγαλύτερος εγχώριος κατασκευαστής τσιπ, τόσο από πλευράς εσόδων όσο και από άποψη παραγωγής, αναμένεται να επωφεληθεί από τις κρατικές επιδοτήσεις και την έμπρακτη στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης. Η εταιρία, ωστόσο, αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες, καθώς η πτώση της αγοράς υπολογιστών έχει βλάψει τη ζήτηση για τον τύπο των επεξεργαστών που αντιπροσωπεύουν το ήμισυ των εσόδων της. Καταληκτικά, η Intel παρόλες τις αναταραχές που έχει βιώσει κατά καιρούς εξακολουθεί να θεωρείται μια από τις βασικότερες εταιρίες του διεθνή τεχνολογικού κλάδου και δείχνει -μέχρι στιγμής- να εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες που τις παρουσιάζονται.

 

Κατά τα τελευταία χρόνια, τα οικονομικά μεγέθη της εταιρίας, παραμένουν στάσιμα (εδώ). Οι φόβοι για διολίσθηση των οικονομιών σε ύφεση, οδηγούν σε δυσοίωνες προβλέψεις για τις πωλήσεις του κλάδου. Η μετοχή της, μετά από μία μεγάλη πτώση στην περίοδο 2000-2008, ανέκαμψε σημαντικά και η τιμή της “κορύφωσε” εντός του 2020, στα $62,93. Σήμερα κινείται γύρω από τα $26 - $27, ενώ δείχνει “αντοχή” στις πτωτικές τάσεις της τελευταίας περιόδου. Παρακολουθούμε την εταιρία επί αρκετό καιρό και εκτιμούμε ότι έχει μπροστά της μία φάση ανάκαμψης. Θα είναι από τις πρώτες μετοχές που θα εντάξουμε στο νέο -διεθνές- χαρτοφυλάκιό μας. Δείτε στοιχεία της εταιρίας, εδώ.

 

Κωνσταντίνος Καρατζάς

Το παρόν άρθρο, είναι τμήμα της ύλης του τεύχους 246 (Νοέμβριος 2022) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ. Δείτε τα πλήρη περιεχόμενα του τεύχους 246, εδώ.


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text