Αρχική | Διάφορα | Τεύχη 2018-2023 (Νο 199 έως Νο 253) | Χ&Α - 247 | Η τραυματισμένη διεθνής οικονομία και οι αγορές

Η τραυματισμένη διεθνής οικονομία και οι αγορές

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Η τραυματισμένη διεθνής οικονομία και οι αγορές

 

 

Η τραυματισμένη

διεθνής οικονομία

και οι αγορές

 

 

 

 

 

Λένε ότι, ο Θεός, ακούει για να σχέδια των ανθρώπων και γελά. Πιθανότατα, κάνει το ίδιο και με τις προβλέψεις των ανθρώπων.

 

Μετά από μία σημαντική νίκη κατά της πανδημίας και την πετυχημένη έναρξη της προσπάθειας για την ανάκαμψη των οικονομιών, πέρυσι, ακριβώς στην ίδια περίοδο, οι άνθρωποι, ετοιμαζόμασταν να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα, γεμάτοι αυτοπεποίθηση, αισιοδοξία και ελπίδα. Προβλέπαμε και προσβλέπαμε σε μια συναρπαστική χρονιά για τον κόσμο, με υψηλές ταχύτητες για τη διεθνή οικονομία και υψηλά μεγέθη για τους χρηματιστηριακούς δείκτες, πολλοί από τους οποίους, στις πρώτες μέρες του νέου χρόνου, κατέγραψαν νέες ιστορικές ανώτατες τιμές.

 

Το 2022 υπήρξε όντως μια συναρπαστική χρονιά. Όμως, όχι για τους λόγους που προβλέπαμε και, κυρίως, όχι προς την κατεύθυνση που περιμέναμε.

Το 2022, θα χαρακτηριστεί ως “το τέλος μιας εποχής” για πολλά ζητήματα που είχαμε αρχίσει να θεωρούμε ως δεδομένα. Το τέλος μιας εποχής για την παγκοσμιοποίηση, όπως τη γνωρίζαμε, το τέλος μιας εποχής για τα μηδενικά επιτόκια και το φθηνό χρήμα, το τέλος μιας εποχής για τη φθηνή ενέργεια και το τέλος μιας εποχής για τη συνεχή άνοδο και τα εύκολα κέρδη στα χρηματιστήρια.

 

Δεν έχει νόημα να επικεντρωθούμε τόσο πολύ, σε προβλέψεις για το 2023. Κατά τα τελευταία χρόνια -ας μην ξεχνάμε ότι είχε προηγηθεί και το έτος 2020- ο κόσμος σταμάτησε να δίνει σημασία στις προβλέψεις. Είναι καλύτερα να εστιάσουμε περισσότερο στα προβλήματα που, το 2022, μεταφέρει στη νέα χρονιά. Και να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε μια “γραμμή άμυνας”, μια “στάση αντιμετώπισης” του απρόβλεπτου, καθώς πολλά απρόβλεπτα μπορούν να συμβούν κατά το 2023.

 

Το περιβάλλον αυξημένου πληθωρισμού και η εξασθένιση της παγκοσμιοποίησης, είναι τα βασικότερα ζητήματα που μεταφέρονται στο νέο έτος. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, διαταράσσει τις -ήδη εύθραυστες- ισορροπίες και δημιουργεί νέα προβλήματα. Η καταπολέμηση του πληθωρισμού, αναπόφευκτα οδηγεί σε αύξηση των επιτοκίων, διαταραχή της οικονομίας και των χρηματοοικονομικών αγορών, οικονομική επιβράδυνση, αύξηση του χρέους και των κοινωνικών ισορροπιών και πολιτικές μεταβολές.

 

Από την άλλη πλευρά, η ένταση στο διεθνές γεωπολιτικό πεδίο, πέραν των, άμεσα ορατών, προβλημάτων στην ενέργεια, τα τρόφιμα και τις πρώτες ύλες, οδηγεί σε νέες γεωπολιτικές ισορροπίες και σχέσεις κρατών, σε διατάραξη των οικονομικών και των εμπορικών σχέσεων, σε περιορισμό του εμπορίου και σε αλλαγές στη διεθνή κατανομή της παραγωγής και της εργασίας.

Βέβαια, οι γεωπολιτικές ανισορροπίες και εντάσεις, δεν προκλήθηκαν όλες μέσα στο 2022. Όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία, επιδρά καταλυτικά στις εξελίξεις και οδηγεί σε νέα και μη δοκιμασμένα σχήματα, σε συμμαχίες κρατών, σε οικονομικές λειτουργίες και σε εμπορικές ροές. Τόσο μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές, τόσο γρήγορα και τόσο ανατρεπτικά, συνήθως εμφανίζουν παρενέργειες ή προκαλούν νέα προβλήματα.

 

Η διεθνής οικονομία

 

Στα μέσα του Νοεμβρίου, οικονομολόγοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δήλωσαν ότι, “οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία είναι περισσότερο απαισιόδοξες από ό,τι προβλεπόταν στην έκθεση “Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές” (World Economic Outlook) που είχε εκδοθεί μόλις κατά το μήνα Οκτώβριο. Ως αιτία της διαρκούς επιδείνωσης, επικαλέστηκαν τους κινδύνους που δημιουργούν οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον επίμονο πληθωρισμό.

Σημειώνεται ότι στην έκθεση “Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές” του Οκτωβρίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, μείωσε τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη κατά το 2023, σε 2,7%, από 2,9% τον Ιούλιο και 3,8% τον Ιανουάριο, προσθέτοντας ότι υπάρχουν υψηλές πιθανότητες -άνω του 25%-, η ανάπτυξη να επιβραδυνθεί σε λιγότερο από 2%. Πρόκειται για την πιο αδύναμη πρόβλεψη, που έχει γίνει για την παγκόσμια οικονομία, από το 2001, με εξαίρεση το διάστημα της χρηματοοικονομικής κρίσης (2008) και την πρώτη φάση της πανδημίας (2020), ενώ είναι πολύ πιθανό, οι αρνητικές εξελίξεις να επεκταθούν και στο έτος 2024. Η κατ’ έτος απώλεια από την οικονομική επιβράδυνση, σε διεθνές επίπεδο, υπολογίζεται μεταξύ 2,5 έως 4 τρισεκατομμύρια δολάρια.

 

Σε όλο το κόσμο, οι καταναλωτές παλεύουν με μια μεγάλη κρίση του κόστους ζωής που προκαλείται από τον πληθωρισμό των τροφίμων και των καυσίμων, χωρίς να υπάρχουν σημάδια βελτίωσης. Οι υψηλές τιμές έχουν πυροδοτήσει ένα κύμα αυξήσεων των επιτοκίων. Η εξέλιξη αυτή, κάνει πιο ακριβή την εξυπηρέτηση του χρέους ιδιωτών και κρατών και προκαλεί ανησυχίες για το μέλλον της χρηματοδότησης σε πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες και στις χώρες χαμηλού εισοδήματος και αναδυόμενων αγορών. Η δε, επιβράδυνση της ανάπτυξης, θα εντείνει τα προβλήματα, το αίσθημα της ανασφάλειας και τις κοινωνικές αναταραχές.

 

Οι αγορές

 

Οι διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές βιώνουν το χειρότερο έτος, μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008, με την πλειοψηφία των διεθνών δεικτών, να κινούνται σε αρνητικό επίπεδο, ενώ ελάχιστες -μεταξύ αυτών και η χρηματιστηριακή αγορά της Αθήνας- δείχνουν να ξεφεύγουν από τη διεθνή τάση και να εμφανίζουν, μικρά κέρδη.

Η πτώση των αγορών, είναι μία φυσιολογική εξέλιξη της ανόδου των επιτοκίων, αφού αυτή αυξάνει το κόστος χρήματος και το μέγεθος του κινδύνου από την επενδυτική δραστηριοποίηση. Παράλληλα όμως, δημιουργεί νεφελώδεις προοπτικές για την οικονομική ανάπτυξη, στοιχείο που οδηγεί στη μείωση των προβλέψεων για την οικονομική ανάπτυξη και την κερδοφορία των επιχειρήσεων.

 

Η φετινή πτώση, διακόπτει μια μακρά περίοδο διαρκούς, άκοπης και χωρίς κίνδυνο ανόδου, σε πολλές χρηματιστηριακές αγορές. Αυτό, δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό. Σπάει πολλές από τις “φούσκες” που η εύκολη ανοδική περίοδος είχε δημιουργήσει, προσγειώνει” τις αποτιμήσεις και τις χρηματιστηριακές σχέσεις, κοντά στις καμπύλες της μακροχρόνιας τάσης τους και ξαναφέρνει τις σχέσεις “ρίσκου - απόδοσης” σε μια πιο ρεαλιστική βάση και ισορροπία.

 

Υπάρχει όμως ένα χαρακτηριστικό, στην πορεία των διεθνών χρηματιστηριακών αγορών, που δεν έχει επισημανθεί όσο θα έπρεπε. Για πρώτη φορά, μετά από πολλά -ίσως και περισσότερα από 25- χρόνια, υπάρχει ένας ορατός διαχωρισμός στην πορεία τους, ή καλύτερα μία σημαντική μείωση της μεταξύ τους συσχέτισης και κυρίως, της συσχέτισής τους με τις αγορές των ΗΠΑ. Δηλαδή, η χρηματιστηριακή αγορά της Νέας Υόρκης, ενώ εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη αγορά στον κόσμο, εν τούτοις, δε δίνει πλέον το “ρυθμό” της κίνησης των υπολοίπων αγορών, ή τουλάχιστον, δε το κάνει στο βαθμό που το έκανε επί δεκαετίες.

Αντ’ αυτού, παρατηρούμε το σχηματισμό μικρότερων ομάδων χρηματιστηριακών αγορών -και συνεπώς και οικονομιών- που ακολουθούν τη δική τους πορεία, διαφοροποιούμενες σημαντικά, από τις εξελίξεις στη Νέα Υόρκη. Μία τέτοια ομάδα, έχει σίγουρα σχηματιστεί στην περιοχή της ΝΑ Ασίας -όπου ως νέα ανερχόμενη δύναμη, αναδεικνύεται η αγορά της Ινδίας- ενώ, ορατή είναι και η ομαδοποίηση των αγορών της Ευρωζώνης.

Το χαρακτηριστικό αυτό, συνιστά μία ακόμη ένδειξη ενός κόσμου που αλλάζει, τόσο σε οικονομικό, όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο. Νέα κέντρα, νέες ομάδες και οικονομικοί σχηματισμοί, προκαλούν φυγόκεντρες δυνάμεις από το “κέντρο” της Νέας Υόρκης και θυμίζουν τη μετατόπιση του κέντρου βάρους του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος, που σημειώθηκε, αρχικά με αργούς και στη συνέχεια με επιταχυνόμενους ρυθμούς, στα τελευταία χρόνια του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα.

Καθώς οι αναλυτές υποβαθμίζουν τις προβλέψεις τους για την επόμενη διετία, μας προετοιμάζουν για μια περίοδο στασιμότητας, που όμοιά της, έχουμε πολλά χρόνια να βιώσουμε. Οι οικονομικές εξελίξεις και οι χρηματιστηριακές τάσεις, όπως εξελίχθηκαν κατά τα προηγούμενα χρόνια και κορυφώθηκαν κατά το 2022, θα κορυφωθούν κατά το 2023, ενώ θα ακολουθήσει μια περίοδος σταθεροποίησης της οικονομικής κατάστασης και αποκατάστασης των ισορροπιών. Η περίοδος αυτή, είναι φυσιολογική, αναγκαία και έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Δύσκολα θα διαρκέσει λιγότερο από δύο χρόνια και θα χαρακτηρίζεται από έντονες διακυμάνσεις γύρω από ένα σημείο ισορροπίας, σε μία “πλάγια” (χωρίς εμφανή μακροχρόνια τάση) κίνηση των αγορών.

Η Ελλάδα και η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά

 

Η ελληνική οικονομία, αποτέλεσε τη θετική έκπληξη κατά τη διάρκεια του 2022. Ξεκινώντας από ένα χαμηλότερο σημείο, σε σχέση με τις άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης και συνεχίζοντας την ανοδική τάση που είχε ξεκινήσει από το 2018, μετά την απότομη διακοπή της περιόδου της πανδημίας, κατόρθωσε να επαναφέρει τα βασικά οικονομικά της μεγέθη, στην προ covid εποχή. Πετυχαίνοντας ανάπτυξη κοντά στο 6,0% κατά το τρέχον έτος, η χώρα, έχει τη δυνατότητα να αποφύγει την περιπέτεια μιας ύφεσης, ακόμη και αν οι αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξης επικρατήσουν στις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Βέβαια, μία ύφεση στην Ευρώπη και μία επιβράδυνση στη διεθνή οικονομία, θα επιφέρουν τραύματα στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, όμως, εκτιμάται ότι η χώρα θα κατορθώσει να παραμείνει πάνω από την επιφάνεια.

 

Μια τέτοια εξέλιξη, θα έχει θετική επίδραση στη χρηματιστηριακή αγορά της Αθήνας. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι εξελίξεις στο ελληνικό Χρηματιστήριο θα μπορούσαν να είναι ακόμη πιο εντυπωσιακές, έως και “εκρηκτικές”. Όμως, παρά τη θετική αποστασιοποίησή της, η αγορά της Αθήνας, δε μπορεί να αποκοπεί και να διαφοροποιηθεί πλήρως, από τις διεθνείς τάσεις, αφού, τα κεφάλαια που αναμένουμε να ωθήσουν τις τιμές ανοδικά, είναι -κυρίως- διεθνή.

 

Το κυριότερο ρίσκο που θα αντιμετωπίσει η χώρα, κατά του 2023, είναι το πολιτικό. Και μάλιστα, σ’ αυτή την περίπτωση, το ρίσκο έχει μία “οξύμωρη” μορφή, αφού, με βάση την οπτική της αγοράς -η οποία κατά τεκμήριο δείχνει προτίμηση προς κυβερνήσεις που ασκούν συντηρητική πολιτική- το ζητούμενο κατά την εκλογική αναμέτρηση, είναι να …μη σχηματιστεί κυβέρνηση, ώστε η χώρα να οδηγηθεί σε δεύτερες εκλογές, όπου θα ισχύσει άλλος εκλογικός νόμος, που θα μπορούσε να δώσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, σε ένα κόμμα. Όμως έτσι, η χώρα κινδυνεύει να εμπλακεί σε μια κατάσταση ασταθών κυβερνήσεων συνεργασίας, ή παρατεταμένης εκλογικής περιόδου. Το πρόβλημα -που σε πολλούς θυμίζει την περίοδο 1989-1990- τελικά θα επιλυθεί και θα ξεπεραστεί, αλλά ουδείς μπορεί να γνωρίζει σε πόση χρονική διάρκεια και με τί κόστος.

 

Η γραμμή “άμυνας”

 

Οι κίνδυνοι που, για μεγάλο διάστημα, θα ελλοχεύουν κατά το 2023 είναι πολλοί και, μερικοί απ’ αυτούς, είναι πρωτόγνωροι και θα προκαλέσουν πολλές εκπλήξεις. Στις δε αγορές, θα προκαλέσουν ξαφνικές και έντονες διακυμάνσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλες οικονομικές βλάβες.

Το πραγματικά δύσκολο έτος, ήταν το 2022, έτος κατά το οποίο εμφανίστηκαν τα προβλήματα. Συνήθως, τα χρόνια που ακολουθούν την εμφάνιση κάποιων μεγάλων προβλημάτων, είναι έντονα και συνοδεύονται από διακυμάνσεις, αλλά δεν εκτρέπουν τις τάσεις.

Η άμυνα στις διακυμάνσεις, είναι η πίστη για την πορεία των πραγμάτων και η αποφυγή του ρίσκου. Στην περίπτωση των αγορών και ιδίως στην περίπτωση της ελληνικής αγοράς, η τάση θα είναι ανοδική. Θα έχει προβλήματα, ξαφνικές μεταβολές και διακυμάνσεις, αλλά, η μακροχρόνια τάση, θα είναι ανοδική, όπως ξεκίνησε από τα μέσα του 2016 ή από τις αρχές του 2017. Η ελληνική αγορά, εξακολουθεί να διανύει την πρώτη φάση, του μακροχρόνιου κύκλου της, φάση που συνήθως είναι ανοδική. Δε χρειάζεται διαρκής εναλλαγή θέσεων ή ανάληψη μεγάλου ρίσκου. Χρειάζεται ψυχραιμία και πίστη στην τάση.

 

Όταν εκφραζόμαστε για κάτι στο μέλλον, είμαστε πάντα προκατειλημμένοι από τις τρέχουσες εξελίξεις και εμπειρίες. Αυτό, είναι ανθρώπινο και δύσκολα αποφεύγεται. Περάσαμε μια ασυνήθιστα δύσκολη χρονιά. Και σήμερα, καθώς βρισκόμαστε στα μέσα μιας ασυνήθιστης και δύσκολης περιόδου, οι πιθανότητες να βλέπουμε το μέλλον, πιο “σκοτεινό” απ’ ότι στην πραγματικότητα είναι, μπορεί να είναι μεγάλες. Όμως, σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν το 2023 δείχνει να είναι σκοτεινό, σίγουρα δεν θα είναι η πιο δύσκολη χρονιά που θα έχει υπάρξει, για τον κόσμο μας. Στο τέλος, για μια ακόμη φορά, οι κοινωνίες και οι οικονομίες θα ξεπεράσουν τα προβλήματα, θα βγουν νικητές και θα προχωρήσουν μπροστά.

 

Γιάννης Σιάτρας

Το παρόν άρθρο, είναι τμήμα της ύλης του τεύχους 247 (Δεκέμβριος 2022) του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΑΓΟΡΑ. Δείτε τα πλήρη περιεχόμενα του τεύχους 247, εδώ.


Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0)

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο comment

Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό που βλέπετε στην εικόνα:

Eshop
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text